Γράμματα κοσταρρικάνικα
Κάπου ανάμεσα στην Καραϊβική και στον Ειρηνικό, Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2010
Γεια σας και πάλι, από την Κόστα Ρίκα!
Απόγευμα και εμπύρετη βόλτα στη Fortuna. Σήμερα είναι η γιορτή της νταλίκας: δεκάδες φορτηγατζήδες περνούν κυκλικά γύρω από την αρένα για τις ταυρομαχίες και χτυπούν δαιμονισμένα τα κλάξον. Λατινοαμερικάνικο kitsch… Μπαίνουμε στο redondel –έτσι λένε εδώ την αρένα-, όπου γίνεται rodeo (ροδέο το λένε εδώ). Ενθουσιάζομαι, γιατί εδώ η νομοθεσία απαγορεύει τη θανάτωση του ταύρου. Πρόκειται, λοιπόν, όπως είχε πει και ο Ernest o Hemingway, για μία επί ίσοις όροις πάλη ανάμεσα στα στοιχεία της Φύσης: τον άνθρωπο και τον ταύρο. Μόνο όργανο εδώ είναι το λάσσο, και σύντροφος του ανθρώπου το άλογο. Ενάντιά τους, ζευγάρι μαύρα, γυαλιστερά κέρατα, και τέσσερεις οπλές. Είναι η καθαρότερη μορφή λατρείας του Μινώταυρου: Tα ταυροκαθάψια, που οι Μινωίτες μετέφεραν ως τις τότε νεολιθικές Βαλεαρίδες, κι από ‘κει (μια παρεξηγημένη μορφή) έφτασε ως τη Λατινική Αμερική. Εκτός, όμως, από την Κόστα Ρίκα. Εδώ διατηρήσαν τα γνήσια ταυροκαθάψια. Με κάθε σημαντική κίνηση του ταυρομάχου, η μπάντα παίζει κούμπιες, κι ο κόσμος χορεύει στις κερκίδες. Εγώ, από τον ενθουσιασμό μου έχω ανέβει στα κάγκελα... Δίπλα μου περνάει μία ενθουσιώδης Λατινοαμερικάνα, και φωνάζει: Olé, ándale, olé!, χτυπώντας παλαμάκια στο ρυθμό του flamenco. Οι αρχαίες της ανδαλουσιάνικες ρίζες διακρίνονται έντονα στο πρόσωπό της. Η γη τρέμει κάτω απ’ τις οπλές των ταύρων κι οι αναβάτες σωριάζονται εκεί. Ένας ταυρομάχος κάνει αέρινες, χορευτικές κινήσεις με το κόκκινο πανί.
Στο διπλανό salón de baile έχουν χορό με ζωντανή ορχήστρα. Ένας γέρος ξεδοντιάρης με ψάθινο καπέλο χορεύει με μια μικρούλα, μελαχρινή Nικαραγουανή. Τα πόδια του δεν είναι λυγισμένα λόγω του λικνιζόμενου βήματος που απαιτεί αυτός ο χορός, αλλά λόγω των εκατό χρόνων του και βάλε... Εκείνη επιχειρεί τα βήματα της μοντέρνας βερσιόν, ενώ εκείνος ακολουθεί τα παραδοσιακά. Αταίριαστο ζευγάρι. Συγκινούμαι, όμως, γιατί θυμάμαι την πρώτη φορά που είχαμε χορέψει με τη Maricela, όταν είμαστε 22 χρονών –πριν από εικοσιδύο χρόνια-, κι εγώ ήξερα μόνο το tradicional. Εκείνη ντρεπόταν... Οι θεατές, σαν ένα κύμα θαλάσσιο, ορμούν προς τα ψηλά παράθυρα, βάζουν καρέκλες, σκαρφαλώνουν και παρακολουθούν τα όσα γίνονται έξω. Δίπλα μας έρχεται και κάθεται ένας ξυπόλυτος rasta μ’ ένα τεράστιο μπουκάλι μπύρας Imperial, (μάλλον πρέπει να ‘ναι κανένας ξώμπαρκος Aμερικάνος, που μαύρισε από τον κοσταρικάνικο ήλιο). Μας λέει κάτι σε άπταιστα... espanglish-mekatelyu, κι εμείς νομίζουμε οτι έξω γίνεται καυγάς. Όμως δεν είναι έτσι τα πράγματα. Είναι ο χαζός του χωριού, που προσπαθεί να χορέψει κι ο κόσμος του χτυπάει παλαμάκια. Το πρόσωπό του, σαν μάσκα που της τρέχουν τα σάλια.
Περίπατος στο τοπικό νυχτερινό παζάρι. Μία συμπαθέστατη γριούλα -απόγονος κάποιας ινδιάνας που είχε τρυπώσει σ’ ένα μοναστήρι για να κρύψει τη σοκολατένια της επιδερμίδα, την αμαρτωλή, κάτω από τα ασπρόμαυρα ράσσα, τα καθολικά- πουλάει βοτάνια μαγικά (που 'μαθε στόμα με στόμα από την προγιαγιά της), σε όλα τα χρώματα: μαύρα για το θάνατο και άσπρα για τη θεραπεία. Κόκκινα για τον έρωτα, πράσινα και κίτρινα για τα πνεύματα του νεφελώδους δάσους της βροχής και τη θεά του καλαμποκιού. Βλέπει τα δάχτυλα της Μaricela, και της δίνει ένα μπουκάλι με μαντζούνι από "πιτσιτσίου" -τον παράξενο, κίτρινο και πορτοκαλί καρπό με τα τέσσερα ποδαράκια. -"Είναι για την... αστρίτης, κόρη μου", της λέει, και τα δόντια της λάμπουν στο φως του κεριού που έχει αναμμένο πάνω στον πάγκο της. Μαλλί του καλαμποκιού για τα νεφρά, και zacate de limón για τον βήχα. Σαπούνι από sábila για δέρμα ερωτικό και guarapo -δροσερός χυμός ζαχαροκάλαμου-, που σβήνει το πάθος και τη δίψα. Φὐλλα από garrobo, που τα φορούν οι Νικαραγουανοί σα βραχιόλι στο χέρι, και τους φεύγει η τεμπελιά... Πάρε κι αυτό, για τον άντρα σου, κι εκείνο για τη μάνα του: cucaracha για το 'να, indio pelao για τ' άλλο, με την ευχή μου, κόρη μου, μα γιατi δεν κάνεις κι άλλα δέκα παιδιά, να σ' ευλογήσει ο Θεός;
-«Γιαγιά, γιατί δε λες στον άντρα μου να σου γράψει ένα βιβλίο με τα γιατρικά σου;»
-«Κι αυτό θα γίνει, κόρη μου, όμως μετά το θάνατό μου...»
Επιστροφή στο σπίτι.. Αυτό το ηφαίστειο, το Arenal, αλλάζει συνεχώς τη μορφή του. Συχνά κρύβεται πίσω από μία πυκνή ομίχλη, κι από μέσα της αστράφτει, άλλοτε τα σύννεφα ταξιδεύουν γύρω του –σαν τους δακτύλιους του πλανήτη Κρόνου, αφήνοντας την κορυφή του και τους πρόποδες να διακρίνονται. Άλλες φορές, πάλι, πράσινο και λαμπερό, κι άλλες, αχνή γκρι σκιά σε γιαπωνέζικη ζωγραφική. Και τη νύχτα, η Αφροδίτη κι ο Σείριος μπλέκονται –σαν πυγολαμπίδες- στα κλαδιά του διπλανού δέντρου... Και ο καπνός του αλλάζει: κάποτε βγαίνει κατάμαυρος και φουριόζος, άλλοτε λευκός και απαλός, σαν μανιτάρι, κι άλλες φορές, γκρι με ασημί ανταύγειες. Από την πίσω πλευρά, την ξερή, στα χρώματα του βωξίτη, κόκκινες βρυχώμενες πέτρες κατηφορίζουν απειλητικά, όμως στη μέση της διαδρομής σβήνουν. Γίνονται ένα με τη γη. Η δικά μας πλευρά, είναι η καλυμένη με το καταπράσινο τροπικό δάσος της βροχής με τους κιτρινόμαυρους ιαγουάρους, τα κόκκινα δηλητηριώδη βατραχάκια και τους μπλε παπαγάλους. Αυτό βλέπουμε κι εμείς αυτήν τη στιγμή που σας γράφουμε.
Σαφώς το άμεσο πρόβλημά μας είναι η –προσωρινή, ελπίζω- ανεργία. Πιστεύω οτι οι μεθοδευμένες μου συναντήσεις με τους Yankees και τους Γερμανούς της περιοχής να αποδώσουν. Αλλά και αν αυτό δεν γίνει, κρατάμε την ψυχραιμία μας. Το θέμα είναι όπως έλεγε και ο... αγράμματος να μην πανικοβαλλιζόμαστε! Φυσικά όλα εξαρτώνται από το ΠΟΥ, ΠΩΣ, ΠΟΤΕ θα βρω κάτι. Οι γεωγραφικές συντεταγμένες και τα κονέ της επαγγελματικής μου έρευνας, πιστεύω οτι είναι σωστά, δεδομένου οτι η Fortuna προσφέρει μεγάλη... βιοποικιλότητα τουριστών (Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι...), ενώ τα παράλια περιορίζονται σε.... μονοκαλλιέργειες surf. Και ο προστάτης μου εδώ, είναι το καλύτερο τζιμάνι της πιάτσας: 40 χρόνια ταξιτζής-μοριακός βιολόγος! Τον ξέρουν και οι ηφαιστειογεννείς ανδεσίτες. Το κρίσιμο ερώτημα είναι το ΠΟΤΕ, αφού η εθνική μαντινάδα των ΚοσταρρικαΡΓών είναι:
«Η θειά μου η Αμερσούδα, τρία βρακιά φορεί, ώσπου να λύσ' το ένα, τα δυο τα κατουρεί.»
Νομίζω λοιπόν ότι εκεί θα πρέπει να εστιαστούμε τώρα και όχι σε βιαστικές αποφάσεις αγοράς ή κατασκευής σπιτιού. Αυτό με τον καιρό θα φανεί, όσο μάλιστα μαθαίνουμε καλύτερα πως κινούνται τα πράγματα, οι τιμές και φυσικά πού είναι καλύτερα να βρισκόμαστε από επαγγελματική άποψη. Μία βιαστική επένδυση-αγορά φοβάμαι ότι εγκυμονεί κινδύνους και μετάνοιες στους τοπικούς αγίους. Αυτό θα πάρει λίγους μήνες νομίζω, γιατί η εξοικείωση με τα πράγματα αργεί. Εδώ μάλλον ισχύει το «κάλλιο πέντε και καρτέρει, παρά δέκα και στο χέρι». Ο Αύγουστος μού φαίνεται ότι πρέπει να αφιερωθεί περισσότερο στην αναζήτηση εργασίας, κι όχι τόσο σπιτιού. Άλλωστε το ενοίκιο που έχουμε είναι προσιτό.
Το ζήτημα της αγοράς σπιτιού, όμως, δεν εξαρτάται από την βιασύνη μας. Απλά θέλουμε ένα ακίνητο, να ακινητοποιηθούμε κι εμείς, μια που οι πάντες εδώ αδρανούν. Όσο για την επιφάνεια του τωρινού μας σπιτιού, αυτή αποτελεί τον άγνωστο Χ της περίπλοκης αυτής εξίσωσης που έχουμε θέσει στη ζωή μας, αφού εδώ οι αποστάσεις καθορίζονται από το «έπαέ», οι διαστάσεις από το... «τόοοσο δα», και ο χρόνος από το «ahorita & despuesito», που ορίζουν την αέναη ευθεία από το big bang μέχρι τη συρρίκνωση του σύμπαντος. Ανάμεσα σε αυτές τις συντεταγμένες της μη ευκλιδείου γεωμετρίας τοποθετείται και το διαμέρισμά μας. Η κρεββατοκάμαρά μας, πάντως, θα χωρούσε και μία Γιαπωνέζα για να κοιμηθεί στο πόδι, σαν σκουπόξυλο πίσω από την πόρτα. Ο υπόλοιπος χώρος υπερκαλύπτεται από το διάνυσμα του τόξου της. Άλλωστε, απλά το νοικιάζουμε. Αυτό που θα αγοράσουμε, θα είναι πολύ καλύτερο.
Εδώ, στη κοσταρρικάνικη γειτονιά μας, έχουμε ένα δέντρο, κάτω από το οποίο τηρούνται με καθολική ευλάβεια τα νικαραγουανοκολομβιανά ιερά και όσια των borrachos με την μπουκάλα μπύρας στο χέρι, αλλά τα πράγματα είναι ασύγκριτα ηπιότερα. Τις προάλλες, όμως, που περνούσα, ένας απ’ αυτούς ήρθε απειλητικά προς το μέρος μου, ψελλίζοντας κάτι στη νικαραγουάνικη διάλεκτο. Μέσα μου ξύπνησε η θλίψη και η οργή που μου άφησε το γεγονός οτι η δική μου χώρα δεν μου προσφέρει -πλέον- ούτε ποιότητα ζωής, ούτε ασφάλεια. Δεν ξέρω, λοιπόν, πώς μου ‘ρθε και σήκωσα μία πέτρα, του φώναξα: «¡Te largás o te parto el coco – Ξεκουμπίσου, γιατί θα σου σπάσω το κεφάλι!» και την πέταξα στα πόδια του, διατρέχοντας τον κίνδυνο να μου επιτεθεί με στιλέτο. Όμως, εκείνη τη στιγμή, δεν έβλεπα τίποτα μπροστά μου. Την επόμενη μέρα που ξαναπέρασα, με αναγνώρισαν! –«Señor, ¿cómo ameneció? – Καλημέρα σας, κύριε!» Κάλλιο να σε φοβούνται, παρά να σε λυπούνται, έλεγε η γιαγιά μου η Τενέδια. Έτσι είναι η Λατινική Αμερική: Χρειάζεται θάρρος.
Το καλό είναι ότι η Δανάη την βρίσκει στο σχολείο, και ίσως σύντομα θα γνωρίσει, όπως και εμείς, ενδιαφέροντες ανθρώπους. Το κακό, όμως, είναι οτι εδώ στο σχολείο δεν γίνεται σπουδαία δουλειά, και πολλά από τα παιδιά προέρχονται από οικογένειες με έντονα προβλήματα. Έτσι, ακολουθούμε το ρητό: «μάθε τέχνη κι άστηνε...» και παίζουμε με την Maricela τον τριπλό ρόλο του γονιού-δασκάλου-φίλου για την Δανάη.
Τελικά, βρήκαμε κι αγοράσαμε ένα σπίτι που μας ικανοποιεί απόλυτα!
Λοιπόν, τα πράγματα έχουν ως εξής: Η περιοχή της Fortuna, είναι η ισχυρότερη τουριστικά σε όλη την Κόστα Ρίκα. Εδώ βρίσκεις τουριστικά γραφεία, ξενοδοχεία και φροντιστήρια ξένων γλωσσών (λίγα, βέβαια, αλλά τουλάχιστον υπάρχουν). Αντίθετα, στο Guanacaste, δηλ. στις παραλίες του βόρειου Ειρηνικού Ωκεανού -όπου είναι εξ ίσου πανέμορφα, όπως κι εδώ- ο τουρισμός περιορίζεται στο surfing, και η κάθε παραλία διαθέτει λιγότερα ξενοδοχεία απ' ότι η Fortuna. Υπάρχει, για παράδειγμα, ένα ξενοδοχείο στην Playa Hermosa του Guanacaste, το οποίο συγκεντρώνει VIPS απ' όλον τον κόσμο (Sofia Lauren -παλαιότερα- και ο γιος του Julio Iglesias -σήμερα-) και θεωρείται ισχυρότερο από το Tabacón -που έχουμε εδώ-, όμως η σκέψη μου είναι η εξής: αν για οποιονδήποτε λόγο δεν βρω δουλειά εκεί, ή βρω και μετά με απολύσουν, οι δυνατότητές μου θα είναι περιορισμένες και οι αποστάσεις για οποιαδήποτε μετακόμιση, αρκετά μακρινές. Επιπλέον, από τώρα μέχρι και τα τέλη Νοεμβρίου διανύουμε τη χαμηλή τουριστική περίοδο και τα τέλη της σχολικής χρονιάς, κι έτσι οι επιχειρήσεις δεν δέχονται νέους συνεργάτες. Επίσης, το ευρώ -λόγω των ευρωπαϊκών προβλημάτων- παρουσιάζει ραγδαία κάθοδο. Έτσι, και σύμφωνα με τις συμβουλές του Γενικού Διευθυντή της Εθνικής Τράπεζας της Κόστα Ρίκα -με τον οποίον έχουμε αναπτύξει μία πολύ καλή επαγγελματική σχέση (αργότερα θα μαλώσουμε, γιατί θα μου φερθεί ρατσιστικά, και θα απαιτεί να του δηλώνω τον ακριβή σκοπό των χρηματικών μου αναλήψεων)-, εάν αφήσουμε τα χρήματά μας ανεκμετάλλευτα, κινδυνεύουμε να χάσουμε ένα σημαντικό μέρος τους.
Η Fortuna, όμως, δυστυχώς, είναι μία πανάκριβη περιοχή -σαν τη Σαντορίνη-, όπου σπίτια μικρότερα από αυτό που είχα εγώ στην Αθήνα κοστίζουν πολύ περισσότερο από το δικό μας budget. Από την άλλη πλευρά, η Μaricela δεν θέλει ούτε ν' ακούσει για τη Santa Clara, γιατί αισθάνεται ότι δεν θα μπορέσει να διατηρήσει τις ισορροπίες καλών σχέσεων που μέχρι τώρα διατηρούμε με την οικογένειά της. Ούτε και η Eréndira θέλει να μείνει εκεί, γιατί... της βρωμάνε τα ζώα που εκτρέφει ο κουνιάδος μου μέσα στό ίδιο αγρόκτημα όπου θα χτίζαμε εμείς. Εγώ, πάλι, θα ήθελα να αποφύγω εκείνη την καθημερινή αναμονή των συγκοινωνιών με το αβέβαιο ωράριο, έτσι ώστε να μπορώ να εναλλάσσω εύκολα εργασίες μέχρι να βρω εκείνη που θα μου ταιριάζει απόλυτα. Και μέσα σ' όλα αυτά, ο ιδιοκτήτης του σπιτιού που νοικιάζουμε εδώ στην Fortuna -με τον οποίον έχουμε δημιουργήσει μία σχέση φιλίας-, μου συνέστησε έναν κατασκευαστή, ο οποίος χτίζει αυτήν την εποχή ένα σπίτι ακριβώς όπως το θέλουμε εμείς, αλλά λόγω οικονομικών προβλημάτων το σκοτώνει όσο--όσο, δηλαδή 34.000 ευρώ! (Κι αυτό, γιατί έχασα 3.500 ευρώ με μία ολίσθηση που παρουσίασε η διεθνής χρηματαγορά.) Το σπίτι βρίσκεται στην καλύτερη περιοχή της Fortuna, μία καταπράσινη εξοχική συνοικία -πάντοτε με θέα προς το ηφαίστειο- στην οποία μένουν πολλοί ιδιοκτήτες του τοπικού επιχειρηματικού κόσμου, γιατροί, δικηγόροι, κλπ..., και διαθέτει 2 κρεβατοκάμαρες, 1 καθιστικό (αρκετά άνετο για να σας φιλοξενήσουμε όταν έρθετε να μας δείτε), μία κουζίνα, ένα μπάνιο και έναν χώρο πλυσίματος ρούχων καλυμένο. Συνολικά, το σπίτι είναι 67,5 τ.μ. κατοικήσιμος χώρος σύν 9 μ. καλυμμένη και πλακόστρωτη αυλή σε 200 τ.μ. οικόπεδο, δηλ. άλλα 124 τ.μ. κήπου, όπου μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν δικό μας μικρό βοτανικό κήπο με τροπικά φαρμακευτικά φυτά και άλλα εδώδιμα... αποικιακά, που να βασίζεται στην αειφόρο ανάπτυξη!... Δίπλα βρίσκεται ένας μικρός δρυμός μ' ένα ποταμάκι! Την Τρίτη λοιπόν, υπογράφουμε, κι όπως είπε και η Δανάη, θα γίνουμε κι εμείς... Fortunάκηδες, κι επειδή το ηφαίστειο βροντάει πολύ, θα γίνουμε και... Βροντάκηδες -σαν την ταινία της Α. Βουγιουκλάκη! Όλος ο κόσμος εδώ μας λέει οτι αυτό είναι μία πολύ καλή επένδυση, γιατί αυτά τα σπίτια με οικόπεδο κοστίζουν από 35.000.000 έως 50.000.000 κολόνες (1 euro = 645 - 675 colones), ανάλογα με την ποιότητα κατασκευής, κλπ. Ανά πάσα στιγμή, εάν θέλουμε να μείνουμε σε άλλο μέρος, μπορούμε να το νοικιάσουμε σε ξένους ή και να το πουλήσουμε πανάκριβα. Επίσης, αγοράσαμε τα έπιπλα! Φανταστικά κομάτια αποικιακής ρουστίκ τέχνης από πεύκο Χιλής -ένα είδος araucaria που φύεται στην Παταγονία και δίνει εξαιρετικό φυσικό άρωμα στο δωμάτιο, σε συνδυασμό με άλλα, πολύ μοντέρνα από γυαλί και δερματίνη, σε όμορφα χρώματα που δεν... τσιρίζουν -όπως λέμε εδώ... Όλα αυτά μας ανέβασαν κάπως την ψυχολογική μας κατάσταση.
Τον υπόλοιπο χρόνο μας, τον περνάμε ανάμεσα σε μικροεκδρομούλες στο χωριό της γιαγιάς, στο διαδίκτυο, σε σύντομες συνομιλίες με τους ντόπιους (από μακριά για ν' αγαπιόμαστε, όπως λέει και η παροιμία) και στο National Geographic Channel της δορυφορικής τηλεόρασης που εγκαταστήσαμε, με τα 117 κανάλια.
Αυτό το e-mail σας το γράψαμε με δύο διακοπές: μία μισάωρη και μία δεκαπεντάλεπτη, γιατί το ηφαίστειο έκανε τόσο ισχυρές εκρήξεις, που ο θόρυβος μας έκανε να πεταχτούμε έξω από το σπίτι, όπου καθήσαμε στην αυλή και βλέπαμε τη λάβα να στάζει από τη μία πλαγιά του βουνού, βάφοντας τα σύννεφα ροζ. Η αποψινή βραδιά είναι τόσο όμορφη, με τον ουρανό σκούρο μπλε, γεμάτο άστρα, και κάνει τέτοια ζέστη, που τα δέντρα γύρω απ’ το ηφαίστειο είναι γεμάτα με πυγολαμπίδες, και λάμπουν σαν χριστουγενιάτικα έλατα!... Σε λίγο θα πάμε να φάμε κέϊκ σοκολάτας και να πιούμε λατινοαμερικάνικο κακάο. (Από εδώ μας ήρθαν αυτοί οι δύο θησαυροί στην Ευρώπη.) Στην κοινωνία των ινδιάνων Μάγιας, στο Μεξικό, το κακάο ήταν το αφροδισιακό ποτό των ευγενών...
Βράδυ 14 Σεπτεμβρίου 2010. Κοσμοσυρροή με αναμμένα φαναράκια στους δρόμους της Fortuna του San Carlos. Σαν εκείνο το βράδυ της 14ης Σεπτεμβρίου του 1821, που η Dolores Bedoya έτρεχε στους λιθόστρωτους δρόμους της ισπανικής αποικίας της Antigua Γουατεμάλα, μ’ ένα φανάρι στο χέρι, κι έψαχνε κρυφά όσους θαρραλέους θα την συντρόφευαν έξω απ’ το Cabildo –το διοικητήριο της ισπανικής φρουράς- για να διεκδικήσουν την ανεξαρτησία της Κεντρικής Αμερικής από το ισπανικό στέμμα. Ο πόλεμος για τους λευκούς κατακτητές από την Ευρώπη είχε πλέον χαθεί. Θα έπρεπε να εγκαταλείψουν τις haciendas –τα λατιφούντια και τα τσιφλίκια τους, όπου με τον σταυρό-σπαθί στο χέρι βίαζαν επί πεντακόσια χρόνια το σώμα και την ψυχή των ινδιάνων... "Viva la Patria", "Viva la Libertad", φώναζαν στους δρόμους, κι η φωνή τους διέσχισε τις ζούγκλες του Μεξικού, της Γουατεμάλας, του Σαλβαδόρ, της Ονδούρας και της Νικαράγουας, για να φτάσει –μετά από τρία χρόνια-στην Κόστα Ρίκα, γραμμένη πάνω στο μπλέ, το λευκό και το κόκκινο –τα χρώματα της Γαλλικής Επανάστασης που τους ενέπνεαν. –«Viva la Paz – Ζήτω η Ειρήνη» μου λέει η Vilma, και επαναφέρει τη σκέψη μου στην υπαίθρια γιορτή. Ένα Datsun στολισμένο με κλαδιά φοινικιάς, μεταφέρει μία ομάδα Αφρικανών της Καραϊβικής, που χορεύουν στο ρυθμό του calypso. Ακολουθούν οι diablitos –μασκαρεμένοι που αναπαριστούν τα ινδιάνικα πνεύματα του δάσους, τις μάγισσες των Ισπανών και τον... Barack Obama! Να κι ο Juan Santamaría, ο ανύπαρκτος ήρωας που πολέμησε ενάντια στους filibusteros –τους «πειρατές της ξηράς». Ένα πρόσωπο που εφηύραν οι ιστορικοί του παρελθόντος, για να κατορθώσουν την ένωση των 7 επαρχιών της χώρας, αλλά κυρίως για να «λευκάνουν» τη μιγαδική επιδερμίδα του λαού της Κόστα Ρίκα.
Στο αγροτόσπιτο της Santa Clara, η Doña Soleida –η πεθερά- μας εκμυστηρεύεται οτι όση ώρα λείπαμε, μία πυγολαμπίδα είχε μπει από την ξύλινη χαραμάδα. Αμέσως κατάλαβε οτι το φως εκείνο ήταν μία περιπλανώμενη ψυχή, που για κάποιον λόγο ήθελε να την προειδοποιήσει... Την επόμενη μέρα μάθαμε οτι πέθανε ο γιος της Modesta –της Νικαραγουανής γειτόνισσας- 35 χρονών, από ελονοσία. Λατινοαμερικάνικη ψυχεδέλεια!...
Κυριακή κι εκπαιδευτική εκδρομή με τον Ερυθρό Σταυρό στην Hacienda Cerro Chato. Εκεί θα μάθουμε στοιχεία επιβίωσης στους τροπικούς: αντίδοτα της φυσικής φαρμακευτικής, αναγνώριση των επικίνδυνων ειδών της τοπικής πανίδας και εξάσκηση της φυσικής μας κατάστασης για αναγκαστικές διανυκτερεύσεις στη ζούγκλα. Οι οδηγοί μας κρατούν κίτρινα, φωσφορίζοντα σχοινιά, σφιχτά τυλιγμένα γύρω από τους πελώριους πρασινισμένους κορμούς της υπεραιωνόβιας ceiba –του ιερού δέντρου που έφεραν πριν από πέντε αιώνες οι Αφρικανοί σκλάβοι από την χαμένη τους πατρίδα- κι εμείς κατεβαίνουμε κρεμασμένοι από αυτά, στην απότομη πλαγιά του καταρράκτη. Για τους τουρίστες, η μόδα του rappelling είναι κάτι το σχετικά καινούριο. Όμως για τους ντόπιους είναι το μόνο μέσον μετακίνησης μέσα στο πυκνό τροπικό δάσος της βροχής. Κάτω, η άβυσσος, κι εκεί, στο βάθος, σαν μάτι γαλανό, μία λίμνη. (Μία μαύρη, τριχωτή αράχνη περπατάει πάνω στο κίτρινο-ριγέ σχοινί.) Καταιγίδα, κολύμπι, μασάζ και τροπικά, αρωματικά φρούτα μέσα στα πρασινογάλαζα, διαφανή νερά του καταρράκτη.
Ξαφνικός πανικός!... Μας ειδοποιούν με τα walkie talkie (τα κινητά εδώ δεν έχουν σήμα), ότι από την κορυφή κατεβαίνει μία «κεφαλή νερού». Κίνδυνος-θάνατος! Ξεριζώνει δέντρα και παρασύσει ολόκληρα κοπάδια στο πέρασμά της... Τρέχουμε στο καταφύγιο. Έξω έχει «ηλεκτρική καταιγίδα». Πρόκειται για ένα φυσικό φαινόμενο νότια του Τροπικού του Καρκίνου, που μπορεί να μας σκοτώσει ακαριαία! Ο ουρανός έχει καλυφθεί από βαριά, μολυβένια σύνεφα cúmulo-nimbos. Στο καταφύγιο, αποσυνδέουμε κάθε ηλεκτρική συσκευή και σβήνουμε τα φώτα. Στο σκοτάδι, ένας ένας, φωνάζουμε τα ονόματά μας, για να καταμετρηθούμε. Κάποιος δεν απαντά... Ένας οδηγός, με κίνδυνο της ζωής του, βγαίνει στην καταιγίδα να τον ψάξει. Οι κεραυνοί σχίζουν χιαστί την ατμόσφαιρα, ενώ δεν βρέχει καθόλου. Εκκωφαντικός θόρυβος. Μας καθοδηγούν να μην αγγίζουμε τίποτα το μεταλλικό, κυρίως τα κάγκελα των παραθύρων, τις βρύσες και τις ομπρέλες. Δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε ούτε καν με τα walkie talkie, επειδή η κεραία θεωρείται επικίνδυνη: Μπορεί να προσελκύσει τους κεραυνούς που πέφτουν με συχνότητα τρεις το λεπτό. Μετά από μία ώρα εγκλωβισμού και 7 ώρες πεζοπορίας, επιστροφή στην Fortuna μας.
Είναι βράδυ, και θα πάμε με ξαδέρφια και φίλους σε ένα σημείο κοντά στο ηφαίστειο, όπου υπάρχουν φυσικές πισίνες από ανδεσίτη και άλλλα πετρώματα, στις οποίες θα κολυμπήσουμε σε θερμά λουτρά, φωτισμένα με μπέ και πράσινα χαλαρωτικά φώτα spot, τα οποία βγαίνουν -σαν ακτίνες- ανάμεσα από την τροπική βλάστηση και αποτυπώνουν τους φοίνικες πάνω στους υδρατμούς της ατμόσφαιρας. Μέσα στις πισίνες υπάρχουν πλωτά μπαράκια, και γύρω-γύρω ζωντανή μουσική. Το ωραίο είναι οτι εδώ ο κόσμος παίρνει μαζί του τα ΒBQ, κι έτσι θα ψήσουμε μεξικάνικα snacks.
Pura vida, λοιπόν!
Αυτή είναι η βασική λέξη για να επιβιώσει κανείς γλωσσικά στην Κόστα Ρίκα. Είναι το έμβλημα της χώρας, το συναντά κανείς τυπωμένο στα μπλουζάκια και στις καρτ ποστάλ, και δείχνει την ψυχική και συναισθηματική κατάσταση ενός ολόκληρου λαού. Δεν το χρησιμοποιούν σε καμία άλλη χώρα της Λατινικής Αμερικής. Είναι κάτι σαν το “duende” του flamenco. Κατά λέξη σημαίνει: "σκέτη ζωή" (θα έχετε ακουστά οτι η Κόστα Ρίκα συγκαταλέγεται ανάμεσα στις χώρες με τα μεγαλύτερα ποσοστά ευτυχίας στην καθημερινότητα του λαού. Δεν ξέρω με ποιες παραμέτρους έχει καταμετρηθεί αυτό, αλλά πιστεύω ότι η φύση, σε συνδυασμό με τους ήρεμους ρυθμούς μπορεί να αποτελούν τα δύο βασικά συστατικά της λατινοαμερικάνικης ευτυχίας.) Pura vida, λοιπόν, σημαίνει επίσης: Ο.Κ., μην ανησυχείς, ευχαριστώ, παρακαλώ, γεια σου. Είναι ένα είδος ιαπωνικού ishin denshin, δηλ. σιωπηλής συνεννόησης. Σημαίνει: "ξέρω τι χρειάζεσαι, σε κατανοώ κι εύχομαι να το πάθεις (όπως θα λέγανε και στην Κύπρο...), αλλά το αφήνω στα χέρια του Θεού (του Καθολικού, φυσικά) και σου συνιστώ να χαλαρώσεις και να αφεθείς έρμαιο της τύχης σου (την οποία μπορείς να προκαλέσεις με τα διάφορα μαντζούνια που θα σου δώσουν οι μάγισσες της περιοχής)....
Pura vida, λοιπόν, αν κι εγώ εδώ έχω ταλαιπωρηθεί λίγο να βρώ δουλειά, όμως οι ντόπιοι με υποστηρίζουν και με καθησυχάζουν, λέγοντάς μου οτι η χαμηλή περίοδος τελειώνει το Νοέμβριο. Ας ελπίσουμε, γιατί τα πάντα μου αρέσουν εδώ, αλλά φοβάμαι λίγο. Αλλά, όπως έλεγε κι η Μαντάμ Σουσού -εκείνη η κυράτσα του Δ. Ψαθά και της ελληνικής... ΤιΒής...- "λεπτά έχουμεν, τρώμε από τα έτοιμα"! Πάντως, οι 31 εταιρείες (ξενοδοχεία, κλπ), στις οποίες έδωσα το βιογραφικό μου, μου απάντησαν με τα καλύτερα λόγια (εκτός από 2), και μου ζήτησαν να περιμένω λίγο. Ἐτσι, προς το παρόν χορταίνουμε με..... λόγια! Εν τω μεταξύ, ξεκινώ μία συνεργασία για την προώθηση του οικοτουρισμού -πράγμα που θα μου προσφέρει όχι τόσα χρήματα, αλλά νέες γνωριμίες κι επαφές-, και θα προσπαθήσω να ξεκινήσω κάποια ιδιαίτερα μαθήματα γλωσσών. Λέω οτι θα προσπαθήσω, επειδή εδώ τα ποσοστά διαζυγίου μεταξύ των μαθητών και των ξένων γλωσσών είναι αρκετά υψηλά, και πολλά από αυτά καταλήγουν και σε ειδεχθή περιστατικά εγκλημάτων κατά της γλώσσας, ακόμη και της ίδιας τους της Μητέρας Ισπανίας...
Βρίσκω, όμως παρηγοριά στα ταξίδια!
Θα σταματήσω εδώ το μονόπρακτό μου. Αυτά είναι τα νέα μας. Ελπίζω να κατανοείτε οτι η πολυλογία μου και το πρωθύστερο σχήμα της αφήγησής μου οφείλεται στο μαγικό ρεαλισμό που πνέει στη λατινοαμερικάνικη ατμόσφαιρα...
Καληνύχτα σε όλους στην Ελλάδα... Αυτή η καληνύχτα μου έχει χροιά πικρίας, εφ όσον τα νέα που λαμβάνω από την Αθήνα είναι τόσο λαμπρά κατάμαυρα!... Εδώ, στις ειδήσεις παρουσιάζουν πόσο βουλιάζει καθημερινά η Ελλάδα, μέσα στο βούρκο που η ίδια δημιούργησε... Σαν τη Βενετία, κι αυτή, μια εξεζητημένα ντυμένη γριά που σαπίζει μέσα στα κουρέλια της Αρχαιότητάς της.
Να είστε όλοι καλά και να μας γράφετε. Θα χαιρόμαστε να μαθαίνουμε νέα σας. Χαιρετίσματα και φιλιά
Ηλίας, Μaricela και Δανάη Eréndira
[Αν έχετε κουράγιο, διαβάστε και τη 2η επιστολή, μετά τις φωτογραφίες.]
Γεια σας και πάλι, από την Κόστα Ρίκα!
Απόγευμα και εμπύρετη βόλτα στη Fortuna. Σήμερα είναι η γιορτή της νταλίκας: δεκάδες φορτηγατζήδες περνούν κυκλικά γύρω από την αρένα για τις ταυρομαχίες και χτυπούν δαιμονισμένα τα κλάξον. Λατινοαμερικάνικο kitsch… Μπαίνουμε στο redondel –έτσι λένε εδώ την αρένα-, όπου γίνεται rodeo (ροδέο το λένε εδώ). Ενθουσιάζομαι, γιατί εδώ η νομοθεσία απαγορεύει τη θανάτωση του ταύρου. Πρόκειται, λοιπόν, όπως είχε πει και ο Ernest o Hemingway, για μία επί ίσοις όροις πάλη ανάμεσα στα στοιχεία της Φύσης: τον άνθρωπο και τον ταύρο. Μόνο όργανο εδώ είναι το λάσσο, και σύντροφος του ανθρώπου το άλογο. Ενάντιά τους, ζευγάρι μαύρα, γυαλιστερά κέρατα, και τέσσερεις οπλές. Είναι η καθαρότερη μορφή λατρείας του Μινώταυρου: Tα ταυροκαθάψια, που οι Μινωίτες μετέφεραν ως τις τότε νεολιθικές Βαλεαρίδες, κι από ‘κει (μια παρεξηγημένη μορφή) έφτασε ως τη Λατινική Αμερική. Εκτός, όμως, από την Κόστα Ρίκα. Εδώ διατηρήσαν τα γνήσια ταυροκαθάψια. Με κάθε σημαντική κίνηση του ταυρομάχου, η μπάντα παίζει κούμπιες, κι ο κόσμος χορεύει στις κερκίδες. Εγώ, από τον ενθουσιασμό μου έχω ανέβει στα κάγκελα... Δίπλα μου περνάει μία ενθουσιώδης Λατινοαμερικάνα, και φωνάζει: Olé, ándale, olé!, χτυπώντας παλαμάκια στο ρυθμό του flamenco. Οι αρχαίες της ανδαλουσιάνικες ρίζες διακρίνονται έντονα στο πρόσωπό της. Η γη τρέμει κάτω απ’ τις οπλές των ταύρων κι οι αναβάτες σωριάζονται εκεί. Ένας ταυρομάχος κάνει αέρινες, χορευτικές κινήσεις με το κόκκινο πανί.
Στο διπλανό salón de baile έχουν χορό με ζωντανή ορχήστρα. Ένας γέρος ξεδοντιάρης με ψάθινο καπέλο χορεύει με μια μικρούλα, μελαχρινή Nικαραγουανή. Τα πόδια του δεν είναι λυγισμένα λόγω του λικνιζόμενου βήματος που απαιτεί αυτός ο χορός, αλλά λόγω των εκατό χρόνων του και βάλε... Εκείνη επιχειρεί τα βήματα της μοντέρνας βερσιόν, ενώ εκείνος ακολουθεί τα παραδοσιακά. Αταίριαστο ζευγάρι. Συγκινούμαι, όμως, γιατί θυμάμαι την πρώτη φορά που είχαμε χορέψει με τη Maricela, όταν είμαστε 22 χρονών –πριν από εικοσιδύο χρόνια-, κι εγώ ήξερα μόνο το tradicional. Εκείνη ντρεπόταν... Οι θεατές, σαν ένα κύμα θαλάσσιο, ορμούν προς τα ψηλά παράθυρα, βάζουν καρέκλες, σκαρφαλώνουν και παρακολουθούν τα όσα γίνονται έξω. Δίπλα μας έρχεται και κάθεται ένας ξυπόλυτος rasta μ’ ένα τεράστιο μπουκάλι μπύρας Imperial, (μάλλον πρέπει να ‘ναι κανένας ξώμπαρκος Aμερικάνος, που μαύρισε από τον κοσταρικάνικο ήλιο). Μας λέει κάτι σε άπταιστα... espanglish-mekatelyu, κι εμείς νομίζουμε οτι έξω γίνεται καυγάς. Όμως δεν είναι έτσι τα πράγματα. Είναι ο χαζός του χωριού, που προσπαθεί να χορέψει κι ο κόσμος του χτυπάει παλαμάκια. Το πρόσωπό του, σαν μάσκα που της τρέχουν τα σάλια.
Περίπατος στο τοπικό νυχτερινό παζάρι. Μία συμπαθέστατη γριούλα -απόγονος κάποιας ινδιάνας που είχε τρυπώσει σ’ ένα μοναστήρι για να κρύψει τη σοκολατένια της επιδερμίδα, την αμαρτωλή, κάτω από τα ασπρόμαυρα ράσσα, τα καθολικά- πουλάει βοτάνια μαγικά (που 'μαθε στόμα με στόμα από την προγιαγιά της), σε όλα τα χρώματα: μαύρα για το θάνατο και άσπρα για τη θεραπεία. Κόκκινα για τον έρωτα, πράσινα και κίτρινα για τα πνεύματα του νεφελώδους δάσους της βροχής και τη θεά του καλαμποκιού. Βλέπει τα δάχτυλα της Μaricela, και της δίνει ένα μπουκάλι με μαντζούνι από "πιτσιτσίου" -τον παράξενο, κίτρινο και πορτοκαλί καρπό με τα τέσσερα ποδαράκια. -"Είναι για την... αστρίτης, κόρη μου", της λέει, και τα δόντια της λάμπουν στο φως του κεριού που έχει αναμμένο πάνω στον πάγκο της. Μαλλί του καλαμποκιού για τα νεφρά, και zacate de limón για τον βήχα. Σαπούνι από sábila για δέρμα ερωτικό και guarapo -δροσερός χυμός ζαχαροκάλαμου-, που σβήνει το πάθος και τη δίψα. Φὐλλα από garrobo, που τα φορούν οι Νικαραγουανοί σα βραχιόλι στο χέρι, και τους φεύγει η τεμπελιά... Πάρε κι αυτό, για τον άντρα σου, κι εκείνο για τη μάνα του: cucaracha για το 'να, indio pelao για τ' άλλο, με την ευχή μου, κόρη μου, μα γιατi δεν κάνεις κι άλλα δέκα παιδιά, να σ' ευλογήσει ο Θεός;
-«Γιαγιά, γιατί δε λες στον άντρα μου να σου γράψει ένα βιβλίο με τα γιατρικά σου;»
-«Κι αυτό θα γίνει, κόρη μου, όμως μετά το θάνατό μου...»
Επιστροφή στο σπίτι.. Αυτό το ηφαίστειο, το Arenal, αλλάζει συνεχώς τη μορφή του. Συχνά κρύβεται πίσω από μία πυκνή ομίχλη, κι από μέσα της αστράφτει, άλλοτε τα σύννεφα ταξιδεύουν γύρω του –σαν τους δακτύλιους του πλανήτη Κρόνου, αφήνοντας την κορυφή του και τους πρόποδες να διακρίνονται. Άλλες φορές, πάλι, πράσινο και λαμπερό, κι άλλες, αχνή γκρι σκιά σε γιαπωνέζικη ζωγραφική. Και τη νύχτα, η Αφροδίτη κι ο Σείριος μπλέκονται –σαν πυγολαμπίδες- στα κλαδιά του διπλανού δέντρου... Και ο καπνός του αλλάζει: κάποτε βγαίνει κατάμαυρος και φουριόζος, άλλοτε λευκός και απαλός, σαν μανιτάρι, κι άλλες φορές, γκρι με ασημί ανταύγειες. Από την πίσω πλευρά, την ξερή, στα χρώματα του βωξίτη, κόκκινες βρυχώμενες πέτρες κατηφορίζουν απειλητικά, όμως στη μέση της διαδρομής σβήνουν. Γίνονται ένα με τη γη. Η δικά μας πλευρά, είναι η καλυμένη με το καταπράσινο τροπικό δάσος της βροχής με τους κιτρινόμαυρους ιαγουάρους, τα κόκκινα δηλητηριώδη βατραχάκια και τους μπλε παπαγάλους. Αυτό βλέπουμε κι εμείς αυτήν τη στιγμή που σας γράφουμε.
Σαφώς το άμεσο πρόβλημά μας είναι η –προσωρινή, ελπίζω- ανεργία. Πιστεύω οτι οι μεθοδευμένες μου συναντήσεις με τους Yankees και τους Γερμανούς της περιοχής να αποδώσουν. Αλλά και αν αυτό δεν γίνει, κρατάμε την ψυχραιμία μας. Το θέμα είναι όπως έλεγε και ο... αγράμματος να μην πανικοβαλλιζόμαστε! Φυσικά όλα εξαρτώνται από το ΠΟΥ, ΠΩΣ, ΠΟΤΕ θα βρω κάτι. Οι γεωγραφικές συντεταγμένες και τα κονέ της επαγγελματικής μου έρευνας, πιστεύω οτι είναι σωστά, δεδομένου οτι η Fortuna προσφέρει μεγάλη... βιοποικιλότητα τουριστών (Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι...), ενώ τα παράλια περιορίζονται σε.... μονοκαλλιέργειες surf. Και ο προστάτης μου εδώ, είναι το καλύτερο τζιμάνι της πιάτσας: 40 χρόνια ταξιτζής-μοριακός βιολόγος! Τον ξέρουν και οι ηφαιστειογεννείς ανδεσίτες. Το κρίσιμο ερώτημα είναι το ΠΟΤΕ, αφού η εθνική μαντινάδα των ΚοσταρρικαΡΓών είναι:
«Η θειά μου η Αμερσούδα, τρία βρακιά φορεί, ώσπου να λύσ' το ένα, τα δυο τα κατουρεί.»
Νομίζω λοιπόν ότι εκεί θα πρέπει να εστιαστούμε τώρα και όχι σε βιαστικές αποφάσεις αγοράς ή κατασκευής σπιτιού. Αυτό με τον καιρό θα φανεί, όσο μάλιστα μαθαίνουμε καλύτερα πως κινούνται τα πράγματα, οι τιμές και φυσικά πού είναι καλύτερα να βρισκόμαστε από επαγγελματική άποψη. Μία βιαστική επένδυση-αγορά φοβάμαι ότι εγκυμονεί κινδύνους και μετάνοιες στους τοπικούς αγίους. Αυτό θα πάρει λίγους μήνες νομίζω, γιατί η εξοικείωση με τα πράγματα αργεί. Εδώ μάλλον ισχύει το «κάλλιο πέντε και καρτέρει, παρά δέκα και στο χέρι». Ο Αύγουστος μού φαίνεται ότι πρέπει να αφιερωθεί περισσότερο στην αναζήτηση εργασίας, κι όχι τόσο σπιτιού. Άλλωστε το ενοίκιο που έχουμε είναι προσιτό.
Το ζήτημα της αγοράς σπιτιού, όμως, δεν εξαρτάται από την βιασύνη μας. Απλά θέλουμε ένα ακίνητο, να ακινητοποιηθούμε κι εμείς, μια που οι πάντες εδώ αδρανούν. Όσο για την επιφάνεια του τωρινού μας σπιτιού, αυτή αποτελεί τον άγνωστο Χ της περίπλοκης αυτής εξίσωσης που έχουμε θέσει στη ζωή μας, αφού εδώ οι αποστάσεις καθορίζονται από το «έπαέ», οι διαστάσεις από το... «τόοοσο δα», και ο χρόνος από το «ahorita & despuesito», που ορίζουν την αέναη ευθεία από το big bang μέχρι τη συρρίκνωση του σύμπαντος. Ανάμεσα σε αυτές τις συντεταγμένες της μη ευκλιδείου γεωμετρίας τοποθετείται και το διαμέρισμά μας. Η κρεββατοκάμαρά μας, πάντως, θα χωρούσε και μία Γιαπωνέζα για να κοιμηθεί στο πόδι, σαν σκουπόξυλο πίσω από την πόρτα. Ο υπόλοιπος χώρος υπερκαλύπτεται από το διάνυσμα του τόξου της. Άλλωστε, απλά το νοικιάζουμε. Αυτό που θα αγοράσουμε, θα είναι πολύ καλύτερο.
Εδώ, στη κοσταρρικάνικη γειτονιά μας, έχουμε ένα δέντρο, κάτω από το οποίο τηρούνται με καθολική ευλάβεια τα νικαραγουανοκολομβιανά ιερά και όσια των borrachos με την μπουκάλα μπύρας στο χέρι, αλλά τα πράγματα είναι ασύγκριτα ηπιότερα. Τις προάλλες, όμως, που περνούσα, ένας απ’ αυτούς ήρθε απειλητικά προς το μέρος μου, ψελλίζοντας κάτι στη νικαραγουάνικη διάλεκτο. Μέσα μου ξύπνησε η θλίψη και η οργή που μου άφησε το γεγονός οτι η δική μου χώρα δεν μου προσφέρει -πλέον- ούτε ποιότητα ζωής, ούτε ασφάλεια. Δεν ξέρω, λοιπόν, πώς μου ‘ρθε και σήκωσα μία πέτρα, του φώναξα: «¡Te largás o te parto el coco – Ξεκουμπίσου, γιατί θα σου σπάσω το κεφάλι!» και την πέταξα στα πόδια του, διατρέχοντας τον κίνδυνο να μου επιτεθεί με στιλέτο. Όμως, εκείνη τη στιγμή, δεν έβλεπα τίποτα μπροστά μου. Την επόμενη μέρα που ξαναπέρασα, με αναγνώρισαν! –«Señor, ¿cómo ameneció? – Καλημέρα σας, κύριε!» Κάλλιο να σε φοβούνται, παρά να σε λυπούνται, έλεγε η γιαγιά μου η Τενέδια. Έτσι είναι η Λατινική Αμερική: Χρειάζεται θάρρος.
Το καλό είναι ότι η Δανάη την βρίσκει στο σχολείο, και ίσως σύντομα θα γνωρίσει, όπως και εμείς, ενδιαφέροντες ανθρώπους. Το κακό, όμως, είναι οτι εδώ στο σχολείο δεν γίνεται σπουδαία δουλειά, και πολλά από τα παιδιά προέρχονται από οικογένειες με έντονα προβλήματα. Έτσι, ακολουθούμε το ρητό: «μάθε τέχνη κι άστηνε...» και παίζουμε με την Maricela τον τριπλό ρόλο του γονιού-δασκάλου-φίλου για την Δανάη.
Τελικά, βρήκαμε κι αγοράσαμε ένα σπίτι που μας ικανοποιεί απόλυτα!
Λοιπόν, τα πράγματα έχουν ως εξής: Η περιοχή της Fortuna, είναι η ισχυρότερη τουριστικά σε όλη την Κόστα Ρίκα. Εδώ βρίσκεις τουριστικά γραφεία, ξενοδοχεία και φροντιστήρια ξένων γλωσσών (λίγα, βέβαια, αλλά τουλάχιστον υπάρχουν). Αντίθετα, στο Guanacaste, δηλ. στις παραλίες του βόρειου Ειρηνικού Ωκεανού -όπου είναι εξ ίσου πανέμορφα, όπως κι εδώ- ο τουρισμός περιορίζεται στο surfing, και η κάθε παραλία διαθέτει λιγότερα ξενοδοχεία απ' ότι η Fortuna. Υπάρχει, για παράδειγμα, ένα ξενοδοχείο στην Playa Hermosa του Guanacaste, το οποίο συγκεντρώνει VIPS απ' όλον τον κόσμο (Sofia Lauren -παλαιότερα- και ο γιος του Julio Iglesias -σήμερα-) και θεωρείται ισχυρότερο από το Tabacón -που έχουμε εδώ-, όμως η σκέψη μου είναι η εξής: αν για οποιονδήποτε λόγο δεν βρω δουλειά εκεί, ή βρω και μετά με απολύσουν, οι δυνατότητές μου θα είναι περιορισμένες και οι αποστάσεις για οποιαδήποτε μετακόμιση, αρκετά μακρινές. Επιπλέον, από τώρα μέχρι και τα τέλη Νοεμβρίου διανύουμε τη χαμηλή τουριστική περίοδο και τα τέλη της σχολικής χρονιάς, κι έτσι οι επιχειρήσεις δεν δέχονται νέους συνεργάτες. Επίσης, το ευρώ -λόγω των ευρωπαϊκών προβλημάτων- παρουσιάζει ραγδαία κάθοδο. Έτσι, και σύμφωνα με τις συμβουλές του Γενικού Διευθυντή της Εθνικής Τράπεζας της Κόστα Ρίκα -με τον οποίον έχουμε αναπτύξει μία πολύ καλή επαγγελματική σχέση (αργότερα θα μαλώσουμε, γιατί θα μου φερθεί ρατσιστικά, και θα απαιτεί να του δηλώνω τον ακριβή σκοπό των χρηματικών μου αναλήψεων)-, εάν αφήσουμε τα χρήματά μας ανεκμετάλλευτα, κινδυνεύουμε να χάσουμε ένα σημαντικό μέρος τους.
Η Fortuna, όμως, δυστυχώς, είναι μία πανάκριβη περιοχή -σαν τη Σαντορίνη-, όπου σπίτια μικρότερα από αυτό που είχα εγώ στην Αθήνα κοστίζουν πολύ περισσότερο από το δικό μας budget. Από την άλλη πλευρά, η Μaricela δεν θέλει ούτε ν' ακούσει για τη Santa Clara, γιατί αισθάνεται ότι δεν θα μπορέσει να διατηρήσει τις ισορροπίες καλών σχέσεων που μέχρι τώρα διατηρούμε με την οικογένειά της. Ούτε και η Eréndira θέλει να μείνει εκεί, γιατί... της βρωμάνε τα ζώα που εκτρέφει ο κουνιάδος μου μέσα στό ίδιο αγρόκτημα όπου θα χτίζαμε εμείς. Εγώ, πάλι, θα ήθελα να αποφύγω εκείνη την καθημερινή αναμονή των συγκοινωνιών με το αβέβαιο ωράριο, έτσι ώστε να μπορώ να εναλλάσσω εύκολα εργασίες μέχρι να βρω εκείνη που θα μου ταιριάζει απόλυτα. Και μέσα σ' όλα αυτά, ο ιδιοκτήτης του σπιτιού που νοικιάζουμε εδώ στην Fortuna -με τον οποίον έχουμε δημιουργήσει μία σχέση φιλίας-, μου συνέστησε έναν κατασκευαστή, ο οποίος χτίζει αυτήν την εποχή ένα σπίτι ακριβώς όπως το θέλουμε εμείς, αλλά λόγω οικονομικών προβλημάτων το σκοτώνει όσο--όσο, δηλαδή 34.000 ευρώ! (Κι αυτό, γιατί έχασα 3.500 ευρώ με μία ολίσθηση που παρουσίασε η διεθνής χρηματαγορά.) Το σπίτι βρίσκεται στην καλύτερη περιοχή της Fortuna, μία καταπράσινη εξοχική συνοικία -πάντοτε με θέα προς το ηφαίστειο- στην οποία μένουν πολλοί ιδιοκτήτες του τοπικού επιχειρηματικού κόσμου, γιατροί, δικηγόροι, κλπ..., και διαθέτει 2 κρεβατοκάμαρες, 1 καθιστικό (αρκετά άνετο για να σας φιλοξενήσουμε όταν έρθετε να μας δείτε), μία κουζίνα, ένα μπάνιο και έναν χώρο πλυσίματος ρούχων καλυμένο. Συνολικά, το σπίτι είναι 67,5 τ.μ. κατοικήσιμος χώρος σύν 9 μ. καλυμμένη και πλακόστρωτη αυλή σε 200 τ.μ. οικόπεδο, δηλ. άλλα 124 τ.μ. κήπου, όπου μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν δικό μας μικρό βοτανικό κήπο με τροπικά φαρμακευτικά φυτά και άλλα εδώδιμα... αποικιακά, που να βασίζεται στην αειφόρο ανάπτυξη!... Δίπλα βρίσκεται ένας μικρός δρυμός μ' ένα ποταμάκι! Την Τρίτη λοιπόν, υπογράφουμε, κι όπως είπε και η Δανάη, θα γίνουμε κι εμείς... Fortunάκηδες, κι επειδή το ηφαίστειο βροντάει πολύ, θα γίνουμε και... Βροντάκηδες -σαν την ταινία της Α. Βουγιουκλάκη! Όλος ο κόσμος εδώ μας λέει οτι αυτό είναι μία πολύ καλή επένδυση, γιατί αυτά τα σπίτια με οικόπεδο κοστίζουν από 35.000.000 έως 50.000.000 κολόνες (1 euro = 645 - 675 colones), ανάλογα με την ποιότητα κατασκευής, κλπ. Ανά πάσα στιγμή, εάν θέλουμε να μείνουμε σε άλλο μέρος, μπορούμε να το νοικιάσουμε σε ξένους ή και να το πουλήσουμε πανάκριβα. Επίσης, αγοράσαμε τα έπιπλα! Φανταστικά κομάτια αποικιακής ρουστίκ τέχνης από πεύκο Χιλής -ένα είδος araucaria που φύεται στην Παταγονία και δίνει εξαιρετικό φυσικό άρωμα στο δωμάτιο, σε συνδυασμό με άλλα, πολύ μοντέρνα από γυαλί και δερματίνη, σε όμορφα χρώματα που δεν... τσιρίζουν -όπως λέμε εδώ... Όλα αυτά μας ανέβασαν κάπως την ψυχολογική μας κατάσταση.
Τον υπόλοιπο χρόνο μας, τον περνάμε ανάμεσα σε μικροεκδρομούλες στο χωριό της γιαγιάς, στο διαδίκτυο, σε σύντομες συνομιλίες με τους ντόπιους (από μακριά για ν' αγαπιόμαστε, όπως λέει και η παροιμία) και στο National Geographic Channel της δορυφορικής τηλεόρασης που εγκαταστήσαμε, με τα 117 κανάλια.
Αυτό το e-mail σας το γράψαμε με δύο διακοπές: μία μισάωρη και μία δεκαπεντάλεπτη, γιατί το ηφαίστειο έκανε τόσο ισχυρές εκρήξεις, που ο θόρυβος μας έκανε να πεταχτούμε έξω από το σπίτι, όπου καθήσαμε στην αυλή και βλέπαμε τη λάβα να στάζει από τη μία πλαγιά του βουνού, βάφοντας τα σύννεφα ροζ. Η αποψινή βραδιά είναι τόσο όμορφη, με τον ουρανό σκούρο μπλε, γεμάτο άστρα, και κάνει τέτοια ζέστη, που τα δέντρα γύρω απ’ το ηφαίστειο είναι γεμάτα με πυγολαμπίδες, και λάμπουν σαν χριστουγενιάτικα έλατα!... Σε λίγο θα πάμε να φάμε κέϊκ σοκολάτας και να πιούμε λατινοαμερικάνικο κακάο. (Από εδώ μας ήρθαν αυτοί οι δύο θησαυροί στην Ευρώπη.) Στην κοινωνία των ινδιάνων Μάγιας, στο Μεξικό, το κακάο ήταν το αφροδισιακό ποτό των ευγενών...
Βράδυ 14 Σεπτεμβρίου 2010. Κοσμοσυρροή με αναμμένα φαναράκια στους δρόμους της Fortuna του San Carlos. Σαν εκείνο το βράδυ της 14ης Σεπτεμβρίου του 1821, που η Dolores Bedoya έτρεχε στους λιθόστρωτους δρόμους της ισπανικής αποικίας της Antigua Γουατεμάλα, μ’ ένα φανάρι στο χέρι, κι έψαχνε κρυφά όσους θαρραλέους θα την συντρόφευαν έξω απ’ το Cabildo –το διοικητήριο της ισπανικής φρουράς- για να διεκδικήσουν την ανεξαρτησία της Κεντρικής Αμερικής από το ισπανικό στέμμα. Ο πόλεμος για τους λευκούς κατακτητές από την Ευρώπη είχε πλέον χαθεί. Θα έπρεπε να εγκαταλείψουν τις haciendas –τα λατιφούντια και τα τσιφλίκια τους, όπου με τον σταυρό-σπαθί στο χέρι βίαζαν επί πεντακόσια χρόνια το σώμα και την ψυχή των ινδιάνων... "Viva la Patria", "Viva la Libertad", φώναζαν στους δρόμους, κι η φωνή τους διέσχισε τις ζούγκλες του Μεξικού, της Γουατεμάλας, του Σαλβαδόρ, της Ονδούρας και της Νικαράγουας, για να φτάσει –μετά από τρία χρόνια-στην Κόστα Ρίκα, γραμμένη πάνω στο μπλέ, το λευκό και το κόκκινο –τα χρώματα της Γαλλικής Επανάστασης που τους ενέπνεαν. –«Viva la Paz – Ζήτω η Ειρήνη» μου λέει η Vilma, και επαναφέρει τη σκέψη μου στην υπαίθρια γιορτή. Ένα Datsun στολισμένο με κλαδιά φοινικιάς, μεταφέρει μία ομάδα Αφρικανών της Καραϊβικής, που χορεύουν στο ρυθμό του calypso. Ακολουθούν οι diablitos –μασκαρεμένοι που αναπαριστούν τα ινδιάνικα πνεύματα του δάσους, τις μάγισσες των Ισπανών και τον... Barack Obama! Να κι ο Juan Santamaría, ο ανύπαρκτος ήρωας που πολέμησε ενάντια στους filibusteros –τους «πειρατές της ξηράς». Ένα πρόσωπο που εφηύραν οι ιστορικοί του παρελθόντος, για να κατορθώσουν την ένωση των 7 επαρχιών της χώρας, αλλά κυρίως για να «λευκάνουν» τη μιγαδική επιδερμίδα του λαού της Κόστα Ρίκα.
Στο αγροτόσπιτο της Santa Clara, η Doña Soleida –η πεθερά- μας εκμυστηρεύεται οτι όση ώρα λείπαμε, μία πυγολαμπίδα είχε μπει από την ξύλινη χαραμάδα. Αμέσως κατάλαβε οτι το φως εκείνο ήταν μία περιπλανώμενη ψυχή, που για κάποιον λόγο ήθελε να την προειδοποιήσει... Την επόμενη μέρα μάθαμε οτι πέθανε ο γιος της Modesta –της Νικαραγουανής γειτόνισσας- 35 χρονών, από ελονοσία. Λατινοαμερικάνικη ψυχεδέλεια!...
Κυριακή κι εκπαιδευτική εκδρομή με τον Ερυθρό Σταυρό στην Hacienda Cerro Chato. Εκεί θα μάθουμε στοιχεία επιβίωσης στους τροπικούς: αντίδοτα της φυσικής φαρμακευτικής, αναγνώριση των επικίνδυνων ειδών της τοπικής πανίδας και εξάσκηση της φυσικής μας κατάστασης για αναγκαστικές διανυκτερεύσεις στη ζούγκλα. Οι οδηγοί μας κρατούν κίτρινα, φωσφορίζοντα σχοινιά, σφιχτά τυλιγμένα γύρω από τους πελώριους πρασινισμένους κορμούς της υπεραιωνόβιας ceiba –του ιερού δέντρου που έφεραν πριν από πέντε αιώνες οι Αφρικανοί σκλάβοι από την χαμένη τους πατρίδα- κι εμείς κατεβαίνουμε κρεμασμένοι από αυτά, στην απότομη πλαγιά του καταρράκτη. Για τους τουρίστες, η μόδα του rappelling είναι κάτι το σχετικά καινούριο. Όμως για τους ντόπιους είναι το μόνο μέσον μετακίνησης μέσα στο πυκνό τροπικό δάσος της βροχής. Κάτω, η άβυσσος, κι εκεί, στο βάθος, σαν μάτι γαλανό, μία λίμνη. (Μία μαύρη, τριχωτή αράχνη περπατάει πάνω στο κίτρινο-ριγέ σχοινί.) Καταιγίδα, κολύμπι, μασάζ και τροπικά, αρωματικά φρούτα μέσα στα πρασινογάλαζα, διαφανή νερά του καταρράκτη.
Ξαφνικός πανικός!... Μας ειδοποιούν με τα walkie talkie (τα κινητά εδώ δεν έχουν σήμα), ότι από την κορυφή κατεβαίνει μία «κεφαλή νερού». Κίνδυνος-θάνατος! Ξεριζώνει δέντρα και παρασύσει ολόκληρα κοπάδια στο πέρασμά της... Τρέχουμε στο καταφύγιο. Έξω έχει «ηλεκτρική καταιγίδα». Πρόκειται για ένα φυσικό φαινόμενο νότια του Τροπικού του Καρκίνου, που μπορεί να μας σκοτώσει ακαριαία! Ο ουρανός έχει καλυφθεί από βαριά, μολυβένια σύνεφα cúmulo-nimbos. Στο καταφύγιο, αποσυνδέουμε κάθε ηλεκτρική συσκευή και σβήνουμε τα φώτα. Στο σκοτάδι, ένας ένας, φωνάζουμε τα ονόματά μας, για να καταμετρηθούμε. Κάποιος δεν απαντά... Ένας οδηγός, με κίνδυνο της ζωής του, βγαίνει στην καταιγίδα να τον ψάξει. Οι κεραυνοί σχίζουν χιαστί την ατμόσφαιρα, ενώ δεν βρέχει καθόλου. Εκκωφαντικός θόρυβος. Μας καθοδηγούν να μην αγγίζουμε τίποτα το μεταλλικό, κυρίως τα κάγκελα των παραθύρων, τις βρύσες και τις ομπρέλες. Δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε ούτε καν με τα walkie talkie, επειδή η κεραία θεωρείται επικίνδυνη: Μπορεί να προσελκύσει τους κεραυνούς που πέφτουν με συχνότητα τρεις το λεπτό. Μετά από μία ώρα εγκλωβισμού και 7 ώρες πεζοπορίας, επιστροφή στην Fortuna μας.
Είναι βράδυ, και θα πάμε με ξαδέρφια και φίλους σε ένα σημείο κοντά στο ηφαίστειο, όπου υπάρχουν φυσικές πισίνες από ανδεσίτη και άλλλα πετρώματα, στις οποίες θα κολυμπήσουμε σε θερμά λουτρά, φωτισμένα με μπέ και πράσινα χαλαρωτικά φώτα spot, τα οποία βγαίνουν -σαν ακτίνες- ανάμεσα από την τροπική βλάστηση και αποτυπώνουν τους φοίνικες πάνω στους υδρατμούς της ατμόσφαιρας. Μέσα στις πισίνες υπάρχουν πλωτά μπαράκια, και γύρω-γύρω ζωντανή μουσική. Το ωραίο είναι οτι εδώ ο κόσμος παίρνει μαζί του τα ΒBQ, κι έτσι θα ψήσουμε μεξικάνικα snacks.
Pura vida, λοιπόν!
Αυτή είναι η βασική λέξη για να επιβιώσει κανείς γλωσσικά στην Κόστα Ρίκα. Είναι το έμβλημα της χώρας, το συναντά κανείς τυπωμένο στα μπλουζάκια και στις καρτ ποστάλ, και δείχνει την ψυχική και συναισθηματική κατάσταση ενός ολόκληρου λαού. Δεν το χρησιμοποιούν σε καμία άλλη χώρα της Λατινικής Αμερικής. Είναι κάτι σαν το “duende” του flamenco. Κατά λέξη σημαίνει: "σκέτη ζωή" (θα έχετε ακουστά οτι η Κόστα Ρίκα συγκαταλέγεται ανάμεσα στις χώρες με τα μεγαλύτερα ποσοστά ευτυχίας στην καθημερινότητα του λαού. Δεν ξέρω με ποιες παραμέτρους έχει καταμετρηθεί αυτό, αλλά πιστεύω ότι η φύση, σε συνδυασμό με τους ήρεμους ρυθμούς μπορεί να αποτελούν τα δύο βασικά συστατικά της λατινοαμερικάνικης ευτυχίας.) Pura vida, λοιπόν, σημαίνει επίσης: Ο.Κ., μην ανησυχείς, ευχαριστώ, παρακαλώ, γεια σου. Είναι ένα είδος ιαπωνικού ishin denshin, δηλ. σιωπηλής συνεννόησης. Σημαίνει: "ξέρω τι χρειάζεσαι, σε κατανοώ κι εύχομαι να το πάθεις (όπως θα λέγανε και στην Κύπρο...), αλλά το αφήνω στα χέρια του Θεού (του Καθολικού, φυσικά) και σου συνιστώ να χαλαρώσεις και να αφεθείς έρμαιο της τύχης σου (την οποία μπορείς να προκαλέσεις με τα διάφορα μαντζούνια που θα σου δώσουν οι μάγισσες της περιοχής)....
Pura vida, λοιπόν, αν κι εγώ εδώ έχω ταλαιπωρηθεί λίγο να βρώ δουλειά, όμως οι ντόπιοι με υποστηρίζουν και με καθησυχάζουν, λέγοντάς μου οτι η χαμηλή περίοδος τελειώνει το Νοέμβριο. Ας ελπίσουμε, γιατί τα πάντα μου αρέσουν εδώ, αλλά φοβάμαι λίγο. Αλλά, όπως έλεγε κι η Μαντάμ Σουσού -εκείνη η κυράτσα του Δ. Ψαθά και της ελληνικής... ΤιΒής...- "λεπτά έχουμεν, τρώμε από τα έτοιμα"! Πάντως, οι 31 εταιρείες (ξενοδοχεία, κλπ), στις οποίες έδωσα το βιογραφικό μου, μου απάντησαν με τα καλύτερα λόγια (εκτός από 2), και μου ζήτησαν να περιμένω λίγο. Ἐτσι, προς το παρόν χορταίνουμε με..... λόγια! Εν τω μεταξύ, ξεκινώ μία συνεργασία για την προώθηση του οικοτουρισμού -πράγμα που θα μου προσφέρει όχι τόσα χρήματα, αλλά νέες γνωριμίες κι επαφές-, και θα προσπαθήσω να ξεκινήσω κάποια ιδιαίτερα μαθήματα γλωσσών. Λέω οτι θα προσπαθήσω, επειδή εδώ τα ποσοστά διαζυγίου μεταξύ των μαθητών και των ξένων γλωσσών είναι αρκετά υψηλά, και πολλά από αυτά καταλήγουν και σε ειδεχθή περιστατικά εγκλημάτων κατά της γλώσσας, ακόμη και της ίδιας τους της Μητέρας Ισπανίας...
Βρίσκω, όμως παρηγοριά στα ταξίδια!
Θα σταματήσω εδώ το μονόπρακτό μου. Αυτά είναι τα νέα μας. Ελπίζω να κατανοείτε οτι η πολυλογία μου και το πρωθύστερο σχήμα της αφήγησής μου οφείλεται στο μαγικό ρεαλισμό που πνέει στη λατινοαμερικάνικη ατμόσφαιρα...
Καληνύχτα σε όλους στην Ελλάδα... Αυτή η καληνύχτα μου έχει χροιά πικρίας, εφ όσον τα νέα που λαμβάνω από την Αθήνα είναι τόσο λαμπρά κατάμαυρα!... Εδώ, στις ειδήσεις παρουσιάζουν πόσο βουλιάζει καθημερινά η Ελλάδα, μέσα στο βούρκο που η ίδια δημιούργησε... Σαν τη Βενετία, κι αυτή, μια εξεζητημένα ντυμένη γριά που σαπίζει μέσα στα κουρέλια της Αρχαιότητάς της.
Να είστε όλοι καλά και να μας γράφετε. Θα χαιρόμαστε να μαθαίνουμε νέα σας. Χαιρετίσματα και φιλιά
Ηλίας, Μaricela και Δανάη Eréndira
[Αν έχετε κουράγιο, διαβάστε και τη 2η επιστολή, μετά τις φωτογραφίες.]
Κάπου ανάμεσα στην Καραϊβική και στον Ειρηνικό, 1988
Γειά σας!
Μόλις τώρα καταφέραμε να βρούμε λίγο ελεύθερο χρόνο, κι έτσι μπορούμε κι εμείς να έχουμε νέα σας από την Ελλάδα.
Το αεροπορικό ταξίδι μας ήταν πολύ καλό, αλλά κουραστικό, μετά από την απίστευτη δουλειά που είχαμε κάνει εδώ και τόσους μήνες για να κατορθώσουμε αυτήν τη μεγάλη αλλαγή στη ζωή μας. Όμως άξιζε τον κόπο... Αμέσως μόλις φτάσαμε στην Κόστα Ρίκα, αισθανθήκαμε τη διαφορά της ποιότητας ζωής: φυσικό περιβάλλον, ήρεμοι άνθρωποι κι ευγενικοί, πεντανόστιμα φαγητά...
Βέβαια, ακόμη βρισκόμαστε σε μία κατάσταση αποχαύνωσης, λόγω του τζετ-λαγκ και του πολιτισμικού σοκ, και περιοριζόμαστε στο να θαυμάζουμε τα χρώματα και τα αρώματα της τροπικής γης -σαν χαζοαμερικανάκια- και να φωτογραφίζουμε ακόμη και τα ποτά που μας σερβίρουν -σαν Γιαπωνέζοι.
Στο σπίτι της Maricela όλοι ήταν πρόθυμοι να μας βοηθήσουν στο κάθε τι, κι έτσι γρήγορα (αλλά όχι εύκολα) νοικιάσαμε ένα τριάρι διαμέρισμα στην πόλη La Fortuna de San Carlos το μήνα και με θέα στο Arenal -το πιο όμορφο ηφαίστειο της Κεντρικής Αμερικής- το οποίο μας υποδέχτηκε με μία εντυπωσιακή έκρηξη.
Το σπίτι που μας είχε νοικιάσει η οικογένεια πριν ακόμη έρθουμε εδώ, ήταν μεν τεσσάρι (πράγμα που εμείς, βέβαια δεν χρειαζόμαστε), αλλά ήταν από... συμπιεσμένο χαρτόνι!!!!.... Είναι καλή οικογένεια –οι καημένοι- αλλά λίγο.... γκάου! Μόλις το είδa, έφριξa! –«Εγώ δεν μένω σ’ αυτήν τη σπηλιά!», έλεγa και βγήκa έξω τρέχοντας. Κοιμηθήκαμε για... πρώτη φορά, μετά από τρεις ολόκληρες ημέρες!
Και την επόμενη συνάντησα δύο στελέχη τουριστικών μονάδων, για να συζητήσουμε για δουλειές. Μου πρόσφεραν μία ενδιαφέρουσα θέση διευθυντή ξενοδοχείου, όμως τα λεφτά μάς φάνηκαν λίγα και την απορρίψαμε. Ακόμη μου πρότειναν θέση εκπροσώπου τουριστικού οργανισμού στις διεθνείς εκθέσεις, με ένα ταξίδι το μήνα σε Ευρώπη, Αμερική και Ιαπωνία. Αλλά, τίποτα δεν είναι σίγουρο. Είναι η χαμηλή τουριστική περίοδος, και η χώρα μόλις προ ολίγου βγήκε από μία οικονομική κρίση. Καλά τα κατάφεραν αυτοί... Ανεργία, μόλις στο 4%. Έχουμε καιρό για να ψάξουμε κάτι καλό πιο υπομονετικά.
(Έξω απ’ το γραφείο περνάει ένα ζευγάρι ινδιάνων guatuso, από το Palenque del Sol. Έτσι ονομάζουν το χωριό τους: «Καλύβα του Ήλιου». Εκείνη, φορά παραδοσιακή φούστα με όλες τις αποχρώσεις του μόβ –σαν ορχιδέα- και μπλούζα κοντομάνικη, λευκή και κεντημένη με πολύχρωμα λουλούδια. Στο κεφάλι, μαντίλι τετράγωνο. Εκείνος, με το μαύρο του ριγέ παντελόνι, και guayabera –λευκό πουκάμισο κεντητό με λευκά, γυαλιστερά λουλούδια. Και οι δύο φορούν huaraches, τα ψάθινα σανδάλια της περιοχής. Πρόσωπα ηλιοκαμένα, και χαραγμένα με ρυτίδες, σαν τη γη του καλοκαιριού.)
Τα πράγματα εδώ είναι ακριβότερα απ' ότι υπολογίζαμε (η Λατινική Αμερική δεν είναι Ασία), αλλά πιστεύουμε οτι σιγά-σιγά θα συνηθίσουμε.
Προς το παρόν αισθανόμαστε κάποια ανασφάλεια, μέχρι να χτίσουμε ακίνητο. Έχουμε βρει κάποια όμορφα, αλλά ελέγχουμε την ποιότητα της κατασκευής. (Στον Άγιο Δομήνικο, θα γκρεμιζόταν -πολλά χρόνια αργότερα- όλη η πόλη με τον μεγάλο σεισμό, επειδή το σκυρόδεμα δεν ήταν ενισχυμένο.) Συναντήσαμε μικροπροβλήματα μέχρι να ανοίξουμε τραπεζικό λογαριασμό και να έρθει το έμβασμα, αλλά ευτυχώς αυτά λύθηκαν.
Ευτυχώς που δεν πήραμε μαζί μας τον γάτο, γιατί δεν θα ήταν δυνατόν να τον προσέχουμε. Μας λείπει, όμως...
Τις προάλλες πήγαμε στο San José, την πρωτεύουσα. Απαίσια πόλη: ξεπεσμένη κι επικίνδυνη. Σπίτια σαν οίκοι ανοχής. Μας άρεσε, όμως, πολύ το Μουσείο Επιστημών.
Ακόμη δεν το πιστεύουμε οτι ξυπνάμε με το κελάηδισμα των τροπικών πουλιών και οτι περνάμε τα απογεύματά μας πίνοντας λατινοαμερικάνικο καφέ και παρατηρώντας ιγουάνες, σκίουρους και πυγολαμπίδες στο απογευματινό τοπίο...
Η οικογένεια εδώ δεν με συμπάθησαν όλοι, κι εγώ αισθάνομαι το ίδιο για εκείνους. Είμαστε εντελώς διαφορετικοί στη νοοτροπία.
Είναι Σάββατο, 07:00 η ώρα το πρωί, και παίρνουμε το πρωινό μας στο σπίτι μίας θείας, που μας φιλοξενεί στην Heredia –μία αποκιακή πόλη με όμορφα κτίρια του ισπανικού νεοκλασικισμού και του ρομαντισμού του 18ου αι. Η ατμόσφαιρα μυρίζει φρεσκοκομμένο καφέ και το τραπέζι είναι γεμάτο με tortillas από καλαμπόκι, αβοκάντο, χυμούς φρούτων σε διάφορα χρώματα, ρύζι τηγανητό με αυγό και πουρέ από μαύρα φασόλια, τυρί σπιτικό από το Zarcero –την ορεινή περιοχή της κεντρικής Κόστα Ρίκα, που μέσα από την μόνιμη ομίχλη της, μοιάζει με την Ελβετία. Αυτός είναι, άλλωστε, ένας από τους λόγους που η Κόστα Ρίκα ονομάζεται και «Ελβετία της Κεντρικής Αμερικής. Ο άλλος λόγος είναι η πολιτικά ουδέτερη θέση της στα διεθνή τεκταινόμενα και η σταθερή και ειρηνική κοινωνική της κατάσταση. Το στόμα της θείας πάει ροδάνι, αλέθοντας τα κοσταρρικάνικα «ρρρρ ρρρ ρρ ρ», ενώ η τηλεόραση παίζει ινδικό, «μπολυγουντιανό» σήριαλ, μεταγλωτισμένο στα ισπανικά. Από την κουζίνα ακούγεται το πλυντήριο: έχουν βάλει στον κάδο κομμάτια και σπόρους από το φρούτο papaya για να αποξηράνουν, και ο ήχος τους –«τσίκι-τσικ, τσίκι-τσικ», δημιουργεί ένα μουσικό ακομπανιαμέντο στο στυλ της cumbia –του αφροαμερικάνικου χορού των σκλάβων της Καραϊβικής...
Έχω απομακρυνθεί από το τραπέζι και ατενίζω αυτά που έχω τώρα, εδώ μπροστά μου: τον αρωματισμένο αέρα από τα παράξενα φαγητά και τις μοβ ορχιδέες, τα φαράγγια μέσα στη ζούγκλα με τις κρεμαστές αχυρένιες γέφυρες, τις ήσυχες μονοκατοικίες με θέα στο ηφαίστειο, τις μουσικές και τις ιστορίες των χωρικών... Είναι τεράστια η διαφορά ζωής με την Ελλάδα. Υπάρχουν, βέβαια, και τα μειονεκτήματα αυτού του τόπου: οι αργές διαδικασίες, οι επικίνδυνοι άνθρωποι της πρωτεύουσας (δεν χρειάζεται να τριγυρνάμε εκεί), ο καθολικός φανατισμός (μακριά από ‘μάς), η ελλειπής πληροφόρηση (ευτυχώς, ψαχνόμαστε πολύ), οι αρχικά χαμηλοί μισθοί (τώρα, ναι, φοβόμαστε!) Όπως, επίσης, υπάρχουν και τα πλεονεκτήματα της Αθήνας: οι ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις, (γίνονται κι εδώ, αλλά η πρωτεύουσα είναι μακριά), οι ευκολίες ταξιδιών στο εξωτερικό (από εδώ είναι πανάκριβα), οι ανέσεις του σπιτιού της πόλης. Διελέγεις και παίρνεις.... Είναι αυτό που έλεγε και ο Γεώργιος Σουρής –το μεγαλύτερο πνεύμα της ελληνικής ποίησης του 19ου και του 20ου αι.:
«Σκατά ο μεν, σκατά ο δε, σκατά ο κόσμος όλος
κι απ’ το πολύ το χέσιμο μου πόνεσε ο κώλος!»
Εμείς, σε αυτήν την την περίοδο μεγάλων αλλαγών της ζωής μας, επιλέξαμε τη Λατινική Αμερική, -την εντυπωσιακή, με τα συν και τα πλην της, που ακόμη λικνίζεται σε ρυθμούς τροπικοὐς.
Εδώ αισθανόμαστε πιο πιο δυνατοί, προκειμένου να επιβιώσουμε. Στο αεροδρόμιο έσπρωχνα δύο καροτσάκια συγχρόνως, φορτωμένα με 12 βαλίτσες των 23 κιλών η κάθε μία! Με είδε μία παρέα Αμερικάνων και μου φώναζαν: -«Hey man! Good work, big guy!»
Το Σάββατο, στις 14 Αυγούστου, όταν η οικογένειά μος μἀς υποδέχτηκε έξω από το αεροδρόμιο, μας πήγαν κατευθείαν με τα jeep σε μία φυτεία ζαχαροκάλαμου, όπου κάναμε πικ-νικ με γλυκά tamales από καλαμπόκι και αχνιστό καφέ. Είχε αρχίσει να ψιχαλίζει, και η φύση μύριζε καταπληκτικά. Μόλις άρχισε η μπόρα, μπήκαμε στα αυτοκίνητα, και ταξιδεύαμε, νύχτα πλέον, προς τη βόρεια Κόστα Ρίκα.
Εκεί, το σπίτι, ετοιμόρροπο, ήταν ο πρώτος μου εφιάλτης. Το βράδυ, κοιμηθήκαμε με τους παράξενους ήχους των geckos, της πράσινης σαύρας με τα ροζ πόδια, που λένε πως ήρθε εδώ –σαν τους πειρατές- με τα καράβια από την Κίνα. Ξημέρωσε, κι οι ιγουάνες, πράσινες και πορτοκαλί, με ουρές μήκους ενός μέτρου, μας περίμεναν πεινασμένες στην πίσω αυλή. Τους ρίξαμε ρύζι με κοτόπουλο για να φάνε, κι αρχίσαμε να ψήνουμε chicharrones (κρέας με τραγανό λίπος) στα κάρβουνα, πίνοντας συνέχεια guaro (ρούμι).
Την επόμενη μέρα εγκατασταθήκαμε στο σπίτι της Seylin, της ανηψιάς-αδελφής της Μaricela (είναι περίεργοι εδώ οι οικογενειακοί δεσμοί, κι ο κοινωνικός ιστός –θα έλεγα-οτι έχει σοβαρά διαρραγεί), αλλά σύντομα φύγαμε κι από ΄κεί, λόγω των οικογενειακών της προβλημάτων. (Τα κουβαλάνε από την εποχή της ισπανικής κατάκτησης και τα συντηρούν με τον καθολικό φανατισμό.)
Ήταν, λοιπόν, αρκετά δύσκολο να βρούμε σπίτι να νοικιάσουμε, αλλλά ο Jorge, ο αδελφός-αδελφός της Μaricela μάς βοήθησε αρκετά, κι έτσι βρήκαμε το διώροφο διαμερισματάκι στην Fortuna με θέα στο ηφαίστειο. Το ηλιοβασίλεμα πίσω από τον κρατήρα μάς καθήλωσε στην πλατεία του χωριού, όπου τα ζευγαράκια έκαναν βόλτες και τα παιδιά έτρωγαν μαλλί της γριάς, ενώ οι γριές κουτσομπόλευαν όλους τους άλλους...
Κόσμος πάει κι έρχεται στο καινούριο μας σπίτι για επισκέψεις. Στο τηγάνι, η γυναίκα του José, ετοιμάζει chalupa con chimichurri –μεξικάνικη πίττα με κρέας και ψιλοκομμένη ντομάτα με κρεμύδι και κόλιανδρο. Μιλούν όλοι μαζί, κι εγώ παρασύρομαι και αρχίζω σιγά-σιγά να μιμούμαι την τοπική προφορά των επαρχιωτών –κάτι σαν τα δικά μας κρητικά. ΄Εως τώρα, είχα μόνο δύο άγνωστες λέξεις: ocursos = αίτηση διόρθωσης προσωπικών στοιχείων σε δημόσιο έγγραφο, και tilapia = είδος ποταμίσιου ψαριού.
Βράδυ πάλι, και τραπέζι με tacos ticos –μεξικανοκοσταρρικάνικο σουβλάκι- σε παραδοσιακό εστιατόριο. Πεντανόστιμα! Με καυτερή σάλτσα. Έξω βρέχει καταρρακτωδώς. Τέμω από το κρύο. Με πηγαίνουν υπερεπιγόντως στο νοσοκομείο, γιατί ακούσαμε οτι στη γύρω περιοχή έχει dengue –ένα είδος ελώδους πυρετού, σαν την μαλάρια.
Πίσω στο σπίτι, με ζεστή σοκολάτα και πάπλωμα. Ετοιμαζόμαστε για επιστροφή στο San Carlos. Εκεί έχω ήδη βρει τη δική μου, προσωπική γωνιά: είναι η γέφυρα Javillos, μέσα στη ζούγκλα, με τους ήχους των πουλιών τουκάν με το πολύχρωμο ράμφος. Εκεί θα σας πάμε για πικ-νικ όταν έρθετε να μας δείτε.
Στα λεωφορεία –κατάλοιπα περασμένων δεκαετιών- πρόσωπα περασμένα δια πυρός και σιδήρου. Μία κυρία μας δίνει χαρτάκια με λουλούδια και μηνύματα από τη Βίβλο. Εγώ διαβάζω το Τρίτο Στεφάνι του Ταχτσή, ενώ το ραδιόφωνο καβουρντίζει merengues, salsas και reggae. Οι νότες μπλέκονται με τους οιδιπόδειους οδυρμούς της κυρά-Εκάβης. Μπροστά, γίνεται καυγάς με τον χαρακτηριστικό, ήπιο, ευγενικό, κατατονικό τρόπο της Λατινικής Αμερικής:
-«Δεσποινίς, συγγγνώμη, αγάπη μου, μήπως ξεχάσατε να πληρώσετε το εισητήριό σας μπαίνοντας;»
-«Μα σας πλήρωσα με όλη μου την ευχαρίστηση μόλις μπήκα από το Tanque…»
-«Α! Συγγνώμη, τότε...»
-«Λοιπόν, θα είχατε, επί τέλους την ευγενή καλοσύνη να μου ανοίξετε για να κατέβω εδώ;»
-«Με όλη τη χαρά της ζωής μου, εάν κι εσείς πρώτα μου είχατε χτυπήσει το κουδούνι...»
-«Μα σας το χτύπησα ήδη. Συμβαίνει κάτι και δεν ακούτε;
-«Συγγνώμη και πάλι.»
-Με όλη μου την ευχαρίστηση....»
Πιο πέρα, ένας Νικαραγουανός μικροπωλητής πουλάει ρολόγια της πεντάρας, κάλτσες και σώβρακα, ενώ συγχρόνως κηρύσσει το λόγο του θεού (όχι του καθολικού, αλλά εκείνου της Εκκλησίας του Ρόδου των Αγίων των Τελευταίων Ημερών του Ιησού, βοήθειά μας). Ο οδηγός θυμώνει και του λέει οτι κόλλησε η βελόνα, ενώ εκείνος αρχίζει να ψέλνει γκαρίζοντας ψυχαναγκαστικά και λέγοντας πως είναι ο εντεταλμένος ποιμένας του Κυρίου. Τότε ο οδηγός του απαντά οτι δεν είναι ποιμένας, αλλά λυκόσκλο... (Το Υ δεν λείπει κατά λάθος. Είναι μία προσπάθεια μεταφοράς της επαρχιώτικης ισπανικής...)
Στο σπίτι της πεθεράς και πάλι. Η Αιμίλια. Για την ιστορία της, τη διαβάστε το βιβλίο μου: ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΤΑΞΙΔΙΩΝ ΣΕ ΦΥΛΛΛΑ ΜΠΑΝΑΝΙΑΣ, ΕΚΔ. ΡΟΕΣ, ΑΘΗΝΑ 2007.
Πυρετός και πάλι. 39,5 ! Έχω πάρει μαντζούνια της πεθεράς και φάρμακα του γιατρού. Πήγα σε γιάτρισσες και σε σαμάνους. Κανείς δεν μου λέει τι έχω. Θα πρέπει να είναι ένα χαρμάνι από... ελονοσία, τύφο, bilharzia και κίτρινο πυρετό, με βήχα από φυματίωση, συμπτώματα λέπρας, διάρροια του embola... Παραληρώ και θυμάμαι τις επαφές μου στην πρωτεύουσα με τις δημόσιες αρχές. Καμία σύγκριση με την Ελλάδα. Εδώ, βέβαια, είναι πολύ αργοί, αλλά είναι απίστευτα ευγενικοί και τρομερά εξυπηρετικοί. Μόνο που πρέπει κανείς να τους παρακολουθεί από κοντά, γιατί κάνουν πολλά λάθη. Έγραψαν λάθος μόνο (!) τον αριθμό του διαβατηρίου μου, το επώνυμό μου, το όνομα του πατέρα μου και της μητέρας μου, κι έτσι συναντώ τον... Αττικάρχη του... San José, για να λύσει το μυστήριο της... διπλής μου προσωπικότητας. Το γραφείο του στο Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας θυμίζει αστυνομικό τμήμα βασανιστηρίων του Fidel Castro στην Κούβα: τοίχοι ξεφλουδισμένοι –πρώην βαμμένοι μπλέ, λευκοί και κόκκινοι, σαν τη σημαία που εμπνεύστηκαν από τη Γαλλική Επανάσταση-, πλακάκια σπασμένα στο πάτωμα, ξύλινο ταβάνι με τρύπες, ένα κουτσό γραφείο, μία μόνο καρέκλα (κουτσή κι αυτή –για να ταιριάζει με το γραφείο• μόνο που κουτσαίνουν από διαφορετικές πλευρές), και στον τοίχο δύο φωτογραφίες: μία εικόνα του Χριστού που κρατάει στα χέρια του την ίδια του την καρδιά (ανατρίχιασα!...), και η ασπρόμαυρη φωτογραφία κάποιου ένστολου, που απ’ ότι φαίνεται, εδώ του υποκλίνονται. Ο Comandante, με αυστηρό ύφος, μου λέει οτι από το τηλέφωνο του μίλησα άσχημα, όμως εγώ με τον τρόπο μου τον βάζω στη θέση του, λέγοντας οτι ως αρχηγός της αστυνομίας θα έπρεπε να γνωρίζει οτι η προφορά μίας ξένης γλώσσας μπορεί εύκολα να παρερμηνευθεί. Αμέσως γίνεται φιλικός, μου προσφέρει καφέ και αρχίζουμε να μιλάμε για την Ελλάδα.
Η δεύτερη συνάντησή μου με το κοσταρρικάνικου κράτος, ήταν μία τρελή του τμήματος αλλοδαπών, που επέμενε ότι οι μεταφράσεις των πιστοποιητικών μου δεν είναι γνήσιες, και ότι τις έκανα εγώ. Της απάντησα, τότε, οτι έτσι δεν προσβάλλει εμένα, αλλά τη Δημοκρατία της Κόστα Ρίκα, γιατί, πώς είναι δυνατόν, να έχει επικυρώσει ο ίδιος ο Πρόξενος της χώρας τις μεταφράσεις μου; Τόσο χαζός μπορεί να είναι ένας διπλωμάτης της Κόστα Ρίκα; Τότε, βγήκε αμέσως η γενική διευθύντρια του τμήματος, μας ζήτησε συγγνώμη και μας προσέφερε τη δυνατότητα να καταθέσουμε μύνηση στη δημόσια υπάλληλο που μας προσέβαλλε. Εμείς, βέβαια, ευχαριστήσαμε και αρνηθήκαμε. Όμως, πιστεύω οτι αυτό δεν θα συνέβαινε ποτέ σε ελλληνικές δημόσιες αρχές. Μου υπογράμμισαν οτι εγώ, ως ξένος στην Κόστα Ρίκα, έχω ακριβώς τα ίδια δικαιώματα με τους πολίτες, και με παρακάλεσαν να καταγγέλλω κάθε κακή συμπεριφορά και παρατυπία των δημοσίων υπαλλήλων, γιατί έτσι, λένε, θα βελτιωθεί το επίπεδο των υπηρεσιών. Το έχετε ξανακούσει ποτέ αυτό στην Αθήνα; Κάτι τέτοια, μόνο εδώ, στον... τρίτο κόσμο συμβαίνουν!...
Συνέρχομαι από το παραλήρημα με ένα καταπληκτικό τσάι από διάφορα βότανα: χαμομήλι, μαύρο και πράσινο τσάι, τίλιο, μέντα, κανέλα, lemon grass, λουλούδια νεραντζιάς, φύλλα Senn, το βοτάνι που το λένε «δόντι λιονταριού» (ποιος ξέρει τι μάγια προσπαθούν να μου κάνουν εδώ...), ρίζα τζίντζερ κι απ’ το λουλούδι της Jamaica, με τις αναισθητικές ιδιότητες.
Η βροχή και οι εκρήξεις του ηφαιστείου έχουν γίνει πια ρουτίνα...
Τέλος πάντων, τώρα βρίσκομαι σε περίοδο αναμονής τριών μηνών, μέχρι να αποκτήσω την άδεια παραμονής και εργασίας. Πρέπει οπωσδήποτε, όμως, να βρω δουλειά, γιατί έχω αρχίσει να βαριέμαι. Ένα καλό νέο είναι οτι ο Γενικός Διευθυντής του ΕΟΤ της Κόστα Ρίκα διάβασε μέρος των κειμένων που γράφω στα ισπανικά για το μικρασιατικό, και μου είπε οτι έχω ιδιαίτερο στυλ, οτι δεν διακρίνομαι από τους ντόπιους και οτι θα ήθελε μια μέρα να δει τα έργα μου δημοσιευμένα στη Λατινική Αμερική. Το μόνο που με ανησυχεί προς το παρόν είναιμήπως οι μισθοί εδώ είναι τόσο χαμηλοί, όσο μου φαίνονται τώρα, που βρίσκομαι ακόμα στην αρχή. Αλλά, τότε, πως γίνεται, ο αδελφός της Μaricela, που είναι ένας απλός οδηγός τρακτέρ, να έχει καλό αυτοκίνητο, να έχει χτίσει καινούριο σπίτι και να πληρώνει υπηρέτρια; Ας ελπίσουμε. Εγώ, πάντως, δεν θέλω υπηρέτριες. Καμιά φορά, ο κόσμος εδώ είναι υπερβολικός. Ζητάνε πάντα περισσότερα απ’ όσα έχουν, και είναι επιδειξιομανείς. Είναι, βλέπεις, σαν τους Σαντορινιούς, κι αυτοί, με το ηφαίστειό τους και με το νεοπλουτισμό τους. Από γαλατάδες γίνανε ξαφνικά μεγαλοξενοδόχοι...
Θα τα ξαναπούμε σύντομα.
Φιλιά σε όλους,
Ηλίας & Maricela
Γειά σας!
Μόλις τώρα καταφέραμε να βρούμε λίγο ελεύθερο χρόνο, κι έτσι μπορούμε κι εμείς να έχουμε νέα σας από την Ελλάδα.
Το αεροπορικό ταξίδι μας ήταν πολύ καλό, αλλά κουραστικό, μετά από την απίστευτη δουλειά που είχαμε κάνει εδώ και τόσους μήνες για να κατορθώσουμε αυτήν τη μεγάλη αλλαγή στη ζωή μας. Όμως άξιζε τον κόπο... Αμέσως μόλις φτάσαμε στην Κόστα Ρίκα, αισθανθήκαμε τη διαφορά της ποιότητας ζωής: φυσικό περιβάλλον, ήρεμοι άνθρωποι κι ευγενικοί, πεντανόστιμα φαγητά...
Βέβαια, ακόμη βρισκόμαστε σε μία κατάσταση αποχαύνωσης, λόγω του τζετ-λαγκ και του πολιτισμικού σοκ, και περιοριζόμαστε στο να θαυμάζουμε τα χρώματα και τα αρώματα της τροπικής γης -σαν χαζοαμερικανάκια- και να φωτογραφίζουμε ακόμη και τα ποτά που μας σερβίρουν -σαν Γιαπωνέζοι.
Στο σπίτι της Maricela όλοι ήταν πρόθυμοι να μας βοηθήσουν στο κάθε τι, κι έτσι γρήγορα (αλλά όχι εύκολα) νοικιάσαμε ένα τριάρι διαμέρισμα στην πόλη La Fortuna de San Carlos το μήνα και με θέα στο Arenal -το πιο όμορφο ηφαίστειο της Κεντρικής Αμερικής- το οποίο μας υποδέχτηκε με μία εντυπωσιακή έκρηξη.
Το σπίτι που μας είχε νοικιάσει η οικογένεια πριν ακόμη έρθουμε εδώ, ήταν μεν τεσσάρι (πράγμα που εμείς, βέβαια δεν χρειαζόμαστε), αλλά ήταν από... συμπιεσμένο χαρτόνι!!!!.... Είναι καλή οικογένεια –οι καημένοι- αλλά λίγο.... γκάου! Μόλις το είδa, έφριξa! –«Εγώ δεν μένω σ’ αυτήν τη σπηλιά!», έλεγa και βγήκa έξω τρέχοντας. Κοιμηθήκαμε για... πρώτη φορά, μετά από τρεις ολόκληρες ημέρες!
Και την επόμενη συνάντησα δύο στελέχη τουριστικών μονάδων, για να συζητήσουμε για δουλειές. Μου πρόσφεραν μία ενδιαφέρουσα θέση διευθυντή ξενοδοχείου, όμως τα λεφτά μάς φάνηκαν λίγα και την απορρίψαμε. Ακόμη μου πρότειναν θέση εκπροσώπου τουριστικού οργανισμού στις διεθνείς εκθέσεις, με ένα ταξίδι το μήνα σε Ευρώπη, Αμερική και Ιαπωνία. Αλλά, τίποτα δεν είναι σίγουρο. Είναι η χαμηλή τουριστική περίοδος, και η χώρα μόλις προ ολίγου βγήκε από μία οικονομική κρίση. Καλά τα κατάφεραν αυτοί... Ανεργία, μόλις στο 4%. Έχουμε καιρό για να ψάξουμε κάτι καλό πιο υπομονετικά.
(Έξω απ’ το γραφείο περνάει ένα ζευγάρι ινδιάνων guatuso, από το Palenque del Sol. Έτσι ονομάζουν το χωριό τους: «Καλύβα του Ήλιου». Εκείνη, φορά παραδοσιακή φούστα με όλες τις αποχρώσεις του μόβ –σαν ορχιδέα- και μπλούζα κοντομάνικη, λευκή και κεντημένη με πολύχρωμα λουλούδια. Στο κεφάλι, μαντίλι τετράγωνο. Εκείνος, με το μαύρο του ριγέ παντελόνι, και guayabera –λευκό πουκάμισο κεντητό με λευκά, γυαλιστερά λουλούδια. Και οι δύο φορούν huaraches, τα ψάθινα σανδάλια της περιοχής. Πρόσωπα ηλιοκαμένα, και χαραγμένα με ρυτίδες, σαν τη γη του καλοκαιριού.)
Τα πράγματα εδώ είναι ακριβότερα απ' ότι υπολογίζαμε (η Λατινική Αμερική δεν είναι Ασία), αλλά πιστεύουμε οτι σιγά-σιγά θα συνηθίσουμε.
Προς το παρόν αισθανόμαστε κάποια ανασφάλεια, μέχρι να χτίσουμε ακίνητο. Έχουμε βρει κάποια όμορφα, αλλά ελέγχουμε την ποιότητα της κατασκευής. (Στον Άγιο Δομήνικο, θα γκρεμιζόταν -πολλά χρόνια αργότερα- όλη η πόλη με τον μεγάλο σεισμό, επειδή το σκυρόδεμα δεν ήταν ενισχυμένο.) Συναντήσαμε μικροπροβλήματα μέχρι να ανοίξουμε τραπεζικό λογαριασμό και να έρθει το έμβασμα, αλλά ευτυχώς αυτά λύθηκαν.
Ευτυχώς που δεν πήραμε μαζί μας τον γάτο, γιατί δεν θα ήταν δυνατόν να τον προσέχουμε. Μας λείπει, όμως...
Τις προάλλες πήγαμε στο San José, την πρωτεύουσα. Απαίσια πόλη: ξεπεσμένη κι επικίνδυνη. Σπίτια σαν οίκοι ανοχής. Μας άρεσε, όμως, πολύ το Μουσείο Επιστημών.
Ακόμη δεν το πιστεύουμε οτι ξυπνάμε με το κελάηδισμα των τροπικών πουλιών και οτι περνάμε τα απογεύματά μας πίνοντας λατινοαμερικάνικο καφέ και παρατηρώντας ιγουάνες, σκίουρους και πυγολαμπίδες στο απογευματινό τοπίο...
Η οικογένεια εδώ δεν με συμπάθησαν όλοι, κι εγώ αισθάνομαι το ίδιο για εκείνους. Είμαστε εντελώς διαφορετικοί στη νοοτροπία.
Είναι Σάββατο, 07:00 η ώρα το πρωί, και παίρνουμε το πρωινό μας στο σπίτι μίας θείας, που μας φιλοξενεί στην Heredia –μία αποκιακή πόλη με όμορφα κτίρια του ισπανικού νεοκλασικισμού και του ρομαντισμού του 18ου αι. Η ατμόσφαιρα μυρίζει φρεσκοκομμένο καφέ και το τραπέζι είναι γεμάτο με tortillas από καλαμπόκι, αβοκάντο, χυμούς φρούτων σε διάφορα χρώματα, ρύζι τηγανητό με αυγό και πουρέ από μαύρα φασόλια, τυρί σπιτικό από το Zarcero –την ορεινή περιοχή της κεντρικής Κόστα Ρίκα, που μέσα από την μόνιμη ομίχλη της, μοιάζει με την Ελβετία. Αυτός είναι, άλλωστε, ένας από τους λόγους που η Κόστα Ρίκα ονομάζεται και «Ελβετία της Κεντρικής Αμερικής. Ο άλλος λόγος είναι η πολιτικά ουδέτερη θέση της στα διεθνή τεκταινόμενα και η σταθερή και ειρηνική κοινωνική της κατάσταση. Το στόμα της θείας πάει ροδάνι, αλέθοντας τα κοσταρρικάνικα «ρρρρ ρρρ ρρ ρ», ενώ η τηλεόραση παίζει ινδικό, «μπολυγουντιανό» σήριαλ, μεταγλωτισμένο στα ισπανικά. Από την κουζίνα ακούγεται το πλυντήριο: έχουν βάλει στον κάδο κομμάτια και σπόρους από το φρούτο papaya για να αποξηράνουν, και ο ήχος τους –«τσίκι-τσικ, τσίκι-τσικ», δημιουργεί ένα μουσικό ακομπανιαμέντο στο στυλ της cumbia –του αφροαμερικάνικου χορού των σκλάβων της Καραϊβικής...
Έχω απομακρυνθεί από το τραπέζι και ατενίζω αυτά που έχω τώρα, εδώ μπροστά μου: τον αρωματισμένο αέρα από τα παράξενα φαγητά και τις μοβ ορχιδέες, τα φαράγγια μέσα στη ζούγκλα με τις κρεμαστές αχυρένιες γέφυρες, τις ήσυχες μονοκατοικίες με θέα στο ηφαίστειο, τις μουσικές και τις ιστορίες των χωρικών... Είναι τεράστια η διαφορά ζωής με την Ελλάδα. Υπάρχουν, βέβαια, και τα μειονεκτήματα αυτού του τόπου: οι αργές διαδικασίες, οι επικίνδυνοι άνθρωποι της πρωτεύουσας (δεν χρειάζεται να τριγυρνάμε εκεί), ο καθολικός φανατισμός (μακριά από ‘μάς), η ελλειπής πληροφόρηση (ευτυχώς, ψαχνόμαστε πολύ), οι αρχικά χαμηλοί μισθοί (τώρα, ναι, φοβόμαστε!) Όπως, επίσης, υπάρχουν και τα πλεονεκτήματα της Αθήνας: οι ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις, (γίνονται κι εδώ, αλλά η πρωτεύουσα είναι μακριά), οι ευκολίες ταξιδιών στο εξωτερικό (από εδώ είναι πανάκριβα), οι ανέσεις του σπιτιού της πόλης. Διελέγεις και παίρνεις.... Είναι αυτό που έλεγε και ο Γεώργιος Σουρής –το μεγαλύτερο πνεύμα της ελληνικής ποίησης του 19ου και του 20ου αι.:
«Σκατά ο μεν, σκατά ο δε, σκατά ο κόσμος όλος
κι απ’ το πολύ το χέσιμο μου πόνεσε ο κώλος!»
Εμείς, σε αυτήν την την περίοδο μεγάλων αλλαγών της ζωής μας, επιλέξαμε τη Λατινική Αμερική, -την εντυπωσιακή, με τα συν και τα πλην της, που ακόμη λικνίζεται σε ρυθμούς τροπικοὐς.
Εδώ αισθανόμαστε πιο πιο δυνατοί, προκειμένου να επιβιώσουμε. Στο αεροδρόμιο έσπρωχνα δύο καροτσάκια συγχρόνως, φορτωμένα με 12 βαλίτσες των 23 κιλών η κάθε μία! Με είδε μία παρέα Αμερικάνων και μου φώναζαν: -«Hey man! Good work, big guy!»
Το Σάββατο, στις 14 Αυγούστου, όταν η οικογένειά μος μἀς υποδέχτηκε έξω από το αεροδρόμιο, μας πήγαν κατευθείαν με τα jeep σε μία φυτεία ζαχαροκάλαμου, όπου κάναμε πικ-νικ με γλυκά tamales από καλαμπόκι και αχνιστό καφέ. Είχε αρχίσει να ψιχαλίζει, και η φύση μύριζε καταπληκτικά. Μόλις άρχισε η μπόρα, μπήκαμε στα αυτοκίνητα, και ταξιδεύαμε, νύχτα πλέον, προς τη βόρεια Κόστα Ρίκα.
Εκεί, το σπίτι, ετοιμόρροπο, ήταν ο πρώτος μου εφιάλτης. Το βράδυ, κοιμηθήκαμε με τους παράξενους ήχους των geckos, της πράσινης σαύρας με τα ροζ πόδια, που λένε πως ήρθε εδώ –σαν τους πειρατές- με τα καράβια από την Κίνα. Ξημέρωσε, κι οι ιγουάνες, πράσινες και πορτοκαλί, με ουρές μήκους ενός μέτρου, μας περίμεναν πεινασμένες στην πίσω αυλή. Τους ρίξαμε ρύζι με κοτόπουλο για να φάνε, κι αρχίσαμε να ψήνουμε chicharrones (κρέας με τραγανό λίπος) στα κάρβουνα, πίνοντας συνέχεια guaro (ρούμι).
Την επόμενη μέρα εγκατασταθήκαμε στο σπίτι της Seylin, της ανηψιάς-αδελφής της Μaricela (είναι περίεργοι εδώ οι οικογενειακοί δεσμοί, κι ο κοινωνικός ιστός –θα έλεγα-οτι έχει σοβαρά διαρραγεί), αλλά σύντομα φύγαμε κι από ΄κεί, λόγω των οικογενειακών της προβλημάτων. (Τα κουβαλάνε από την εποχή της ισπανικής κατάκτησης και τα συντηρούν με τον καθολικό φανατισμό.)
Ήταν, λοιπόν, αρκετά δύσκολο να βρούμε σπίτι να νοικιάσουμε, αλλλά ο Jorge, ο αδελφός-αδελφός της Μaricela μάς βοήθησε αρκετά, κι έτσι βρήκαμε το διώροφο διαμερισματάκι στην Fortuna με θέα στο ηφαίστειο. Το ηλιοβασίλεμα πίσω από τον κρατήρα μάς καθήλωσε στην πλατεία του χωριού, όπου τα ζευγαράκια έκαναν βόλτες και τα παιδιά έτρωγαν μαλλί της γριάς, ενώ οι γριές κουτσομπόλευαν όλους τους άλλους...
Κόσμος πάει κι έρχεται στο καινούριο μας σπίτι για επισκέψεις. Στο τηγάνι, η γυναίκα του José, ετοιμάζει chalupa con chimichurri –μεξικάνικη πίττα με κρέας και ψιλοκομμένη ντομάτα με κρεμύδι και κόλιανδρο. Μιλούν όλοι μαζί, κι εγώ παρασύρομαι και αρχίζω σιγά-σιγά να μιμούμαι την τοπική προφορά των επαρχιωτών –κάτι σαν τα δικά μας κρητικά. ΄Εως τώρα, είχα μόνο δύο άγνωστες λέξεις: ocursos = αίτηση διόρθωσης προσωπικών στοιχείων σε δημόσιο έγγραφο, και tilapia = είδος ποταμίσιου ψαριού.
Βράδυ πάλι, και τραπέζι με tacos ticos –μεξικανοκοσταρρικάνικο σουβλάκι- σε παραδοσιακό εστιατόριο. Πεντανόστιμα! Με καυτερή σάλτσα. Έξω βρέχει καταρρακτωδώς. Τέμω από το κρύο. Με πηγαίνουν υπερεπιγόντως στο νοσοκομείο, γιατί ακούσαμε οτι στη γύρω περιοχή έχει dengue –ένα είδος ελώδους πυρετού, σαν την μαλάρια.
Πίσω στο σπίτι, με ζεστή σοκολάτα και πάπλωμα. Ετοιμαζόμαστε για επιστροφή στο San Carlos. Εκεί έχω ήδη βρει τη δική μου, προσωπική γωνιά: είναι η γέφυρα Javillos, μέσα στη ζούγκλα, με τους ήχους των πουλιών τουκάν με το πολύχρωμο ράμφος. Εκεί θα σας πάμε για πικ-νικ όταν έρθετε να μας δείτε.
Στα λεωφορεία –κατάλοιπα περασμένων δεκαετιών- πρόσωπα περασμένα δια πυρός και σιδήρου. Μία κυρία μας δίνει χαρτάκια με λουλούδια και μηνύματα από τη Βίβλο. Εγώ διαβάζω το Τρίτο Στεφάνι του Ταχτσή, ενώ το ραδιόφωνο καβουρντίζει merengues, salsas και reggae. Οι νότες μπλέκονται με τους οιδιπόδειους οδυρμούς της κυρά-Εκάβης. Μπροστά, γίνεται καυγάς με τον χαρακτηριστικό, ήπιο, ευγενικό, κατατονικό τρόπο της Λατινικής Αμερικής:
-«Δεσποινίς, συγγγνώμη, αγάπη μου, μήπως ξεχάσατε να πληρώσετε το εισητήριό σας μπαίνοντας;»
-«Μα σας πλήρωσα με όλη μου την ευχαρίστηση μόλις μπήκα από το Tanque…»
-«Α! Συγγνώμη, τότε...»
-«Λοιπόν, θα είχατε, επί τέλους την ευγενή καλοσύνη να μου ανοίξετε για να κατέβω εδώ;»
-«Με όλη τη χαρά της ζωής μου, εάν κι εσείς πρώτα μου είχατε χτυπήσει το κουδούνι...»
-«Μα σας το χτύπησα ήδη. Συμβαίνει κάτι και δεν ακούτε;
-«Συγγνώμη και πάλι.»
-Με όλη μου την ευχαρίστηση....»
Πιο πέρα, ένας Νικαραγουανός μικροπωλητής πουλάει ρολόγια της πεντάρας, κάλτσες και σώβρακα, ενώ συγχρόνως κηρύσσει το λόγο του θεού (όχι του καθολικού, αλλά εκείνου της Εκκλησίας του Ρόδου των Αγίων των Τελευταίων Ημερών του Ιησού, βοήθειά μας). Ο οδηγός θυμώνει και του λέει οτι κόλλησε η βελόνα, ενώ εκείνος αρχίζει να ψέλνει γκαρίζοντας ψυχαναγκαστικά και λέγοντας πως είναι ο εντεταλμένος ποιμένας του Κυρίου. Τότε ο οδηγός του απαντά οτι δεν είναι ποιμένας, αλλά λυκόσκλο... (Το Υ δεν λείπει κατά λάθος. Είναι μία προσπάθεια μεταφοράς της επαρχιώτικης ισπανικής...)
Στο σπίτι της πεθεράς και πάλι. Η Αιμίλια. Για την ιστορία της, τη διαβάστε το βιβλίο μου: ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΤΑΞΙΔΙΩΝ ΣΕ ΦΥΛΛΛΑ ΜΠΑΝΑΝΙΑΣ, ΕΚΔ. ΡΟΕΣ, ΑΘΗΝΑ 2007.
Πυρετός και πάλι. 39,5 ! Έχω πάρει μαντζούνια της πεθεράς και φάρμακα του γιατρού. Πήγα σε γιάτρισσες και σε σαμάνους. Κανείς δεν μου λέει τι έχω. Θα πρέπει να είναι ένα χαρμάνι από... ελονοσία, τύφο, bilharzia και κίτρινο πυρετό, με βήχα από φυματίωση, συμπτώματα λέπρας, διάρροια του embola... Παραληρώ και θυμάμαι τις επαφές μου στην πρωτεύουσα με τις δημόσιες αρχές. Καμία σύγκριση με την Ελλάδα. Εδώ, βέβαια, είναι πολύ αργοί, αλλά είναι απίστευτα ευγενικοί και τρομερά εξυπηρετικοί. Μόνο που πρέπει κανείς να τους παρακολουθεί από κοντά, γιατί κάνουν πολλά λάθη. Έγραψαν λάθος μόνο (!) τον αριθμό του διαβατηρίου μου, το επώνυμό μου, το όνομα του πατέρα μου και της μητέρας μου, κι έτσι συναντώ τον... Αττικάρχη του... San José, για να λύσει το μυστήριο της... διπλής μου προσωπικότητας. Το γραφείο του στο Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας θυμίζει αστυνομικό τμήμα βασανιστηρίων του Fidel Castro στην Κούβα: τοίχοι ξεφλουδισμένοι –πρώην βαμμένοι μπλέ, λευκοί και κόκκινοι, σαν τη σημαία που εμπνεύστηκαν από τη Γαλλική Επανάσταση-, πλακάκια σπασμένα στο πάτωμα, ξύλινο ταβάνι με τρύπες, ένα κουτσό γραφείο, μία μόνο καρέκλα (κουτσή κι αυτή –για να ταιριάζει με το γραφείο• μόνο που κουτσαίνουν από διαφορετικές πλευρές), και στον τοίχο δύο φωτογραφίες: μία εικόνα του Χριστού που κρατάει στα χέρια του την ίδια του την καρδιά (ανατρίχιασα!...), και η ασπρόμαυρη φωτογραφία κάποιου ένστολου, που απ’ ότι φαίνεται, εδώ του υποκλίνονται. Ο Comandante, με αυστηρό ύφος, μου λέει οτι από το τηλέφωνο του μίλησα άσχημα, όμως εγώ με τον τρόπο μου τον βάζω στη θέση του, λέγοντας οτι ως αρχηγός της αστυνομίας θα έπρεπε να γνωρίζει οτι η προφορά μίας ξένης γλώσσας μπορεί εύκολα να παρερμηνευθεί. Αμέσως γίνεται φιλικός, μου προσφέρει καφέ και αρχίζουμε να μιλάμε για την Ελλάδα.
Η δεύτερη συνάντησή μου με το κοσταρρικάνικου κράτος, ήταν μία τρελή του τμήματος αλλοδαπών, που επέμενε ότι οι μεταφράσεις των πιστοποιητικών μου δεν είναι γνήσιες, και ότι τις έκανα εγώ. Της απάντησα, τότε, οτι έτσι δεν προσβάλλει εμένα, αλλά τη Δημοκρατία της Κόστα Ρίκα, γιατί, πώς είναι δυνατόν, να έχει επικυρώσει ο ίδιος ο Πρόξενος της χώρας τις μεταφράσεις μου; Τόσο χαζός μπορεί να είναι ένας διπλωμάτης της Κόστα Ρίκα; Τότε, βγήκε αμέσως η γενική διευθύντρια του τμήματος, μας ζήτησε συγγνώμη και μας προσέφερε τη δυνατότητα να καταθέσουμε μύνηση στη δημόσια υπάλληλο που μας προσέβαλλε. Εμείς, βέβαια, ευχαριστήσαμε και αρνηθήκαμε. Όμως, πιστεύω οτι αυτό δεν θα συνέβαινε ποτέ σε ελλληνικές δημόσιες αρχές. Μου υπογράμμισαν οτι εγώ, ως ξένος στην Κόστα Ρίκα, έχω ακριβώς τα ίδια δικαιώματα με τους πολίτες, και με παρακάλεσαν να καταγγέλλω κάθε κακή συμπεριφορά και παρατυπία των δημοσίων υπαλλήλων, γιατί έτσι, λένε, θα βελτιωθεί το επίπεδο των υπηρεσιών. Το έχετε ξανακούσει ποτέ αυτό στην Αθήνα; Κάτι τέτοια, μόνο εδώ, στον... τρίτο κόσμο συμβαίνουν!...
Συνέρχομαι από το παραλήρημα με ένα καταπληκτικό τσάι από διάφορα βότανα: χαμομήλι, μαύρο και πράσινο τσάι, τίλιο, μέντα, κανέλα, lemon grass, λουλούδια νεραντζιάς, φύλλα Senn, το βοτάνι που το λένε «δόντι λιονταριού» (ποιος ξέρει τι μάγια προσπαθούν να μου κάνουν εδώ...), ρίζα τζίντζερ κι απ’ το λουλούδι της Jamaica, με τις αναισθητικές ιδιότητες.
Η βροχή και οι εκρήξεις του ηφαιστείου έχουν γίνει πια ρουτίνα...
Τέλος πάντων, τώρα βρίσκομαι σε περίοδο αναμονής τριών μηνών, μέχρι να αποκτήσω την άδεια παραμονής και εργασίας. Πρέπει οπωσδήποτε, όμως, να βρω δουλειά, γιατί έχω αρχίσει να βαριέμαι. Ένα καλό νέο είναι οτι ο Γενικός Διευθυντής του ΕΟΤ της Κόστα Ρίκα διάβασε μέρος των κειμένων που γράφω στα ισπανικά για το μικρασιατικό, και μου είπε οτι έχω ιδιαίτερο στυλ, οτι δεν διακρίνομαι από τους ντόπιους και οτι θα ήθελε μια μέρα να δει τα έργα μου δημοσιευμένα στη Λατινική Αμερική. Το μόνο που με ανησυχεί προς το παρόν είναιμήπως οι μισθοί εδώ είναι τόσο χαμηλοί, όσο μου φαίνονται τώρα, που βρίσκομαι ακόμα στην αρχή. Αλλά, τότε, πως γίνεται, ο αδελφός της Μaricela, που είναι ένας απλός οδηγός τρακτέρ, να έχει καλό αυτοκίνητο, να έχει χτίσει καινούριο σπίτι και να πληρώνει υπηρέτρια; Ας ελπίσουμε. Εγώ, πάντως, δεν θέλω υπηρέτριες. Καμιά φορά, ο κόσμος εδώ είναι υπερβολικός. Ζητάνε πάντα περισσότερα απ’ όσα έχουν, και είναι επιδειξιομανείς. Είναι, βλέπεις, σαν τους Σαντορινιούς, κι αυτοί, με το ηφαίστειό τους και με το νεοπλουτισμό τους. Από γαλατάδες γίνανε ξαφνικά μεγαλοξενοδόχοι...
Θα τα ξαναπούμε σύντομα.
Φιλιά σε όλους,
Ηλίας & Maricela