Ποιητικά Δοκίμια, Φερνάντο Γουέλλ, Κόστα Ρίκα
ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: ENSAYOS POEMÁTICOS
ΠΡΟΛΟΓΙΖΕΙ Ο ΙΣΑΑΚ ΦΕΛΙΠΕ ΑΣΟΦΕΪΦΑ,
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΝ/ΜΙΟΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ - ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΣΧΟΛΙΑ: ΗΛΙΑΣ ΤΑΜΠΟΥΡΑΚΗΣ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Ο Κοσταρικανός Ακαδημαϊκός Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ, ένας σύγχρονος προφήτης, ένας άλλος Kahlil Gibran από την Καραϊβική των δεκαετιών του 1920-1970, στοχάζεται την ουσία της ζωής με ένα γλωσσικό ιδίωμα της αποκάλυψης, ένα σύνολο από λέξεις-σελαγισμούς ονειρικής έμπνευσης, σε τροχιά γύρω από τον αθεϊστικό εξιστενσιαλισμό του Sartre, που πρεσβεύει ότι «υπάρχω σημαίνει δημιουργώ μόνος μου την ουσία μου, το νόημα της ζωής μου». Αναζητά τη θέωση μέσα από την ποίηση: την ποιητική αναζήτηση των μικρών, σπουδαίων πραγμάτων ενός Θεού υπό αμφισβήτηση… Μία ποίηση της ανυποταγής. Σύμφωνα με τον Isaac Felipe Azofeifa –ο οποίος προλογίζει τα Ποιητικά Δοκίμια-, ο Güell «φτιάχνει από την ύπαρξη την ύλη της ποίησής του […] όμως του λείπει η θρησκευτική πίστη. […] Χρειάζεται να δει και να αισθανθεί τη δική του αλήθεια. […] Ο Θεός αποτελεί μία αποκλειστική δημιουργία και ιδιοκτησία του ποιητή.» Αλλά κι ο ίδιος ο φιλόσοφος-ποιητής αναφέρει ότι: «σαν προφήτες», αναγεννώνται μέσα του «η αμφισβήτησή του και τα ερωτήματά του».
Αυτά τα δοκίμια απεικονίζουν στιγμές της συναισθηματικής ζωής ενός ανθρώπου, ο οποίος έχει ζήσει με τα μάτια ανοιχτά μπροστά στο θαύμα της ζωής.
ΣΚΑΡΙΦΗΜΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ
Σεπτέμβρης 2008: εποχή «αναπαραγωγής» της βιβλιοθήκης μου· ο αριθμός των αντιτύπων θα διατηρήσει τα τέσσερα ψηφία του, όμως νέοι τίτλοι θα θρονιαστούν στις σχισμές που θ’ αφήσουν στον αέρα όσα μετοικίσουν προσωρινά στη θυμέλη του μικρού κυψελιώτικου διαμερίσματός μου, μέχρι να καταλήξουν σ’ ακροδάχτυλα απόμακρα.
Κάποτε η αταξία μ’ ενοχλούσε· τώρα μ’ ενοχλεί η υπεραφθονία.
Σελίδα με σκούρο κίτρινο μικροσκοπικό στίγμα: λεκές καφέ (από κάποια πρωταρχική –αρχέγονη πλέον στη σαραντατριάχρονη μνήμη μου- προσπάθεια ανάγνωσης), που μεταφέρει «ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής, / όσο μπορεί πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά» από μία γη ακόμη άγνωστη στο ευρύτερο ταξιδιωτικό κοινό με όχημα τα γράμματα και τη στίξη.
Διαβάζω:
«El primer tercio del siglo XX en Costa Rica..., - το πρώτο τρίτο του 20ου αι., χαρακτηρίζεται από μία αποσάθρωση της προοδευτικής ιδεολογίας. Η κοινότητα των καλλιτεχνών, των συγγραφέων και –εν γένει- των ανθρώπων της πρωτοπορίας, που είχε διαμορφωθεί με τα πρότυπα της ισπανικής Γενιάς του 1898[i] –στις υποδείξεις της οποίας τελικά εναντιώθηκε-, αφιέρωνε πλέον κάθε προσπάθειά της στην καθιέρωση της Κόστα Ρίκα[ii] του καφέ. […] Στα 1894, αναπτύσσεται μία αμφισβήτηση γύρω από την ταυτότητα της κοσταρικανικής λογοτεχνίας, γνωστή ως έριδα για τον εθνικισμό. Μία ομάδα στοχαστών υποστήριζε (R. F. Guardia[iii]) ότι τα θέματα των συγγραφέων θα μπορούσαν κάλλιστα να δέχονται τις επιρροές της ευρωπαϊκής παράδοσης, ενώ άλλοι λόγιοι (C. Gagini[iv]) πρέσβευαν ότι η λογοτεχνία θα έπρεπε να εστιάζει σε θέματα καθαρά κοσταρικανικά.»
Αναλογίζομαι:
- Διεφθαρμένοι κι εγωκεντρικοί αστοί ντυμένοι με την ευρωπαϊκή τους αμφίεση, και οι «απάχηδες – el apachismo», ένας υπόκοσμος ρακένδυτων, κοινών γυναικών, ναρκομανών, εγκληματιών, αλλά και τεχνητών κι εργατών (που δεν αποτελούσαν τη μέση τάξη, γιατί αυτή η έννοια δεν ήταν τυπωμένη στα λεξικά εκείνης της εποχής), όλοι τους σε κατάσταση επείγουσας ανάγκης σωτηρίας από την άγνοια. Και ανάμεσά τους, η γενιά του Joaquín García Monge[v] αλλά κι εκείνη του Fernando Centeno Güell[vi], αργότερα, και του Isaac Felipe Azofeifa[vii], των λογοτεχνών που έθεσαν «κοινωνικό ζήτημα» σ’ αυτό το γεωγραφικό στίγμα της υφηλίου -που μου θύμισε ο μικροσκοπικός λεκές του καφέ στη σελίδα μου.
Αυτό είναι!
Θα το μεταφράσω· ως άσκηση εγκλιματισμού στην πλανόδια ιπποσύνη των ρολογιών χωρίς ώρες· για να βρεθώ έξω από τον πραγματικό χρόνο· εκτός κοινών τόπων· για να ζήσω την αυγή και την καταχνιά, από τις οποίες θα βγω με τα μάτια πεινασμένα για τα γλυκά πράγματα της Γης, με τις άλλες αισθήσεις, τις πάντα πρόθυμες να εκφραστούν: την όσφρηση, τη γεύση, την αφή και την ακοή… -θα έλεγα- παραφράζοντας τον Miguel Ángel Asturias.[viii] Θα το μεταφράσω με μία αμυδρά ισπανίζουσα χροιά στον ελληνικό μου λόγο· γιατί αυτός έχει την ικανότητα να αφομοιώνει λατινισμούς, αλλά και να πλάθει νεολογισμούς· γιατί οι δομές του λόγιου λατινοαμερικανικού ιδιώματος (όπου η στίξη ξενίζει τον Έλληνα αναγνώστη, ή ίσως θυμίζει τον ποιητή Εγγονόπουλο), με τον ελληνοπρεπή έτυμο λόγο του είναι κάλεσμα σε μία αναζήτηση των γλωσσών, όπως αυτές ήταν πριν καταλήξουν στη σημερινή υπεραπλουστευμένη, κωδικοποιημένη μορφή τους· γιατί η μετάφραση αποδίδει πληρότητα ερωτική με το κείμενο. «Η ποίηση είναι εύρημα του πνεύματος που συναντά κατά την παρείσφρησή του στον κόσμο του ιδεατού και του μεταφυσικού» διατείνεται ο ποιητής Γουέλλ, ο οποίος, με το γλωσσικό ιδίωμά του –δάνειο εκκλησιαστικό- αναζητά τη θέωση μέσα από την ποίηση: την ποιητική αναζήτηση των μικρών, σπουδαίων πραγμάτων ενός Θεού υπό αμφισβήτηση… Μία ποίηση της ανυποταγής.
Η μετάφραση, λοιπόν, ως άσκηση του γραπτού, αλλά και –στη μορφή τής διερμηνείας- του προφορικού λόγου, είναι ένας απαιτητικός σύντροφος της γλώσσας: μέσω της αναζήτησης του θησαυρού εκείνων των λημμάτων που εκφράζουν πληρέστερα τις αφηρημένες έννοιες της διανόησης, και των συντακτικών δομών -που σαν το μίτο της Αριάδνης, οδηγούν σε διεξόδους προς την κατανόηση των εθνικών νοοτροπιών-, παρέχει επάρκεια, τόσο στο δέκτη-αναγνώστη, όσο και στο μεταποιητή-μεταφραστή (αυτού του ξένου ρούχου) -για να μην τον ονομάσουμε δημιουργό. Για να επιτευχθεί όμως αυτό το μετακείμενο, είναι απαραίτητη η γνώση του πολιτισμικού υπόβαθρου του συγγραφέα και του περιβάλλοντος στο οποίο ανέπτυξε το λόγο του. Αυτή είναι, άλλωστε, η σημαντικότερη λειτουργία της μετάφρασης: η συνάντηση δύο κόσμων. Ας δούμε, λοιπόν, αυτήν την ατμόσφαιρα που γέννησε τον ποιητή Σεντένο Γουέλλ και το λόγο του, που είναι ένα σύνολο από λέξεις-σελαγισμούς ονειρικής έμπνευσης:
Βρισκόμαστε στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. Τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο θα διαδεχθεί η Σοβιετική Επανάσταση. Μετά από τα «Τρελά χρόνια» της δεκαετίας του 1920, θ’ ακολουθήσει το οικονομικό «κραχ» του 1929, στο χρηματιστήριο της Wall Street –ανάλογο του σημερινού, που ξέσπασε το Σεπτέμβρη του 2008. Κι έπειτα: ο φασισμός… Μία σχετικά πρόσφατη ιστορική περίοδος βαθιάς κρίσης στην Ευρώπη, που χαρακτηρίζεται από τις αλλεπάλληλες μεταρρυθμίσεις των τεχνών και από την επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο του γραμμοφώνου, του κινηματογράφου, του αυτοκινήτου και του αεροπλάνου. Κι ενώ στο γαλλικό λεξικό της εποχής, ο όρος “avant-garde” ερμηνεύεται ως «το στράτευμα που προελαύνει στην πρώτη γραμμή του μετώπου», στη λογοτεχνική δημιουργία, η ριζική ανανέωση των μορφών και των περιεχομένων, και η αντικατάσταση των παλιομοδίτικων τάσεων από νεώτερες, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή και αυτοαποκαλείται στα ισπανικά: vanguardismo. Πρόκειται για ένα πρωτοποριακό κίνημα με πολλές μορφές, πολλές εφαρμογές και πολλούς «-ισμούς», ανάμεσα στους οποίους, οι περισσότεροι από εμάς μπορούμε ν’ αναπολήσουμε τον ιμπρεσιονισμό[ix], αλλά και τον εξπρεσιονισμό[x], το φωβισμό[xi] και το κυβισμό[xii], το φουτουρισμό,[xiii] τον ντανταϊσμό[xiv], το σουρεαλισμό[xv] και το νεορεαλισμό,[xvi] τον υπαρξισμό[xvii], τον μοντερνισμό και την πρωτοπορία. Πίνακες ζωγραφικής, βιβλία φιλοσοφικά, αλλά και με ποιήματα, αντικείμενα εφαρμοσμένης τέχνης και δίσκοι μουσικής με τέτοιες επιρροές βρίσκονται στα σπίτια των αναγνωστών αυτού του βιβλίου. Τα καλλιτεχνικά κινήματα αυτού του νεωτερισμού πρωτοεμφανίστηκαν στην Ευρώπη, κι επεκτάθηκαν στη Λατινική Αμερική. Όσο για την Ισπανία, εκεί η vanguardia αντιδρά ενάντια στο μοντερνισμό, του οποίου οι αρχές φαντάζουν στις αισθήσεις των καλλιτεχνών ανεπαρκείς και ξεπερασμένες. Η ελευθερία έκφρασης είναι πλέον το αγαθό της νέας εκείνης εποχής: θέματα –μέχρι τότε απαγορευμένα- κάνουν το ντεμπούτο τους, και στην ποίηση σπάει κάθε μετρική δομή, για να δώσει περισσότερη αξία στο περιεχόμενο. Τα κείμενα κάθε είδους βασίζονται στο συγχρονισμό και στην αντιπαράθεση των εικόνων. Τα σύμβολα παίζουν σημαντικό ρόλο. Οι στροφές, η στίξη, το μέτρο των στίχων και η σύνταξη διασπώνται, αλλάζοντας έτσι εντελώς την παραδοσιακή μορφή της δημιουργίας. Η οπτική γωνία του αφηγητή είναι πλέον πολλαπλή, και υπάρχουν στενοί δεσμοί μεταξύ του περιβάλλοντος και των προτιμήσεων του προσώπου του εκάστοτε έργου. Ο εσωτερικός κόσμος του πρωταγωνιστή εμβαθύνεται και παρουσιάζεται μέσα από τα μύχια της ψυχής του. Ο ημερολογιακός χρόνος δεν έχει πια σημασία· μόνο ο ψυχικός χρόνος. Ο μοναδικός κανόνας της Πρωτοπορίας είναι να μην τηρείται κανένας κανόνας. Προσωπικότητες, όπως ο Manet[xviii] και ο Monet[xix] -στη ζωγραφική-, που οι ιμπρεσιονιστικοί τους δρόμοι χώρισαν ανάμεσα στο Παρίσι και στο Λονδίνο, ο εξπρεσιονιστής Franz Kafka[xx] -στη λογοτεχνία-, ο Henri Matisse[xxi], ο οποίος εκφράζει το κίνημα του φωβισμού, ο κυβιστής Apollinaire[xxii], ο ιταλός φουτουριστής Giacomo Balla[xxiii], ο Tristan Tzara[xxiv] -ιδρυτής της αντι-τέχνης του ντανταϊσμού-, αλλά και ο υπερρεαλιστής André Breton,[xxv] ο Pier Paolo Pasolini στην 7η τέχνη, την κινηματογραφική του νεορεαλισμού, και ο Rubén Darío, ο ισπανόφωνος του μοντερνισμού, μα κυρίως ο φιλόσοφος Jean Paul Sartre και οι υπαρξιστές, στέλνουν τις επιρροές τους στη μακρινή Κόστα Ρίκα, ως οίστρο για τα Ποιητικά Δοκίμια του ιδιόρρυθμου υπαρξιστή Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ.
Εκεί, παρ’ όλα τα ευρωπαϊκά πρότυπα, τα κοινωνικά πράγματα –που διαμόρφωσαν την τοπική λογοτεχνία- έχουν ακολουθήσει μία κάπως διαφορετική πορεία: οι απαρχές της ισπανόφωνης δημιουργίας στην Κεντρική Αμερική ανάγονται στο 15ο αι. Τον αιώνα των ανακαλύψεων του Χ. Κολόμβου και των κατακτήσεων του H. Cortés[xxvi]. Αν σκεφτούμε, όμως, ότι η Κόστα Ρίκα είναι ένα σχετικά νεοσύστατο κράτος, το οποίο απελευθερώθηκε από το ισπανικό στέμμα το 1821, τότε καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι και η λογοτεχνία της –που ξεκινά στα τέλη του 19ου αι., κι έχει έντονες ευρωπαϊκές επιρροές- είναι και αυτή νεοδημιούργητη. Ο θεωρητικός της λογοτεχνίας Álvaro Quesada Soto[xxvii] την κατανέμει σε πέντε περιόδους, τις οποίες ονομάζει «γενιές» (generaciones). Η Γενιά του Ολύμπου[xxviii] (1890-1920) –που συμπίπτει με την αντίστοιχη Γενιά του 1898 της Ισπανίας-, αποτελείται από συγγραφείς, όπως ο Manuel González Zeledón[xxix], οι οποίοι κινούνται σύμφωνα με το φιλελεύθερο ολιγαρχικό μοντέλο. Η λογοτεχνία αυτής της εποχής βρίσκεται σε διαδικασία αυτοδημιουργίας και σταθεροποίησης μίας εθνικής συνείδησης. Η Γενιά του Ρεπερτορίου (1920-1940) –που παίρνει το όνομά της από το έντυπο Repertorio Americano[xxx] του σημαντικότερου λογοτέχνη της, του Joaquín García Monge,[xxxi] χαρακτηρίζεται από μία κρίση στο φιλελεύθερο ολιγαρχικό καθεστώς της χώρας, ενώ η λογοτεχνία παρουσιάζει νέες διαλογικές μορφές, όπως το επονομαζόμενο ύφος grotesco,[xxxii] το άγριο και διαβρωτικό ευθυμογράφημα, η παρωδία και η σάτιρα. Η Γενιά του 40 («Las vanguardias = της Πρωτοπορίας», 1940-1960) εγκαθιδρύει τη Σοσιαλδημοκρατία στην Κόστα Ρίκα. Πρόκειται για μία εποχή νέων ερωτημάτων, νεωτερισμών και σημαντικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, που θα θέσουν το ιδεώδες ενός νέου Κράτους. Κύρια θέματα που απασχολούν τη λογοτεχνία αυτής της εποχής, είναι ο κοινωνικός προβληματισμός, η κατανομή της γης και η εξάρτηση από τις διεθνείς εταιρείες (που μετεξελίχθηκαν σε πολυεθνικές). Ο Ισαάκ Φελίπε Ασοφέιφα –που προλογίζει αυτό το βιβλίο- είναι από τους σημαντικότερους εκπροσώπους αυτής της περιόδου. Ακολούθησαν κι άλλες δύο «Γενιές» λογοτεχνών: η «Urbana - Αστική» (1960-1980)[xxxiii], -της περιόδου βιομηχανοποίησης της Κόστα Ρίκα- η οποία δημιούργησε τον «Κύκλο των Ποιητών της Turrialba[xxxiv]», που έγραψε το «Manifiesto trascendentalista – Το Υπερβατικό Μανιφέστο (L. Albán,[xxxv] J. Dobles,[xxxvi] C.F. Monge,[xxxvii] R. Bonilla,[xxxviii] 1977)» -το οποίο προκάλεσε την έχθρα του περιβάλλοντός τους-, και η «Γενιά της Απογοήτευσης - Desencanto» (1980-σήμερα), που εγκαταλείπει το ρεαλισμό, αλλά συνεχίζει να εκφράζει τη δυσαρέσκειά της για τα πρότυπα της κρατικής εξουσίας (T. Lobo[xxxix]). Όμως οFernandoCentenoGüell, ο Κοσταρικανός συγγραφέας αυτών των Ποιητικών Δοκιμίων, περιφέρεται –χρονικά και υφολογικά- ανάμεσα στις τρεις «Γενιές» που προαναφέραμε: του Ρεπερτορίου, της Πρωτοπορίας και την Αστική.
Γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1907 στο Σαν Χοσέ της Κόστα Ρίκα, στην Κεντρική Αμερική, όπου ολοκλήρωσε τη βασική του εκπαίδευση. Συνέχισε τις σπουδές του στη Μαδρίτη (Ισπανία), κι έλαβε τον τίτλο του καθηγητή ειδικής παιδείας. Με υποτροφία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, ειδικεύτηκε στην εκπαίδευση ατόμων με ειδικές ανάγκες (κωφάλαλων, τυφλών και ατόμων με νοητική στέρηση). Το 1940 ίδρυσε στην πρωτεύουσα της χώρας του και διηύθυνε εκεί τη Σχολή Ειδικής Παιδείας, η οποία φέρει σήμερα το όνομά του. Σ’ αυτήν αφιέρωσε την ψυχή και το σώμα του. Τα επόμενα χρόνια, επεξέτεινε το εκπαιδευτικό του έργο στις επαρχίες της Κόστα Ρίκα (San Carlos & San Isidro El General), αλλά και στις υπόλοιπες χώρες της Κεντρικής Αμερικής (Νικαράγουα, Γουατεμάλα, Παναμά, Ονδούρα και Ελ Σαλβαδόρ), με αντίστοιχη χρονολογική σειρά. Οργάνωσε σειρά σεμιναρίων κατάρτισης δασκάλων ειδικής παιδείας, τα οποία απετέλεσαν τη βάση για την ίδρυση της ανάλογης σχολής του Πανεπιστημίου της Κόστα Ρίκα (UCR). Μετά τη συνταξιοδότησή του, εργάστηκε εθελοντικά κι επί 12 χρόνια, στο Τμήμα Θεραπείας κι Επανένταξης του Εθνικού Ψυχιατρείου της Κόστα Ρίκα.
Ως συγγραφέας, ο Φ. Σεντένο Γουέλλ, ξεκίνησε το δημιουργικό του έργο γράφοντας ποίηση στα δώδεκά του χρόνια, ενώ άρχισε να εκδίδει τα 11 λογοτεχνικά έργα του, όταν ήταν 17 ετών! Έκτοτε έγραψε άλλα 7 βιβλία, με θεματολογία κοινωνικοεκπαιδευτική.[xl] Πολλά είναι τα άρθρα και τα δοκίμια που δημοσίευσε στον περιοδικό τύπο της εποχής του. Όντας μέλος της Ακαδημίας της Κόστα Ρίκα, και άνθρωπος με απέραντους ορίζοντες, έλαβε το 1989 το Βραβείο Magón[xli] για την πολιτιστική του συνεισφορά στη χώρα του, και τιμητικό μετάλλιο από τη σοσιαλιστική κυβέρνηση του Luis Alberto Monge (1982). Τιμήθηκε επίσης με το βραβείο Andrés Bello,[xlii] το παράσημο του Τάγματος της Βασίλισσας Ισαβέλλας της Καθολικής από το Ισπανικό Κράτος, και από τη Βασιλική Ακαδημία της Γλώσσας (Real Academia de la Lengua Española). Στα 1990, έλαβε τον τίτλο του Επίτιμου Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Κόστα Ρίκα. Υπήρξε επίσης, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της χώρας του στην UNESCO, και διοικητικό στέλεχος πολλών άλλων οργανισμών κοινωνικής ωφέλειας, όπως η Εθνική Επιτροπή Πνευματικής Υγείας, η Επιτροπή της 5ης Εκατονταετηρίδας από τη Συνάντηση των Δύο Κόσμων (Ισπανία και Αμερικανική Ήπειρος), και το Κοσταρικανικό Ίδρυμα Ισπανικού Πολιτισμού. Πέθανε στα 86 του χρόνια, ένα βροχερό πρωινό της 15ης Σεπτεμβρίου, όταν η Κόστα Ρίκα γιόρταζε την 112η επέτειο της ανεξαρτησίας της από την ισπανική αποικιοκρατία.
Τα Ποιητικά Δοκίμιά του προλογίζει σ’ αυτήν την έκδοση ο ποιητής, πολιτικός κι εκπαιδευτικός IsaacFelipeAzofeifa, ο οποίος γεννήθηκε στην Κόστα Ρίκα το 1912 και σπούδασε στο Σαντιάγκο της Χιλής –όπως συνήθιζαν οι περισσότεροι λόγιοι της εποχής του. Μέλος της λογοτεχνικής ομάδας “Runrunismo”, επιρρεάστηκε από τον Χιλιανό Pablo Neruda[xliii] και τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας της Κόστα Ρίκα, ως ένας από τους κυριότερους ποιητές του 20ου αι. Σημαντικό έργο του: Órbita – (Τροχιά, 1996).[xliv] Υπήρξε καθηγητής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της χώρας του, ενώ συγχρόνως ήταν ηγετικό στέλεχος της Aριστεράς. Άλλος ένας λογοπλάστης, λοιπόν, από μακρινές γεωγραφικές συντεταγμένες, αλλά από μία σχετικά πρόσφατη χρονική περίοδο.
Παρ’ όλο ότι πατρίδες μας είναι οι γλώσσες που μιλάμε, θ’ αφήσω αυτούς τους δύο Κοσταρικανούς να μιλήσουν για τη δική τους πατρίδα. Είναι αρμοδιότεροι. Θα παρεμβαίνω μόνο επεξηγηματικά με τις (υπο)σημειώσεις μου. Πολλές φορές νομίζουμε ότι γνωρίζουμε κάτι· τα φαινόμενα όμως απατούν: πολύ συχνά βλέπουμε μόνο αυτό που θέλουμε να δούμε…
Ηλίας Ταμπουράκης
Άνοιξη 2009
«Άνθη κερασιάς,
λουλούδια ροζ,
σαν χαρτί βεντάλιας παιδιού.
[χάϊ-κου]
My hard [heart] is
near the flowers
and my hand (is) in (the)
our world!
It’s [a] beautiful world
hot and cold!»
Στη Δανάη-Eréndira. Τα πρώτα της (9-χρονα) βήματα στον ποιητικό λόγο·
και στη Maricela Jiménez,
για τη συμβολή της.
Η. Τ.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΄Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
POESÍA FILOSÓFICA OFILOSOFÍAPOÉTICA
(ΙΣΑΑΚ ΦΕΛΙΠΕ ΑΣΟΦΕΪΦΑ / ISAACFELIPEAZOFEIFA)
Όταν ο Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ [FernandoCentenoGüell] έγραψε τον τίτλο «Ποιητικά Δοκίμια» σ’ αυτήν τη μικρή συλλογή πεζογραφημάτων, βρισκόταν ήδη στο απόγειό του και ολοκλήρωνε τη λυρική του δημιουργία, κατά την οποία τον απασχόλησαν σε ολόκληρη την έκταση των βιβλίων του, τα πλέον επίπονα ζητήματα της πανανθρώπινης σκέψης: ο Θεός, η ύπαρξη, η ζωή και ο θάνατος, ο Άνθρωπος, η προέλευσή του και το μυστηριώδες πεπρωμένο του.
Ο κοινός τόπος και η πλησμονή είναι τα στοιχεία που ένας ποιητής, κυριευμένος από τον αισθησιακό πλούτο του κόσμου, τα κατατάσσει σύμφωνα με την αρχή της τέρψης, όπως κάνει ο Góngora[xlv] και όπως επίσης συμβαίνει στο μεγαλύτερο μέρος της ποίησης του Rubén Darío.[xlvi] Είναι επίσης δυνατόν κάποιος άλλος ποιητής ή μία ομάδα ποιητών να καταλήξουν στο σημείο να θρηνούν τον εαυτό τους ως έναν άταφο νεκρό, πράξη που χαρακτηρίζει κάθε ποιητή του ρομαντικού συναισθηματισμού. Ή μπορεί ο λυρικός να αποφασίσει ν’ ατενίζει τον εαυτό του ενώ υφίσταται χαμένος ανάμεσα στα πράγματα και στους ανθρώπους, σε μία αγωνιώδη μοναξιά, γεμάτος από την εικόνα των όσων συμβαίνουν μέσα του, για να εκλάβει τα πάντα ως προσωπικό αναπόφευκτο πεπρωμένο και χωρίς άλλη τελική έννοια από το να ζει για να υπάρχει: έτσι είναι οι ποιητές που φτιάχνουν από την ύπαρξη την ύλη της ποίησής τους. Και είναι εν τέλει, ποιητές όπως ο Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ, ο οποίος εμμένει στην προσπάθεια κατανόησης του κόσμου, της φύσης, του νοήματος της ζωής και του θανάτου και του πόνου και του έρωτα, και με όλα αυτά, της προέλευσης του κόσμου· όμως λείπει από τον ποιητή η θρησκευτική πίστη, από τη μία πλευρά, και από την άλλη, το ενδιαφέρον για οποιοδήποτε δόγμα φιλοσοφικό ή πολιτικό από εκείνα που συνήθως κουβαλούν οι άνθρωποι στις τσέπες της ψυχής τους για να τα χρησιμοποιούν την κατάλληλη στιγμή ως ηρεμιστικό, ως αναισθητικό, ως έναν καλά υπολογισμένο μηχανισμό αντιστάθμισης αδυναμιών, αμφιβολιών, αγωνιών και οχληρών ταπεινώσεων. Ο συγγραφέας θα μπορούσε να επιδοθεί σε υπερβατικό διαλογισμό· θα μπορούσε να αφιερώσει μία-μία τις σελίδες του στην επεξεργασία διεξοδικών στοχασμών γύρω από τα προβλήματα που κατατρέχουν το πνεύμα του· θα μπορούσε να ανακινεί αλυσιδωτές υποθέσεις, θεωρίες, για να μας δώσει στο τέλος κάθε πραγματείας, -ξεκάθαρα, βαθιά-, ένα συμπέρασμα το οποίο στη συνέχεια θα αναδείκνυε ως δικό του δόγμα. Όμως δεν είναι πνεύμα παρεκβατικό, αλλά ενορατικό. Είναι ποιητής. Δουλεύει με τις φαντασιώσεις, τις εικόνες, τις παραβολές. Χρειάζεται να δει και να αισθανθεί τη δική του αλήθεια. Αυτή είναι η ποιητική και φιλοσοφική δουλειά τού Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ.
Ο Φερνάντο εκδίδει το πρώτο του βιβλίο σε ηλικία δεκαοκτώ ετών, ολοκληρώνοντας τις λυκειακές του σπουδές. Λέγεται “LiriosyCardos – (Κρίνα και γαϊδουράγκαθα)”[xlvii], και είναι το έτος 1926. Δύο χρόνια αργότερα δημοσιεύει το “CarneyEspíritu – (Σάρκα και Πνεύμα)”. Είναι τα βιβλία ενός ποιητή που δοκιμάζει τις πρώτες του στροφές. Ο Σεντένο Γουέλλ, κορυφή των υπόλοιπων νεαρών Kοσταρικανών ποιητών εκείνης της χρονικής περιόδου, λαμβάνει τις επιρροές τού όψιμου μοντερνισμού.[xlviii] Δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα, (το 1913), ο Enrique González Martínez[xlix] είχε προσυπογράψει την τελευτή του μοντερνισμού με το φημισμένο στοίχο από ένα σονέτο του: “Tuércele el cuello al cisne de engañoso plumaje – (Στρίψ’ του το λαρύγγι του κύκνου με το απατηλό φτέρωμα)”. Δέκα χρόνια νωρίτερα, (το 1918), οι επονομαζόμενες ποιητικές σχολές της νεωτεριστικής κίνησης αβάνγκάρ κυκλοφορούν ήδη ελεύθερα στον κόσμο. Όμως στην Κόστα Ρίκα ζει ακόμη εγκεκυστωμένος[l] ο μοντερνισμός. Και αυτό λάβαμε οι νέοι εκείνης της εποχής -o γράφων αυτό το κείμενο ανήκει στην ίδια γενιά με τον Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ- ως κανόνα ποίησης. Ο Σεντένο, λοιπόν, εκδίδει τα δύο βιβλία του, κι έπειτα αναχωρεί για την Ισπανία, για να ειδικευτεί στις παιδαγωγικές σπουδές. Επειδή είναι ποιητής από καθαρά εσωτερική επιταγή, δεν ξεχνά σε καμία στιγμή το καθήκον του ως «δημιουργού ονείρων» . Επιστρέφοντας στην Κόστα Ρίκα, διαβάζει κάποια απογεύματα ορισμένα ποιήματά του στους φίλους του. Ξαφνικά, στα 1950, εικοσιδύο χρόνια μετά την έκδοση του δεύτερου βιβλίου του, δηλαδή, έχοντας κλείσει τα σαράντα του χρόνια, παραδίδει με μιας στο αναγνωστικό κοινό τρία βιβλία: “SignoyMensaje – (Σημάδι και Μήνυμα),RapsodiadeAnglaeyAndromos – (Ραψωδία της Αγλαΐας και του Ανδρόμου) [δραματοποιημένα ποιήματα] καιEvocacióndeXande (Επίκληση του Xande).” Το 1953, δημοσιεύει το έργο του: “El Ángelylasimágenes – (Ο άγγελος και οι εικόνες)”. Ακολουθεί νέα και παρατεταμένη σιγή. Τελικά, το 1961, εκδίδει στο Μεξικό το παρόν βιβλίο. Κι από τότε, και πάλι σιωπή. Είναι όμως γνωστό το ανέκδοτο (τότε) ποίημά του: “LasdanzasdeJob – (Οι χοροί του Ιώβ)”, το έργο του μεσουρανήματός του σύμφωνα με όσους τον γνωρίζουν, στο οποίο αναφέρεται η επανάσταση του Ιώβ, του υπομονετικού, ενώπιον του θεϊκού στοιχείου, που παραμένει σιωπηλό. Αυτές οι παρατεταμένες «αναπαύσεις» του ποιητή είναι, όπως διαφαίνεται, χρόνια προσεκτικής επεξεργασίας των βιβλίων του.
Λόγω κάποιας μεθοδολογικής αιτίας, η οποία δεν είναι σαφής, ο ιστορικός της κοσταρικανικής λογοτεχνίας Abelardo Bonilla,[li] τοποθετεί το έργο του Σεντένο Γουέλλ στην ίδια ομάδα με εκείνο του José B. Acuña[lii] και του Rogelio Sotela[liii], με τον τίτλο: “Los poetas profesores – (οι ποιητές διδάσκαλοι).” Ο υπεύθυνος για αυτήν την ταξινόμηση δεν πιστεύει στην ορθότητά της, όμως την υποστηρίζει. Εγώ θα μπορούσα να πω ότι οι τρεις αυτοί συγγραφείς έχουν μία κοινή ανησυχία: τη δημιουργία μίας εσωτερικής ποίησης, στην οποία υπάρχει μία απόπειρα έκφρασης μίας θρησκευτικής ιδέας, μίας ηθικής σύλληψης, ή μίας αισθητικής επινόησης του κόσμου.
Ο Δρ. Κωνσταντίνος Λάσκαρης Κομνηνός[liv] είναι αυτός που στο βιβλίο του: “Desarrollo de las ideas filosóficas en Costa Rica – (Ανάπτυξη των φιλοσοφικών ιδεών στην Κόστα Ρίκα) έχει αφιερώσει αρκετές σελίδες στην ανάλυση του έργου του Σεντένο Γουέλλ και το έχει καθορίσει ως φιλοσοφική ποίηση. Μιλάμε, λοιπόν, για μία ποίηση ερωτική, κοινωνική, πολιτική και πατριωτική, μεταξύ άλλων, και μπορούμε επίσης να μιλήσουμε για φιλοσοφική ποίηση, δηλαδή, για μία λυρική ποίηση της οποίας το μέλημα είναι να προτείνει και να εκφράσει θέματα αυτού του είδους. Μόνο που στα ποιήματα του Σεντένο Γουέλλ η μορφή δεν είναι το δανεισμένο καλούπι στο οποίο θα μπει η παράξενη ύλη που ονομάζεται φιλοσοφία· η μορφή εδώ δεν έχει μία σαφή λειτουργία διακεκριμένης θεραπαινίδος. Εδώ, το θέμα, η σύνθεση, η δομή, το γλωσσικό ιδίωμα, προσφέρονται ως όχημα μίας ποιητικής σύλληψης του κόσμου, που είναι ευαίσθητη για να επεξηγηθεί φιλοσοφικά, και που όμως έχει περισσότερα στοιχεία μυστικιστικά, μυθικά και θρησκευτικά, από ότι φιλοσοφικά. Η Βίβλος είναι από μόνη της μία αποκάλυψη, λόγος θεϊκός για τον πιστό. Κάτι από αυτόν τον αποκαλυπτικό τόνο έχει υιοθετήσει ο ποιητής Σεντένο Γουέλλ, στα πεζογραφήματα της συλλογής «Ποιητικά Δοκίμια». Γι αυτό θα έλεγα ότι, όχι μία φιλοσοφική ποίηση, αλλά μία ποιητική φιλοσοφία αναπτύσσεται σε αυτό το έργο, εάν δεν φοβόμουν το παιχνίδι τούτο του λόγου.
Ας διαβάσουμε, λοιπόν, τους αρχικούς στοίχους του έργου:
“El ángelylasimágenes – (Ο άγγελος και οι εικόνες)”:
Παλλόταν η καρδιά συγκρατημένη από τη σιγή.
Στο θεϊκό Νου, άμορφα ακόμη πάλλονταν τα πράγματα.
Ήταν το Σύμπαν μόλις μία ιδέα…
Και ήταν ο πρώτος ήχος: ο άνεμος.
Στο τρίτο μέρος του ποιήματος:
“Secreta imagen – Μυστική εικόνα”,
διαβάζουμε:
Και το Φως ήταν[lv] στο Xρόνο.
Το Φως ήταν ο Λόγος και η Ρήση.
Πίσω απ’ το Φως, τη Ρήση και το Λόγο,
ήταν μόνο η Νόηση.
(Πίσω απ’ τη Νόηση ήταν το Τίποτα).
Η Νόηση ήταν ο Θεός – η πρωταρχική Βούληση,
Μήτρα του Σύμπαντος, Ιδέα αρχέγονη,-
και ο Θεός ήταν η εικόνα ενός Θεού αρχαιότερου
των ηλίων, των νυκτών και των αιώνων.
Η παρουσία κεφαλαίων γραμμάτων δεν αποτελεί μόνο χαρακτηριστικό του συμβολισμού στο μοντερνισμό· είναι κάτι περισσότερο: υπονοεί το θέλημα του ποιητή να αναγνωστούν ποιητικά· σημαίνει ότι η εικόνα του κόσμου που εκφράζεται μέσα από αυτά είναι μία εικόνα ποιητική, κι όχι φιλοσοφική.
Τα «Ποιητικά Δοκίμια» είναι τέσσερα, και φέρουν τους εξής τίτλους: “El Hombre en busca de su Dios – Ο Άνθρωπος σε αναζήτηση του Θεού του”, “El Hacedor de Sueños – Ο Δημιουργός Ονείρων”, “Vendimia de Juan el Solitario - Τρύγος του Ιωάννη του Μοναχικού” και “Los Nombres de la Luz - Τα Ονόματα του Φωτός”. Έτσι γράφτηκαν όλοι οι τίτλοι: με κεφαλαίο κάθε ένα από τα ουσιαστικά για να δοθεί έμφαση στην ποιητική τους άλω, στο συμβολισμό τους.
Ξεκινά το πρώτο από τα Δοκίμιά του με τη λέξη Πιστεύω. Είναι το Πιστεύω του, η πίστη του, αυτό που θα μας διαβιβάσει:
Πιστεύω στην ποίηση γιατί πιστεύω στον άνθρωπο.
Πιστεύω στον άνθρωπο γιατί πιστεύω στο Θεό.
Όμως, ας μην ξεγελιόμαστε. Αυτός ο Θεός των Ποιητικών Δοκιμίων, όπως κι εκείνος του έργου: “El Ángelylasimágenes – (Ο άγγελος και οι εικόνες)”, δεν είναι ο επίσημος Θεός καμίας θρησκείας, αλλά αποτελεί μία αποκλειστική δημιουργία και ιδιοκτησία του ποιητή. Ο ποιητής είναι ο Προφήτης του. Όμως είναι ένας πιστός που βιώνει τη στιγμή του επιθανάτιου ρόγχου, κατά τον τρόπο του Unamuno,[lvi] γεμάτος τρομερές αμφιβολίες. Γι αυτό, στο τέλος εκείνου του δοκιμίου, αφού παρατηρήσει το πρόσωπο του Θεού για μια στιγμή, «σαν προφήτες», αναγεννώνται μέσα του «η αμφισβήτησή του και τα ερωτήματά του», και τελειώνει με αυτά τα τρομερά ερωτηματικά:
`Ονειρεύτηκα θεότητες και λειτουργίες, από τη μυστική λαχτάρα της λατρείας; Άραγε, έχω δημιουργήσει το Θεό μου με τον περιφερόμενο καπνό του ονείρου μου, στον παραισθητικό αέρα του άσματός μου;
`Ας αφήσουμε για εργασίες πιο κοπιώδεις την ιχνηλασία της ποιητικής σύλληψης του Θεού, του Ανθρώπου και της Δημιουργίας, που διαμορφώνεται σταδιακά όχι μόνο σε αυτά τα Δοκίμια, αλλά σε ολόκληρο το έργο της δεύτερης περιόδου του. Ας εστιάσουμε μονάχα, και σύντομα, στη σύλληψη της ποίησης που ο Σεντένο Γουέλλ μας προσφέρει στο πρώτο από αυτά: “El Hombre en busca de su Dios – Ο Άνθρωπος σε Αναζήτηση του Θεού του”. «Πιστεύω στην ποίηση γιατί πιστεύω στον άνθρωπο», λέει αρχίζοντας. Και ο άνθρωπος είναι κυρίως «Δημιούργημα υλικό, κυριευμένο από τα πνεύματα της δημιουργίας και της ονειρικής κατάστασης· ψυχή που προορίζεται για την κόλαση των ερωτημάτων και της ανυποταγής· στο ουράνιο κλίμα του ποιητικού, στα ουράνια της ευδαιμονίας και του έρωτα.» Από αυτήν τη σύλληψη ο άνθρωπος αποκομίζει την αντίληψη της ποίησης: «Μόνο το πνεύμα είναι προσφυές για την ποιητική ατμόσφαιρα». Γι αυτό, προσφέροντας την αντίληψή του για την ποίηση, μας λέει:
«Η ποίηση δεν είναι μόνο μία άσκηση της τέχνης που καθιστά έγκυρη και εφικτή την ύλη του ονείρου, αλλά επίσης ένα καθήκον υπερβατικό του πνεύματος, ελάχιστη ποσότητα της αιωνιότητας, ανοιχτός διάλογος με το θείο.»
Ο ποιητής έχει αναφέρει ήδη από την πρώτη γραμμή ότι η ποίηση είναι γι αυτόν το μέσον για να φτάσει στο Θεό, να τον γνωρίσει. Δημιουργώντας την ποίηση, ο άνθρωπος πλάθεται από αυτήν. Συγχρόνως, είναι αποτέλεσμα των επισκέψεων του θείου στον άνθρωπο, και πράξη αναψυχής συμπαντικής και γήινης.[lvii] Γι αυτόν το λόγο το άσμα είναι ιερό. Για να εξηγήσει αυτήν την αντίληψή του, παραθέτει τα λεγόμενα ενός από τους μεγάλους Άγγλους ρομαντικούς ποιητές, του Shelley.[lviii] (Θα ήταν χρήσιμο να αντιπαραβάλλουμε και να σχολιάσουμε τις σχέσεις που ίσως συνιστώνται ανάμεσα σε αυτήν την αντίληψη της ποίησης και στο περιεχόμενο του δοκιμίου “Defensadelapoesía – (Υπεράσπιση της ποίησης)” του μεγάλου ρομαντικού, για τον οποίον το δημιουργικό πνεύμα του ποιητή είναι η πρωταρχική κινητήρια δύναμη του κόσμου. Πράγμα που, από την άλλη πλευρά, είναι θεμελιώδης αρχή του ρομαντικού κινήματος). Όταν εν τέλει επιστρέφει από το όραμα του Θεού, γεμάτος αμφιβολίες κι ερωτήματα, σκέφτεται εάν αυτή η «εσωτερική αστραπή» που είναι η ποίηση, ο λόγος, θα είναι αυτό που θα τον έχει υπηρετήσει στην προσπάθειά του να φτάσει το όραμα του Θεού. Και [αυτό], αν ο άνθρωπος είναι μόνο ένα «ον ονειρικό και διαλεκτικό», ένας δημιουργός μονάχα λέξεων. Ούτως η άλλως, η ποίηση, μόνο η ποίηση, ως «καθήκον υπερβατικό του πνεύματος», ως «ανοιχτός διάλογος με το θείο», κατορθώνει, όχι μόνο να καταστήσει «έγκυρη και εφικτή την ύλη του ονείρου», αλλά να επιβιώσει ως «ελάχιστη ποσότητα της αιωνιότητας».
Η γλώσσα των «Ποιητικών Δοκιμίων» βιώνει τη διαλεκτική ένταση της έκφρασης ποιητικών οραμάτων και αφηρημένων εννοιών. Παρ’ όλο ότι το περιεχόμενο αυτού του πνευματικού πονήματος είναι γραμμένο –στο μεγαλύτερο μέρος του- σε πεζό λόγο, ο ποιητής δεν εγκαταλείπει την ιδιότητά του, η οποία έγκειται στην έρευνα του αιώνιου, του ουσιώδους, του όντος, στα πλαίσια του αποχρώντος, του πεπερασμένου και του θνητού· έγκειται στη σύλληψη και στην απελευθέρωσή του, με σκοπό τη θήρευσή του μέσα στο ποίημα. Ας δει, λοιπόν, ο αναγνώστης την ποιητική και φιλοσοφική αξία των προαναφερθέντων κειμένων.
Και ας βάλουμε τελεία και παύλα. Ειδάλλως, αυτή η προκαταρκτική ανάλυση θα λάβει διαστάσεις μεγαλύτερες από το ίδιο το έργο του Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ, το οποίο απλά προσπαθήσαμε να σχολιάσουμε. Καμία επίκριση δεν είναι ικανή να αντικαταστήσει το καθαυτό έργο.
Estos ensayos representan momentos de la vida emocional de un hombre, que ha vivido con los ojos abiertos al milagro de la vida: palpando, percatando su existir, que sintió la inmensa soledad de la tierra y hacia Dios levantó su pregunta: que buscó su verdad como un ciego la luz, y él mismo construyó su sueño y su esperanza.
Fernando Centeno Güell
Αυτά τα δοκίμια απεικονίζουν στιγμές της συναισθηματικής ζωής ενός ανθρώπου, ο οποίος έχει ζήσει με τα μάτια ανοιχτά μπροστά στο θαύμα της ζωής: ψηλαφώντας και συνειδητοποιώντας την ύπαρξή του· αισθάνθηκε την απέραντη μοναξιά της γης, και ύψωσε προς το Θεό τα ερωτήματά του· αναζήτησε τη δική του αλήθεια όπως ένας τυφλός το φως, και μόνος δημιούργησε τ’ όνειρό του και την ελπίδα του.
Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ
[i] Generación del ´98: Στα 1889 η Ισπανία χάνει την Κούβα, το Πουέρτο Ρίκο και τις Φιλιππίνες, τις τελευταίες της αποικίες στην αμερικανική και την ασιατική ήπειρο, αντίστοιχα, και υφίσταται στρατιωτικό όλεθρο στον πόλεμο με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Ξεκινά, λοιπόν, μία εσωτερική αναταραχή, μία εκτεταμένη διαμαρτυρία για την πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική κατάσταση της χώρας, με ηγέτες τους ανθρώπους των γραμμάτων εκείνης της εποχής, μεταξύ των οποίων διακρίνεται ο Miguel de Unamuno, ο οποίος διατείνεται ότι: «ο ισπανικός λαός χρειάζεται να έχει ένα ιδιαίτερο συναίσθημα και ένα δικό του ιδεώδες για την ίδια του τη ζωή και τις αξίες της». Ο ιδεαλισμός και ο ατομικισμός ώθησαν τη Γενιά του ’98 προς μία λυρική αλλά συγχρόνως αντικειμενική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Πρόκειται για μία περίοδο αναδημιουργίας, που δέχεται ξένες επιρροές από προσωπικότητες, όπως ο Friedrich Nietzsche (Γερμανία, 1844-1900). Κυριαρχεί, επίσης, μία αντίληψη «χριστιανικού υπαρξισμού» στη ζωή που βρίσκεται στο περιθώριο της επίσημης θρησκείας. Οι αναλυτές της λογοτεχνίας θεωρούν αυτήν τη Γενιά ως μία άποψη του Μοντερνισμού.
[ii] Costa Rica (=πλούσια ακτή): ισπανόφωνη χώρα της Κεντρικής Αμερικής, με έκταση 50.000 τετρ. χλμ. και πληθυσμό 4.000.000. Συνορεύει βόρεια με τη Νικαράγουα και νότια με τον Παναμά. Δυτικά βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό και ανατολικά από τον Ειρηνικό. Πρωτεύουσα είναι η πόλη του Αγίου Ιωσήφ (San José), με πληθυσμό 1.000.000. Ονομάζεται και «Ελβετία της Κεντρικής Αμερικής», λόγω της πολιτικής της σταθερότητας. Το 1987, επί προεδρίας του Óscar Arias Paz, τιμήθηκε με το βραβείο Nobel Ειρήνης. (Οι αριθμοί κατά προσέγγιση.)
[iii] Ricardo Fernández Guardia: (Κόστα Ρίκα, 1867–1950). Συγγραφέας και διπλωμάτης του κοσταρικανικού μοντερνισμού, που τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο της χώρας του για το έργο του, από το οποίο διακρίνεται η μελέτη του «La Independencia», που μιλά για την ανεξαρτησία της Κόστα Ρίκα από το ισπανικό στέμμα, το 1821.
[iv] Carlos Gagini: (Κόστα Ρίκα, 1865–1925). Ελβετικής καταγωγής φιλόλογος, ο οποίος μελέτησε τις γλώσσες των ιθαγενών της Κόστα Ρίκα και συνέγραψε το «Diccionario de costarriqueñismos» ένα λεξικό τους ισπανικούς ιδιωματισμούς της χώρας του. Λογοτεχνικά, εναντιώθηκε στο Μοντερνισμό. Πολιτικά, ο Gagini χαρακτηριζόταν ως γερμανόφιλος, και στα δοκίμιά του ανέλυε τους φόβους του για την ηγεμονική στάση των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι στις υπόλοιπες λατινοαμερικανικές χώρες.
[v] Βλ. σχόλιο Νο. 31 (Joaquín García Monge: Προσοχή: να μην συγχέεται με τον Carlos Francisco Monge.
[vi] Βλ. βιογραφία στο ίδιο κείμενο.
[vii] Βλ. στοιχεία πιο κάτω.
[viii] Miguel Ángel Asturias Rosales: (Γουατεμάλα, 1899-1974). Ποιητής, πεζογράφος και διπλωμάτης, που τιμήθηκε με το βραβείο Nobel Λογοτεχνίας το 1967, και με το βραβείο Lenin, ένα χρόνο νωρίτερα. Με το έργο του παγίωσε τη συνεισφορά της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας στο δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, και κατόρθωσε να προσελκύσει το διεθνές ενδιαφέρον για τους ιθαγενείς πολιτισμούς, και ιδιαίτερα για τους Μάγιας της πατρίδας του. Ασχολήθηκε επίσης με την ανθρωπολογία και τη μυθολογία, και συγχρωτίστηκε με το κίνημα του σουρεαλισμού. Υπήρξε προάγγελος του απογείου, στο οποίο θα έφταναν τα ισπανοαμερικανικά γράμματα κατά τις δεκαετίες του 1960 & ΄70. Σημαντικό έργο του: El Señor Presidente (1946), στο οποίο εκφράζει τις κοινωνικές και ηθικές προσδοκίες του λαού του.
[ix] Impression(n)isme: Τεχνοτροπία που εκδηλώθηκε στον τομέα της ζωγραφικής και κυριάρχησε για ένα διάστημα στο διεθνή καλλιτεχνικό ορίζοντα κατά το δεύτερο μισό του 19ου αι. Ο ακραιφνής ιμπρεσιονισμός ορίζεται μεταξύ του 1874 και του 1886 και παρουσιάζεται ως η ιστορία μίας ομάδας καλλιτεχνών που εξέθεσαν τα έργα τους ανεξάρτητα από το επίσημο Salon. Ο όρος προέρχεται από τη γαλλική λέξη impression και σημαίνει εντύπωση. Πρωτοδιατυπώθηκε από έναν κριτικό της τέχνης το 1874, για έναν πίνακα του Claude Monet, με τίτλο «Εντύπωσις ανατέλλοντος ηλίου». Βασικό χαρακτηριστικό του ιμπρεσιονισμού είναι η προσπάθεια ν’ απεικονίσει τις στιγμιαίες, φευγαλέες εντυπώσεις. Ηγετική μορφή του ιμπρεσιονισμού είναι ο Edouard Manet.
[x] Expresion(n)isme: Τάση που εμφανίζεται σε διάφορες ιστορικές περιόδους και παίρνει τις διαστάσεις καλλιτεχνικού και λογοτεχνικού κινήματος στις αρχές του 20ου αι. Ο όρος προέρχεται από το γαλλικό λήμμα expression και σημαίνει έκφραση, εκδήλωση του συναισθήματος. Ο εξπρεσιονισμός εμφανίζεται το 1901 στη Γαλλία ως ο αντίποδας του ιμπρεσιονισμού, αφού δεν ενδιαφέρεται πλέον ν’ απεικονίσει την εντύπωση που προκαλεί το αντικείμενο σε μία δεδομένη στιγμή, αλλά ασχολείται με την έκφραση του εσωτερικού βιώματος άμεσα κι αυθόρμητα. Δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην έκφραση, ακόμη και σε βάρος οποιασδήποτε φυσικής αιτιότητας και οργανικότητας. Ο εξπρεσιονισμός καταπολεμήθηκε στη Γερμανία από τους ναζιστές σαν «έκφυλη τέχνη», και πολλοί οπαδοί του αναγκάστηκαν στη δεκαετία του 1940 να εκπατριστούν. Κυριότερος εκπρόσωπός του είναι ο Franz Kafka.
[xi] Fauvisme: Το πρώτο καλλιτεχνικό κίνημα της πρωτοπορίας (avant-garde) στον 20ο αι., που στάθηκε και η βάση για όλα σχεδόν τα ρεύματα που ακολούθησαν. Ο όρος οφείλεται στο Γάλλο τεχνοκριτικό Ζ. Ω. Ερβέ, ο οποίος στα 1905 αποκάλεσε fauves (θηρία) μία ομάδα ζωγράφων, οι οποίοι εξέθεσαν στο παρισινό Salon. Στο φωβισμό η εικόνα απελευθερώνεται από τη μίμηση της φύσης και αποκτά έναν έντονο εξπρεσιονιστικό χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, απελευθερώνεται η ζωγραφική από τη σύνδεσή της με τη θρησκεία, την ιστορία και τη λογοτεχνία. Δεν παίζει πλέον το ρόλο του τεκμηριωτή προσώπων, γεγονότων, καταστάσεων και οραμάτων, ούτε είναι ένας ερμηνευτικός αντικατοπτρισμός της πραγματικότητας. Κυριότερος εκπρόσωπός του είναι ο Henri Matisse.
[xii] Cubisme: Κίνημα της μοντέρνας τέχνης, που πρωτοπαρουσιάζεται to 1908 στη Γαλλία. Κατοχυρώνεται θεωρητικά από τον Guillaume Apollinaire, ο οποίος διακήρυξε ότι «η γεωμετρία στις πλαστικές τέχνες έχει την ίδια σημασία που έχει η γραμματική στην τέχνη του λόγου». Ο κυβισμός ένα από τα ριζοσπαστικότερα κινήματα, το οποίο εκφράζει την ανατροπή των εκφραστικών κριτηρίων του 19ου αι. και οδηγεί κατευθείαν στην τέχνη του 20ου αι.
[xiii] Futurismus: Τύπος καλλιτεχνικής έκφρασης που δημιουργήθηκε το 1909. Το φουτουριστικό μανιφέστο του Ιταλού ιδεολόγου και ποιητή Filippo Achille Emilio Angelo Carlo Tommaso Marinetti (1876-1944), αναφέρει: «Θέλουμε να τραγουδήσουμε την αγάπη προς τον κίνδυνο… Ομολογούμε ότι το μεγαλείο του κόσμου πλουτίστηκε από τη νέα ομορφιά της ταχύτητας… Ένα αυτοκίνητο είναι πιο όμορφο από τη Νίκη της Σαμοθράκης… Ομορφιά υπάρχει μόνο στον αγώνα. Ένα έργο χωρίς χαρακτήρα επιθετικό δεν μπορεί να είναι μεγάλο… Θέλουμε να υμνήσουμε τον πόλεμο –αυτήν τη μοναδική εξυγίανση του κόσμου- το μιλιταρισμό, τον πατριωτισμό, τον αναρχισμό, τις ωραίες ιδέες για τις οποίες πεθαίνει κανείς… Θέλουμε να καταστρέψουμε τα Μουσεία, τις Βιβλιοθήκες και τις Ακαδημίες κάθε λογής. Θέλουμε ν’ αγωνιστούμε ενάντια στο μοραλισμό, το φεμινισμό, κι ενάντια στη δειλία που βασίζεται στη σκοπιμότητα και την αυτοεξυπηρέτηση…» Κυριότερος εκπρόσωπός του είναι ο Giacomo Balla.
[xiv] Dadaisme: Φιλολογική και καλλιτεχνική κίνηση που απέβλεπε στο σάρωμα των τυποποιημένων από το κατεστημένο πνευματικών εννοιών και στην αντικατάστασή τους από νέες. Η κίνηση αυτή, ξεκινώντας το 1916 από το ουδέτερο έδαφος της Ελβετίας, απέκτησε σύντομα έντονο επαναστατικό και ανατρεπτικό χαρακτήρα και πήρε οικουμενικές διαστάσεις. Το όνομα του κινήματος, που είναι μία λέξη των νηπίων και σημαίνει αλογάκι -όπως το ελληνικό «ντε-ντε»- βρέθηκε τυχαία, ενώ μία ομάδα λογοτεχνών ξεφύλλιζαν με μία οδοντογλυφίδα το εγκυκλοπαιδικό λεξικό Petit Larousse. Οι ντατανταϊστές ήταν οι πρώτοι καλλιτέχνες του 20ου αι., που θέλησαν συνειδητά να δημιουργήσουν μία αντιτέχνη. Ήταν η αναρχική αντίδραση ενάντια στα τραγικά αποτελέσματα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και «ενάντια σ’ εκείνον τον πολιτισμό που τον είχε υποθάλψει». Έτσι, στρέφεται κατά των κακώς κειμένων, κατά της αυτοϊκανοποίησης του καλού αστού, με σαρκασμό, ειρωνεία και κυνισμό. Από την πλευρά αυτή διαφαίνεται ο ηθικός χαρακτήρας του ντανταϊσμού, κι ένα είδος θρησκευτικής διάστασης που αποκρυσταλλώνεται στην βασικότερη ρήση του κινήματος: «Dada είναι το ξεσήκωμα των άπιστων στην απιστία· είναι η νοσταλγία μιας νέας πίστης· είναι επίσης ένα όπλο ενάντια στην ανόητη, λογική ερμηνεία του κόσμου». Οι ντανταϊστές θέλησαν ν’ αναπαραγάγουν τη γλώσσα, αποδίδοντάς την με αυθόρμητους τόνους και σε σχέση προς μία εικόνα. Χρησιμοποίησαν το παράλογο και το παράδοξο. Κατέστρεψαν την τάξη και αυτό που λέγεται τεχνική τελειότητα κι έδωσαν τα πρωτεία στο τυχαίο. Έτσι φαίνεται καθαρά ότι η τάση αυτή αποτελεί και μία αντίθεση στο μηχανοκρατικό και τεχνικό πολιτισμό. Αποξένωσε την πραγματικότητα, οπότε παρουσιάζεται ως πρόδρομος του σουρεαλισμού Αξιοποίησε παρορμήσεις του εξπρεσιονισμού, του κυβισμού και του φουτουρισμού, και καθιερώθηκε σαν αντιτέχνη, δηλαδή σαν μία έκφραση που αντιτίθεται στην καλλιτεχνικότητα και στην αισθητική κουλτούρα. Καταργεί τη γλώσσα, αλλοιώνει τη μουσική αρμονία και αναπτύσσει το αυτοσχέδιο θέατρο. [Λυδάκης Στέλιος & Βογιατζής Τάκης: Σύντομο λεξικό όρων της ζωγραφικής, Εκδ. Μέλισσα, Αθήνα, 1990 Αποσπασματικό]. Κυριότερος εκπρόσωπός του είναι ο Tristan Tzara.
[xv] Surrealisme: Λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό κίνημα που πρωτοεμφανίστηκε στη Γαλλία μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι θεωρητικές του θέσεις επεκτάθηκαν προς τη φιλοσοφία και την πολιτική. Δέχτηκε τις κατηγορηματικές θέσεις των ντανταϊστών ενάντια στις αξίες της παράδοσης, κι επιτέθηκε στο ρασιοναλισμό (=ορθολογισμό), την τεχνοκρατία και την τεχνική πρόοδο γενικά, που καταπιέζουν τη φαντασία. Ξεκίνησε από μία ομάδα ποιητών -με κυριότερο το Γάλλο συγγραφέα και θεωρητικού André Breton-, οι οποίοι είχαν ασχοληθεί με τον ψυχικό αυτοματισμό, που απασχολούσε εκείνη την εποχή διάφορους επιστήμονες -όπως τον εβραϊκής καταγωγής Αυστριακό ψυχίατρο Sigmund Slomo Freud (Freiburg-Τσεχία, 1856 – Λονδίνο, 1939), που ενδιαφέρονταν να ανακαλύψουν του μηχανισμούς του υποσυνείδητου και να υπερβούν την πραγματικότητα μέσω του φανταστικού και του παράλογου. Πρέσβευαν ότι «ο υπερρεαλισμός πρέπει ν’ αφυπνίσει τις δυνάμεις του υποσυνείδητου για ν’ αποκατασταθεί μία εσωτερική ισορροπία στις ψυχοπνευματικές δυνάμεις του ανθρώπου». Τον όρο surrealisme έπλασε ο Guillaume Apollinaire. Σύμφωνα με το πρώτο μανιφέστο του André Breton, το 1924, ο σουρεαλισμός είναι ένας καθαρός ψυχικός αυτοματισμός, που επιχειρεί να εκφράσει προφορικά, γραπτά ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, την πραγματική ροή της σκέψης. Πρόκειται για μία υπαγόρευση της σκέψης χωρίς κανέναν έλεγχο της λογικής, και πέρα από κάθε αισθητική ή ηθική προκατάληψη. Ο υπερρεαλισμός βασίζεται στην πίστη σε ορισμένους συσχετισμούς από την πραγματικότητα, στην παντοδυναμία του ονείρου, στο άσκοπο παιχνίδι της σκέψης. Αποσκοπεί στο να καταστρέψει οποιουσδήποτε άλλους ψυχικούς μηχανισμούς και να πάρει τη θέση τους, όταν πρόκειται ν’ αντιμετωπισθούν και να λυθούν τα σημαντικά προβλήματα της ζωής.
[xvi] Neorealismo (ιταλ.): Νέα μορφή του ρεαλισμού· πρόκειται για ιταλικό λογοτεχνικό κίνημα το οποίο άνθισε ιδίως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και επεδίωξε να ασχοληθεί ρεαλιστικά τόσο με τα γεγονότα που οδήγησαν σε εκείνον τον πόλεμο, όσο και με τα κοινωνικά προβλήματα που αυτά τα γεγονότα προκάλεσαν. Οι ρίζες του κινήματος μπορούν ν’ ανιχνευθούν στη δεκαετία του 1920, και παρ’ όλο ότι αυτό υπέστη εικοσαετή καταστολή από το φασιστικό καθεστώς του Benito Mussolini (1922-1943), έβγαλε καρπούς μετά το τέλος του πολέμου. Αποκρυσταλλώθηκε προς τα τέλη της δεκαετίας του 1960, και παρουσιάζεται ως μία υπερακριβής απόδοση της πραγματικότητας, που φτάνει σε πρωτοφανείς υπερβολές κι έντονα συναισθήματα αντίστασης. Κυριότερος εκπρόσωπός του είναι ο Italo Calvino (Ιταλία, 1923-1985), ο οποίος συνέγραψε το “Il sentiero dei nidi” (1947). Βέβαια, ο Calvino, αφού μεταπήδησε για μία περίοδο στο μαγικό ρεαλισμό –ο οποίος άνθισε κατά το λατινοαμερικανικό Boom του 1950-, κατέληξε να δημιουργήσει ένα δικό του λογοτεχνικό ύφος. Ο Νεορεαλισμός, όμως, ως κίνημα περισσότερο κινηματογραφικό, εκπροσωπήθηκε εξ ίσου και από τον Pier Paolo Pasolini, τον ιταλό συγγραφέα και σκηνοθέτη (1922-1975), ο οποίος το 1955 έγραψε το έργο “Ragazzi di vita”.
[xvii] Existentialisme: Η «υπαρξιακή φιλοσοφία του 20ου αι.», περιλαμβάνει όλα τα φιλοσοφικά ρεύματα που ασχολούνται με την υπαρξιακή κατάσταση του ανθρώπου. Ο υπαρξισμός κατηγορήθηκε πως διακηρύσσει την απάθεια, μέσα σε μία απελπισμένη εφησύχαση, μια που όλες οι λύσεις αποκλείονται. Με τον όρο εξιστενσιαλισμός εννοούμε μία θεωρία που κάνει τη ζωή εφικτή, και που διατείνεται ότι κάθε αλήθεια και κάθε δράση υπονοεί ένα μέσον και μία υποκειμενικότητα ανθρώπινη. Ο Καθολικισμός οικτίρει τους υπαρξιστές, γιατί αμφισβητούν την πραγματικότητα και τη σοβαρότητα των ανθρώπινων ενδιαφερόντων. Οι εξιστενσιαλιστές, όμως, απαιτούν την αναθεώρηση όλων των αξιών και ιδιαίτερα της χριστιανικής ηθικής –την οποίαν ονομάζουν «ηθική των σκλάβων», έτσι ώστε οι αδύναμοι να μην αποτελούν εμπόδιο για την πρόοδο των δυνατών. Προγενέστεροι φιλόσοφοι, όπως ο Friedrich Nietzsche (Γερμανία, 1844-1900), πίστευαν ότι ο Χριστιανισμός είχε αποστρέψει το βλέμμα του από τα εγκόσμια, κι ατένιζε τον ουράνιο κόσμο των ιδεών, πράγματα που οι υπαρξιστές (επιρρεασμένοι από εκείνον), θεωρούν επίσης ως λόγια κενά, έννοιες φαινομενικές και στερημένες από την πραγματικότητα. Κυριότερος εκπρόσωπος του εξιστενσιαλισμού είναι ο Γάλλος Jean Paul Sartre (Γάλλος νομπελίστας φιλόσοφος και λογοτέχνης, 1905-1980), ο οποίος έλεγε ότι «ο υπαρξισμός είναι ανθρωπισμός» (βλ. ομώνυμο βιβλίο, μτφρ. Μ. Πολίτη, Εκδ. Δαμιανός.) Ο αθεϊστικός εξιστενσιαλισμός (του Martin Heidegger, Γερμανία 1889–1976), είναι μία ανελέητη ανάλυση της ανθρώπινης κατάστασης μετά το θάνατο του Θεού. Κατ’ αυτόν, «η ύπαρξη προηγείται της ουσίας». Ο Sartre έλεγε ότι «ο άνθρωπος υπάρχει αυτός καθ’ αυτόν, κι έχει συνείδηση της ύπαρξής του· δεν έχει, όμως, αιώνια φύση για να τη αναζητά· αισθάνεται ξένος μέσα σ’ έναν κόσμο χωρίς νόημα και είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος, επειδή δεν έπλασε μόνος του τον εαυτό του. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει, κι ας είναι φορτωμένος με μία δυσβάσταχτη ελευθερία. Δε διάλεξε ο ίδιος το δρόμο της ύπαρξης. Είναι όμως αποκλειστικά υπεύθυνος για όλες του τις πράξεις. Άρα: υπάρχω σημαίνει δημιουργώ μόνος μου την ουσία μου, το νόημα της ζωής μου.» Με αυτήν τη σκέψη, ο Sartre προσπαθεί ν’ αποδείξει ότι η συνείδηση δεν είναι τίποτα πριν αρχίσει να εγγράφει εντυπώσεις. Παρ’ όλο ότι στα 1964, ο Sartre –έχοντας αρνηθεί το βραβείο Nobel- ακολούθησε το μαρξισμό, οι ίδιοι οι μαρξιστές προσάπτουν στους εξιστενσιαλιστές ότι έχουν ως αφετηρία τους την πιο αυστηρή υποκειμενικότητα, δηλαδή από το καρτεσιανό «cogito - σκέπτεσθαι», –που θα πει πως από τη στιγμή που ο άνθρωπος σβήνει μέσα στη μοναξιά του, δεν μπορεί να γυρίσει στην αλληλεγγύη. «Μπορούμε να μιλάμε μόνο για ηθικούς κώδικες συγκεκριμένων τάξεων που αντανακλούν τις ειδικές τους συνήθειες και συμφέροντα» ανταπαντά ο Sartre. Σε αυτά τα πλαίσια κινείται το δοκιμιακό και ποιητικό έργο του Κοσταρικανού Ακαδημαϊκού Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ. Σύμφωνα με τον Isaac Felipe Azofeifa – οποίος προλογίζει τα Ποιητικά Δοκίμια, ο ποιητής «φτιάχνει από την ύπαρξη την ύλη της ποίησής του […] όμως του λείπει η θρησκευτική πίστη. […] Χρειάζεται να δει και να αισθανθεί τη δική του αλήθεια. […] Ο Θεός αποτελεί μία αποκλειστική δημιουργία και ιδιοκτησία του ποιητή.» Αλλά κι ο ίδιος ο Γουέλλ αναφέρει ότι: «σαν προφήτες», αναγεννώνται μέσα του «η αμφισβήτηση του και τα ερωτήματά του».
[xviii] Edouard Manet: (Γαλλία, 1832–1883). Άλλη μία ηγετική μορφή του ιμπρεσιονισμού. Από αυτόν επιρρεάστηκαν πολλοί σημαντικοί ζωγράφοι, όπως ο Claude Monet.
[xix] Claude Monet: (Γαλλία, 1840–1926). Ο πίνακάς του «Impression, soleil levant» (Εντύπωσις ανατέλλοντος ηλίου) πρωτοδιατυπώθηκε ο όρος «ιμπρεσιονισμός». Επιρρεάστηκε από τον Manet.
[xx] Franz Kafka: (Πράγα, 1883 – Kierling/Βιέννη, 1924). Γόνος εβραϊκής οικογένειας της μεσαίας τάξης, από την Αυστροουγγαρία. Το έργο του επιρρέασε έντονα τη λογοτεχνία του δυτικού κόσμου. Η φαινομενική απόγνωση και η ατοπία που διαφαίνονται στα κείμενά του, θεωρούνται ως τα εμβλήματα του υπαρξισμού. Ορισμένοι σχολιαστές αναλύουν το έργο του από μία άποψη του μοντερνισμού, κι άλλοι τον θεωρούν ως τον προάγγελο του μαγικού ρεαλισμού. Άλλοι πάλι, του αποδίδουν στοιχεία φροϋδικά ή μαρξιστικά. Σημαντικό έργο του: Die Verwandlung (Η Μεταμόρφωση, 1915).
[xxi] Henri Matisse: (Γαλλία, 1869–1954). Ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους του 20ου αι., ο οποίος είχε χαρακτηριστεί ως «fauve» (=θηρίο).
[xxii] Wilhelm Albert Vladimir (Waż) Apolinaris Kostrowitzky (Guillaume Apollinaire): (Ιταλία, 1880–Γαλλία, 1918). Πολωνικής καταγωγής Γάλλος ποιητής, μέλος του Montparnasse και κριτικός της τέχνης, ο οποίος έπλασε τη λέξη surrealisme (=υπερρεαλισμός) κι επιρρεάστηκε από τους συμβολιστές της ποίησης. Σημαντικό έργο του: Les onze mille verges (1907).
[xxiii] Giacomo Balla: (Ιταλία, 1871–1958). Ιταλός ζωγράφος του φουτουρισμού, ο οποίος επιρρεάστηκε από τον Filippo Tommaso Marinetti.
[xxiv] Sami Rosenstock Tristan Tzara: (Ρουμανία, 1896 – Γαλλία, 1963). Εβραϊκής καταγωγής ιδρυτής του κινήματος του Ντανταϊσμού, ο οποίος μεταπήδησε στην ομάδα των υπερρεαλιστών, σε μία προσπάθειά του να συνενώσει το σουρεαλισμό με το μαρξισμό. Σημαντικό έργο του: Το Μανιφέστο του Ντανταϊσμού.
[xxv] André Breton: (Γαλλία, 1896-1966). Συγγραφέας και θεωρητικός του σουρεαλισμού. Όρισε το σουρεαλισμό ως «καθαρό ψυχικό αυτοματισμό» και ανέφερε οτο «το Μεξικό είναι η πλέον σουρεαλιστική χώρα στον κόσμο».
[xxvi] Hernán Cortés de Monroy y Pizarro, Primer Marqués del Valle de Oaxaca, México: (Ισπανία, 1485–1547). Ισπανός κατακτητής του Μεξικού. Έγραψε το ιστορικό έργο: Cartas de relación (1519), στο οποίο περιγράφει την εξερεύνηση του κεντρικού Μεξικού, την κατάκτηση της Αυτοκρατορίας των Αζτέκων και τις ίντριγκες που οδήγησαν στην πτώση αυτού του μεγάλου πολιτισμού. Αντίθετα από τη μεσοαμερικανική περιοχή του κεντρικού, νότιου και ανατολικού Μεξικού, στην Κόστα Ρίκα, οι πολυάριθμοι ισπανοί κατακτητές, -που έφτασαν εκεί μετά το Χριστόφορο Κολόμβο (1502), όπως οι: Diego de Nicuesa (1510), Hernán Ponce de León (1519), Gil González Dávila (1522), Francisco Fernández de Córdoba (1524), Felipe Gutiérrez (1534-5), Hernán Sánchez de Badajoz (1539-41), Rodrigo de Contreras (1540-41), Diego Gutiérrez (1542), Juan de Cavallón (1561), Juan Vázquez de Coronado (1563), δεν άφησαν σημαντικά γραπτά μνημεία της ιστορίας και της λογοτεχνίας της εποχής τους και των ισπανικών περιοχών απ’ όπου κατάγονταν.
[xxvii] Álvaro Quesada Soto: Σύγχρονος φιλόλογος και μελετητής των λατινοαμερικανικών γραμμάτων, ο οποίος συστηματοποίησε την κατάτμηση της ιστορικής έρευνας της κοσταρικανικής λογοτεχνίας σε περιόδους από τον 16ο αι., μέχρι σήμερα. Πιστεύει ότι αυτή η διαδικασία αποτελεί μέρος μίας ευρύτερης προσπάθειας για τη δημιουργία ενός έθνους ως μία φανταστική κοινότητα, παρά μία ουσιαστική πραγματικότητα. Σημαντικό έργο του: Uno y los otros. Identidad y literatura en Costa Rica (1998). Πραγματεύεται την τραγωδία της αμερικανικής ηπείρου, η οποία παραμένει υπανάπτυκτη και εξαρτώμενη.
[xxviii] Generación del Círculo del Olimpo (1890-1920)· Κύριο μέλημα αυτού του λογοτεχνικού, αλλά και κοινωνικού κύκλου –που αυτοαποκαλείτο με εκείνην την ελληνοπρεπή ονομασία, λόγω της έπαρσης που χαρακτήριζε τα μέλη του- ήταν ο η δημιουργία εθνικής ταυτότητας και ο εκμοντερνισμός της Κόστα Ρίκα. Με αυτόν το σκοπό, διενήργησε τις επονομαζόμενες «φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις» κατά τη δεκαετία του 1880, όταν κατέρρευσε η δικτατορία των αδελφών Tinoco (1870-1882), όπως ο συγκεντρωτισμός της οικονομικής, πολιτικής και ιδεολογικής ισχύος στα χέρια μίας ομάδας κρεολών που ασχολούνταν με την εξαγωγή του καφέ. Το μέσον για αυτήν την προσπάθεια ήταν ο αγροτικός καπιταλισμός, η ενίσχυση του Κράτους και ο εκπολιτισμός της λαϊκής κουλτούρας. Σε εκείνην την περίοδο θεσμοθετήθηκε η υποχρεωτική βασική παιδεία για όλους τους πολίτες. Πρόκειται για την εποχή του εθνικού ήρωα Juan Santamaría, εκείνου του ταπεινού μιγάδα ήρωα από την επαρχία της Alajuela, που –λίγο νωρίτερα, το 1854-, όταν ο εμφύλιος ανάμεσα σε φιλελεύθερους και συντηρητικούς μάστιζε τη γειτονική Νικαράγουα, νίκησε τον Αμερικανό «πειρατή – filibustero» William Walker, ο οποίος, με τη βοήθεια των Νικαραγουανών, θέλησε να προσαρτήσει την Κόστα Ρίκα στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Σύγχρονοι ιστορικοί αναφέρουν ότι η πολιτεία, με την πάροδο του χρόνου, «άσπρισε» την μιγαδική επιδερμίδα αυτού του ήρωα, στην προσπάθειά της να δημιουργήσει την ιδεολογία της ομοιογενούς αυτής λευκής χώρας. Σήμερα ο Juan Santamaría αποτελεί σύμβολο της αμυντικής και όχι επιθετικής στάσης της Κόστα Ρίκα στη διεθνή κοινότητα, ενώ ο «Όλυμπος» είναι ο πολιτιστικός της φάρος. Σ’ αυτό το λογοτεχνικό ρεύμα ανήκει η «Λύρα της Κόστα Ρίκα» -μία ομάδα συγγραφέων με κυριότερο τον δημοσιογράφο και πολιτικό Aquileo J. Echeverería (San José / Κόστα Ρίκα, 1866 – Βαρκελώνη / Ισπανία, 1909), του οποίου σημαντικό έργο θεωρείται το Concherías, romances, epigramas y otros poemas (1953).
[xxix] Manuel González Zeledón (Magón) (Κόστα Ρίκα 1864–1936): Διπλωμάτης και συγγραφέας του κοσταρικανικού μοντερνισμού, ο οποίος με το έργο του προσπάθησε να κάνει ευρύτερα γνωστή την πολιτισμική νοοτροπία του λαού της Κόστα Ρίκα. Ανήκε στη Γενιά του Ολύμπου (1890-1920), της οποίας μέλημα ήταν η εδραίωση μίας εθνικής συνείδησης στην Κόστα Ρίκα. Τιμήθηκε από τη νομοθετική επιτροπή του Κοινοβουλίου της χώρας του. Σημαντικό έργο του: El Clis de Sol (1896), στο οποίο προσωποποιείται η εθνική νοοτροπία του Κοσταρρικανού.
[xxx] Reperorio Americano: πολιτιστικό –και κυρίως λογοτεχνικό- έντυπο με περιοδική κυκλοφορία που εκδιδόταν στην Κόστα Ρίκα από το 1919 έως το 1958. Απετέλεσε σημαντικό forum για τον πνευματικό κόσμο της Λατινικής Αμερικής, στο οποίο δημοσιεύονταν οι αντιφασιστικές, δημοκρατικές και ειρηνικές ιδέες. Ήταν, δηλαδή, κάτι ανάλογο του γαλλικού Montparnasse. Η ελευθερία και η ανεκτικότητα ήταν τα κύρια θέματα που απασχολούσαν τη δοκιμιογραφία εκείνης της εποχής. Ο Βενεζουελανός λογοτέχνης Andrés Bello ήταν ο δημιουργός του πρώτου Repertorio, που απετέλεσε την έμπνευση του αντίστοιχου κοσταρρικανικού, όπου δημοσιεύονταν άρθρα του Pablo Neruda και τα ζωγραφικά έργα τού ιταλικής καταγωγής κοσταρικανού Francisco Amighetti Ruiz (γενν.: 1907), ο οποίος ανάγει το εθνικό στοιχείο της πολιτισμικής ταυτότητας της Κόστα Ρίκα σε υπερεθνικό –ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής.
[xxxi] Joaquín García Monge: (Κόστα Ρίκα, 1881-1958). Ένας από τους σημαντικότερους Υπουργούς Παιδείας και συγγραφείς αυτής της χώρας, ο οποίος συνεισέφερε στο λογοτεχνικό ρεύμα της ισπανόφωνης Αμερικής, με την ονομασία: Cuadro de costumbre. Ακολούθησε τους νεωτερισμούς του Manuel González Zeledón. Ίδρυσε το κόμμα «Σύνδεσμος Εργατών, Αγροτών και Διανοούμενων» -το οποίο μετεξελίχθηκε στο σημερινό Κομμουνιστικό Κόμμα της Κόστα Ρίκα. Χαρακτηρίστηκε ως ο «πρόδρομος των κοσταρικανικών γραμμάτων». Σημαντικότερο έργο του: El moto (1900), μία νουβέλα μικρής έκτασης, στην οποία γκρεμίζεται η παλιά αγροτική και ολιγαρχική κοινωνία των τσιφλικάδων. [Προσοχή: να μη συγχέεται με τον Carlos Francisco Monge].
[xxxii] Grot(t)esco: Αρχιτεκτονικό στιλ που μιμείται την τραχύτητα των βράχων. Ο Ιταλός νομπελίστας (1936) δραματουργός Luigi Pirandello (1867-1936), χρησιμοποίησε αυτόν τον όρο ως ουσιαστικοποιημένο επίθετο, για να χαρακτηρίζει το νατουραλιστικό θεατρικό του ύφος, το οποίο αντανακλά μία πραγματικότητα ανάμεσα στο κωμικό και στο τραγικό στοιχείο.
[xxxiii] Σ’ αυτήν ανήκει η «Γενιά του ‘70», μία ομάδα συγγραφέων της Κόστα Ρίκα, οι οποίοι κατέκριναν την εξάντληση της πολιτικής προοπτικής μετά την ίδρυση της Δεύτερης Δημοκρατίας, που ακολούθησε τον εμφύλιο του 1948. Κύρια εκπρόσωπός της είναι η Carmen Naranjo.
[xxxiv] Turrialba: Κωμόπολη 60.000 κατοίκων με ομώνυμο ηφαίστειο ύψους 3.340 μ., στην πλευρά του Ατλαντικού, στην Κόστα Ρίκα. Το όνομά της έχει τρεις πιθανές προελεύσεις: από την Torrealba (Aragón), τόπο καταγωγής των πρώτων Ισπανών αποίκων του 16ου αι., η οποία με τη σειρά της προέρχεται από τη λατινική turris alba, που σημαίνει «λευκή πόλη», ή και από τη γλώσσα των ιθαγενών huetar, των οποίων ο αρχαιολογικός χώρος Guayabo, (200 π.Χ. – 100 μ.Χ.), βρίσκεται στην περιφέρεια. Ονομάζεται και «Μικρή Ελβετία», λόγω του αλπικού της τοπίου και του φημισμένου τυριού που παράγει. Ο ποταμός Reventazón, που ρέει στην περιοχή, έχει καταχωρηθεί από τη National Geographic Society ανάμεσα στους 5 ωραιότερους ποταμούς του κόσμου για rafting.
[xxxv] Laureano Albán: (Turrialba-Κόστα Ρίκα, 1942). Ποιητής και εκπρόσωπος της χώρας του στην UNESCO (1998-2002). Τιμήθηκε με τα βραβεία Magón (βλ. σχ. 41) και Aquileo J. Echeverría. Σημαντικό έργο του: La voz amenazada (1981).
[xxxvi] Julieta Dobles Izaguirre: (Κόστα Ρίκα, 1943). Φιλόλογος, γλωσσολόγος και βιολόγος (!) Καθηγήτρια του Παν/μίου της Νέας Υόρκης. Τιμήθηκε με το βραβείο Aquileo J. Echeverría. Σημαντικό έργο της: Hora de lejanías (1982).
[xxxvii] Carlos Francisco Monge: (Κόστα Ρίκα, 1951). Ακαδημαϊκός. Σημαντικό έργο του: Reino del latido (1978). [Προσοχή: να μη συγχέεται με τον Joaquín García Monge].
[xxxviii] Ronaldo Bonilla: Κοσταρρικανός συγγραφέας της «αστικής γενιάς» (1960-1980) και του «Κύκλου της Turrialba», δηλ. της περιόδου βιομηχανοποίησης της Κόστα Ρίκα, ο οποίος διακρίθηκε –μέσω του δυσμενούς κλίματος που προκάλεσε το «υπερβατικό Μανιφέστο» (1977) που έγραψε με τους: L. Albán, J. Dobles (βλ. σχ. 36), C.F. Monge.
[xxxix] Tatiana Lobo: (Χιλή, 1939) Το 1967 εγκαταστάθηκε στην Κόστα Ρίκα, κι έκτοτε θεωρείται κοσταρικανή συγγραφέας. Τιμήθηκε με το μεξικανικό βραβείο Sor Juana Inés de la Cruz και με το βραβείο Aquileo J. Echeverría της Κόστα Ρίκα. Σημαντικό έργο της: Blancos y negros, todos mezclados (1997).
[xl] Οι τίτλοι των κυριότερων βιβλίων του Fernando Centeno Güell, είναι οι εξής:
Lirios y Cardos (1926), το πρώτο που εξέδωσε
La mendiga del pinar
Carne y espíritu
SignoyMensaje – Σημάδι και Μήνυμα (ποιήματά του περιλαμβάνονται στο δοκίμιο El hombre en busca de
su Dios - Ο άνθρωπος σε αναζήτηση του Θεού του, της παρούσας έκδοσης των Ποιητικών Δοκιμίων.)
Evocación de Xande
Rapsodía de Anglae
Fábula del Bosque
ÍntimaBúsqueda – Προσωπική αναζήτηση (1975) [περιλαμβάνεται στην παρούσα έκδοση.]
El Ángelylasimágenes – Ο άγγελος και οι εικόνες (ποιήματά του
περιλαμβάνονται στο δοκίμιο ElhombreenbuscadesuDios - Ο άνθρωπος σε αναζήτηση του Θεού του, της παρούσας έκδοσης.)
Ensayos poemáticos – Ποιητικά δοκίμια (1961) [η παρούσα έκδοση.]
Las danzas de Job – Οι χοροί του Ιώβ (ποιήματά του περιλαμβάνονται στο δοκίμιο El hombre en busca de su
Dios - Ο άνθρωπος σε αναζήτηση του Θεού του, της παρούσας έκδοσης.)
Defensa de la poesía
Η ιστορική περίοδος συγγραφής των Ποιητικών Δοκιμίων χαρακτηρίζεται από την κουβανέζικη επανάσταση του Fidel Alejandro Castro Ruz (1959), την υπογραφή της Συνθήκης Ένωσης των Χωρών της Κεντρικής Αμερικής και την εμφάνιση της τηλεόρασης στην Κόστα Ρίκα (1960) και το αμερικανικό σχέδιο Marshall για τη Λατινική Αμερική (1961). Την επόμενη χρονιά, η Κόστα Ρίκα θα ενταχθεί στην Κεντροαμερικανική Κοινή Αγορά, ενώ τα ξένα κεφάλαια θα κυριαρχήσουν στη βιομηχανία της.
[xli] Premio Magón: Η ύψιστη αναγνώριση που χορηγεί η Δημοκρατία της Κόστα Ρίκα στους πολίτες που συνεισφέρουν με το έργο τους στον πολιτισμό. Καθιερώθηκε το 1961 και φέρει το όνομα του κοσταρικανού συγγραφέα Manuel González Zeledón Magón.
[xlii] Premio Andrés Bello: Λατινοαμερικανικό βραβείο που χορηγείται για την έρευνα της ανώτατης εκπαίδευσης. Θεσμοθετήθηκε το 1997 και φέρει το όνομα του Βενεζουελανού λογοτέχνη.
[xliii] Pablo Neruda (Neftalí Ricardo Reyes Basoalto, Χιλή 1904–1973) Ποιητής, διπλωμάτης και σύμβολο της πολιτικής και ιδιαίτερα της αποκατάστασης της δημοκρατίας στη χώρα του κατά τη δικτατορία του στρατηγού Pinochet. Το 1971 τιμήθηκε με το βραβείο Nobel Λογοτεχνίας, μία αντιφατική κίνηση, λόγω του πολιτικού του ακτιβισμού. Η κηδεία του εξελίχθηκε σε γεγονός κοινωνικού ξεσηκωμού. Το έργο του περιλαμβάνει σουρεαλιστική ποίηση, ιστορικά επικά και πολιτικά μανιφέστα. Σημαντικό έργο του: El canto general.
[xliv] Οι τίτλοι των κυριότερων βιβλίων του Isaac Felipe Azofeifa, είναι οι εξής:
Trunca unidad
Vigilia en pie de muerte
Canción
Estaciones
Días y territorios
Cima del gozo
Cruce de vía
[xlv] Luis de Góngora y Argote (Κόρδοβα, 1561-1627). Λυρικός λογοτέχνης του ισπανικού μπαρόκ. Δημιουργός του culteranismo, της ποίησης που εκφράζει έναν κόσμο απόλυτης ομορφιάς με στυλιζαρισμένα τα στοιχεία της πραγματικότητας. Δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην υψηλή αισθητική, για την επίτευξη της οποίας χρησιμοποιεί ένα αριστοκρατικό γλωσσικό ιδίωμα (culto), το οποίο καθιστά εντονότερα τα στοιχεία που κληρονόμησε από την Αναγέννηση. Σημαντικό έργο του: Las Soledades (1617) το οποίο διακρίνεται για το πληθωρικό, πομπώδες ύφος των καλολογικών του στοιχείων, που εκπέμπουν φως, χρώμα και μουσική μέσα από την επιτηδευμένη, άλλά κομψή έκφρασή του.
[xlvi] Rubén Darío (Félix Rubén García Sarmiento) (Νικαράγουα, 1867–1916). Ποιητής του ισπανόφωνου μοντερνισμού. Η κοσμοπολίτικη ζωή του, η μιγαδική του καταγωγή, το αισθησιακό του ταμπεραμέντο και το πάθος του για την αριστοκρατία είναι τα στοιχεία που δικαιολογούν πολλές πλευρές του έργου του: τις ποικίλες επιρροές που έλαβε από το εξωτερικό, την ισπανοαμερικανική του θεματολογία, την αισθητήρια βάση της ποίησής του, την τρυφηλότητα της φαντασίας του και την προτίμησή του στις πιο εκλεπτυσμένες αποχρώσεις της αισθαντικότητας. Σημαντικό έργο του: η ποιητική συλλογή Azul (1888).
[xlvii] Τα «Ποιητικά Δοκίμια – Ensayospoemáticos» είναι το μόνο έργο του Γουέλλ που έχει μεταφραστεί έως τώρα στην ελληνική γλώσσα. Οι μεταφράσεις εντός παρενθέσεων των υπόλοιπων τίτλων του σημειώνονται για την ευκολότερη κατανόηση του αναγνώστη.
[xlviii] Modernismo (Art Nouveau, ή Γενιά του 1898): Ποιητικό ρεύμα της Ισπανίας που προέκυψε ως συνέπεια της γενικευμένης αντίδρασης, η οποία στα τέλη του 19ου αι. εμφανίζεται στην Ευρώπη ενάντια στο πνεύμα του ρεαλισμού. Προσπαθεί να αποδώσει έναν αριστοκρατικό τόνο στην τέχνη, ξεφεύγοντας από το δημώδες ύφος και διερευνώντας πιο εκλεπτυσμένες αποχρώσεις. Εκφράζει τη λατρεία του στην ομορφιά της αισθαντικότητας, παρουσιάζει την υποκειμενικότητα ενός κόσμου ενδόμυχων συναισθημάτων και ονειρικής φαντασίας, και δημιουργεί συνειρμούς σε ένα εξωπραγματικό, εξωτικό περιβάλλον. Επιβάλλει, τέλος, την ιδέα: “ars gratia artis” (η τέχνη για την τέχνη). Κυριότερος εκπρόσωπός του είναι ο Rubén Darío. Στην Κόστα Ρίκα, από τη δεκαετία του 1920 και μετέπειτα, ο Μοντερνισμός δεν επιρρέασε ιδιαίτερα τη λογοτεχνία, παρ’ όλο ότι ο Rubén Darío παρέμεινε και σ’ αυτήν τη χώρα. H «Γενιά του ‘900» συμπίπτει με το μοντερνισμό. Οι νέοι συγγραφείς αυτής της χώρας εγκαταλείπουν την εξιδανίκευση του ευρωπαϊκού κόσμου, και ασχολούνται με μία αμεσότερη πραγματικότητα: αυτήν των εσωτερικών υποθέσεων της πατρίδας τους. Τα έργα τους αποτελούν μία κοινωνική καταγγελία ενάντια στην ηθική των παλαιών αξιών της ολιγαρχίας, στην άνεφ όρων παράδοση της Λατινικής Αμερικής στις Ηνωμένες Πολιτείες και στις εισαγόμενες αξίες των επιχειρηματιών της εποχής. Βέβαια, αυτή η λογοτεχνική κίνηση δεν έφτασε να αποτελέσει ένα σώμα πολιτικής αντιπολίτευσης. Έτσι, όμως, ξεκινά η μεταμοντέρνα εποχή. Ο Ricardo Fernández Guardia υποστήριξε το ρεύμα τού μοντερνισμού, ενώ ο Carlos Gagini εναντιώθηκε σ’ αυτό. Εκπρόσωπος του κοσταρικανικού μοντερνισμού είναι ο εκπαιδευτικός Julián Marchena (1897-1985), με κύριο έργο του το Alas en fuga (1941). Σύμφωνα με τον Isaac Felipe Azofeifa – οποίος προλογίζει τα Ποιητικά Δοκίμια, ο Fernando Centeno Güell, «λαμβάνει τις επιρροές τού όψιμου μοντερνισμού.»
[xlix] Enrique González Martínez (Μεξικό, 1871-1952) Διπλωμάτης, ακαδημαϊκός και ποιητής του μοντερνισμού, επιρρεασμένος από το γαλλικό συμβολισμό. Σημαντικότερο έργο του: Tuércele el cuello al cisne (1910/11), εξέχων τίτλος της μεξικανικής επαναστατικής λογοτεχνίας.
[l] περιβαλλόμενος (από κύστη). Στο πρωτότυπο αναφέρεται: enquistado.
[li] Abelardo Bonilla Baladares (Κόστα Ρίκα, 1898–1969): Ιδρυτής του Πανεπιστημίου της Κόστα Ρίκα και καθηγητής στην έδρα της Ισπανικής Λογοτεχνίας και της Φιλοσοφίας του Δικαίου. Πρόεδρος της έδρας Ιστορίας του Πολιτισμού. Βουλευτής, Πρόεδρος της Νομοθετικής Επιτροπής και μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του Κοινοβουλίου, Υπουργός Παιδείας, Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας της Κόστα Ρίκα. Τιμήθηκε με το βραβείο Aquileo J. Echeverría για τη μελέτη του: América y el pensamiento poético de Rubén Darío.
[lii] José Basileo Acuña Zeledón: (Γενν.: 1867) Κοσταρρικανός Ακαδημαϊκός, ο οποίος διακρίθηκε στους τομείς της ψυχολογίας, της λογοτεχνίας, της αισθητικής, της φιλοσοφίας και της ιστορίας. Ο Abelardo Bonilla Baladares, τον κατατάσσει στους «ποιητές διδασκάλους». Σημαντικό έργο του: Rapsodía de América, στο οποίο διερευνά την εθνική ταυτότητα των Λατινοαμερικανών από τις απαρχές των ιθαγενών, έως και τις σύγχρονες συνθήκες, παρουσιάζοντας τελικά, τις προσδοκίες των ισπανόφωνων λαών της αμερικανικής ηπείρου.
[liii] Rogelio Sotela: Ποιητής του κοσταρρικανικού μοντερνισμού.
[liv] Constantino Láscaris Comneno Micolaw (Zaragoza / Ισπανία, 1923 – San José / Κόστα Ρίκα, 1979) Ελληνικής ευγενούς καταγωγής φιλόσοφος και καθηγητής του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης και του San José, Κόστα Ρίκα. Δημοσίευσε μεγάλο αριθμό δοκιμίων και εξέδωσε πολλά βιβλία, ανάμεσα στα οποία διακρίνονται τα εξής: El costarricense (1985), ένα κοινωνιολογικό έργο, στο οποίο χρησιμοποιεί λέξεις-κλειδιά της παραδοσιακής καθημερινότητας, για ν’ αποδώσει τον εθνικό χαρακτήρα των Κοσταρικανών. Άλλα σημαντικά έργα του: Historia de las ideas filosóficas en Centroamérica, Historia de las ideas filosóficas en Costa Rica. Τιμήθηκε από τη Νομοθετική Επιτροπή του Κοινοβουλίου της Κόστα Ρίκα.
[lv] Στην ισπανική γλώσσα υπάρχουν δύο τύποι του ρήματος είμαι: ser και estar. Το πρώτο ρήμα δηλώνει –μεταξύ άλλων- μόνιμη κατάσταση, ενώ το δεύτερο φανερώνει την παροδικότητα. Επιπλέον, ενώ το ρήμα estar δηλώνει την έννοια του «βρίσκομαι (σε έναν τόπο)», το ρήμα ser χρησιμοποιείται στην φράση “Pienso, luego soy = Σκέπτομαι, άρα υπάρχω (Cogito, ergo sum)”. Στον συγκεκριμένο στοίχο, χρησιμοποιήθηκε ο πρώτος ρηματικός τύπος (ser) σε χρόνο αόριστο της οριστικής: “Y la Luz fue en el Tiempo - Και το Φως ήταν στο Xρόνο.”
[lvi] Miguel de Unamuno (Bilbao / Ισπανία, 1864–1936). Βάσκος λογοτέχνης με μαχητικό ταμπεραμέντο, ο οποίος αφιέρωσε κάθε προσπάθειά του στην κοινωνική αφύπνιση. Στα φιλοσοφικά-θρησκευτικά δοκίμιά του –που επιρρέασαν τους μεταγενέστερούς του υπαρξιστές φιλοσόφους- παρατηρείται ένα συνεχές παιχνίδι με το λόγο: μεταβολές λεξημάτων, χρήση νεολογισμών αλλά και επιστροφή στις αρχαϊκές ρίζες των σύγχρονων λέξεων. Σημαντικό έργο του: En torno al casticismo (1895), στο οποίο αναλύει την παράδοση και την ψυχή της Ισπανίας.
[lvii] Στο πρωτότυπο αναφέρονται τα λήμματα: cósmicaytelúrica,από το ελληνικό κόσμος (=κοσμικό διάστημα) και το λατινικό tellus, -uris (=γη), αντίστοιχα.
[lviii] Percy Bysshe Shelley (Αγγλία, 1792 – Ιταλία, 1822): Σημαντικός Άγγλος λυρικός ποιητής του Ρομαντισμού –που δίνει έμφαση στην πρόκληση ισχυρής συγκίνησης μέσω της τέχνης-, και του Ιδεαλισμού –της φιλοσοφικής τάσης που τείνει να αναγάγει το ον ή την πραγματικότητα στη νοητική παράστασή τους. Σημαντικό έργο του: η ποιητική ανθολογία Ozymandias. Ο Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ τον αναφέρει σε αυτό το δοκίμιό του ως «πνιγμένο», λόγω του θανάτου του στον Κόλπο Spezia της Ιταλίας.
ΠΡΟΛΟΓΙΖΕΙ Ο ΙΣΑΑΚ ΦΕΛΙΠΕ ΑΣΟΦΕΪΦΑ,
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΝ/ΜΙΟΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ - ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΣΧΟΛΙΑ: ΗΛΙΑΣ ΤΑΜΠΟΥΡΑΚΗΣ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Ο Κοσταρικανός Ακαδημαϊκός Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ, ένας σύγχρονος προφήτης, ένας άλλος Kahlil Gibran από την Καραϊβική των δεκαετιών του 1920-1970, στοχάζεται την ουσία της ζωής με ένα γλωσσικό ιδίωμα της αποκάλυψης, ένα σύνολο από λέξεις-σελαγισμούς ονειρικής έμπνευσης, σε τροχιά γύρω από τον αθεϊστικό εξιστενσιαλισμό του Sartre, που πρεσβεύει ότι «υπάρχω σημαίνει δημιουργώ μόνος μου την ουσία μου, το νόημα της ζωής μου». Αναζητά τη θέωση μέσα από την ποίηση: την ποιητική αναζήτηση των μικρών, σπουδαίων πραγμάτων ενός Θεού υπό αμφισβήτηση… Μία ποίηση της ανυποταγής. Σύμφωνα με τον Isaac Felipe Azofeifa –ο οποίος προλογίζει τα Ποιητικά Δοκίμια-, ο Güell «φτιάχνει από την ύπαρξη την ύλη της ποίησής του […] όμως του λείπει η θρησκευτική πίστη. […] Χρειάζεται να δει και να αισθανθεί τη δική του αλήθεια. […] Ο Θεός αποτελεί μία αποκλειστική δημιουργία και ιδιοκτησία του ποιητή.» Αλλά κι ο ίδιος ο φιλόσοφος-ποιητής αναφέρει ότι: «σαν προφήτες», αναγεννώνται μέσα του «η αμφισβήτησή του και τα ερωτήματά του».
Αυτά τα δοκίμια απεικονίζουν στιγμές της συναισθηματικής ζωής ενός ανθρώπου, ο οποίος έχει ζήσει με τα μάτια ανοιχτά μπροστά στο θαύμα της ζωής.
ΣΚΑΡΙΦΗΜΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ
Σεπτέμβρης 2008: εποχή «αναπαραγωγής» της βιβλιοθήκης μου· ο αριθμός των αντιτύπων θα διατηρήσει τα τέσσερα ψηφία του, όμως νέοι τίτλοι θα θρονιαστούν στις σχισμές που θ’ αφήσουν στον αέρα όσα μετοικίσουν προσωρινά στη θυμέλη του μικρού κυψελιώτικου διαμερίσματός μου, μέχρι να καταλήξουν σ’ ακροδάχτυλα απόμακρα.
Κάποτε η αταξία μ’ ενοχλούσε· τώρα μ’ ενοχλεί η υπεραφθονία.
Σελίδα με σκούρο κίτρινο μικροσκοπικό στίγμα: λεκές καφέ (από κάποια πρωταρχική –αρχέγονη πλέον στη σαραντατριάχρονη μνήμη μου- προσπάθεια ανάγνωσης), που μεταφέρει «ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής, / όσο μπορεί πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά» από μία γη ακόμη άγνωστη στο ευρύτερο ταξιδιωτικό κοινό με όχημα τα γράμματα και τη στίξη.
Διαβάζω:
«El primer tercio del siglo XX en Costa Rica..., - το πρώτο τρίτο του 20ου αι., χαρακτηρίζεται από μία αποσάθρωση της προοδευτικής ιδεολογίας. Η κοινότητα των καλλιτεχνών, των συγγραφέων και –εν γένει- των ανθρώπων της πρωτοπορίας, που είχε διαμορφωθεί με τα πρότυπα της ισπανικής Γενιάς του 1898[i] –στις υποδείξεις της οποίας τελικά εναντιώθηκε-, αφιέρωνε πλέον κάθε προσπάθειά της στην καθιέρωση της Κόστα Ρίκα[ii] του καφέ. […] Στα 1894, αναπτύσσεται μία αμφισβήτηση γύρω από την ταυτότητα της κοσταρικανικής λογοτεχνίας, γνωστή ως έριδα για τον εθνικισμό. Μία ομάδα στοχαστών υποστήριζε (R. F. Guardia[iii]) ότι τα θέματα των συγγραφέων θα μπορούσαν κάλλιστα να δέχονται τις επιρροές της ευρωπαϊκής παράδοσης, ενώ άλλοι λόγιοι (C. Gagini[iv]) πρέσβευαν ότι η λογοτεχνία θα έπρεπε να εστιάζει σε θέματα καθαρά κοσταρικανικά.»
Αναλογίζομαι:
- Διεφθαρμένοι κι εγωκεντρικοί αστοί ντυμένοι με την ευρωπαϊκή τους αμφίεση, και οι «απάχηδες – el apachismo», ένας υπόκοσμος ρακένδυτων, κοινών γυναικών, ναρκομανών, εγκληματιών, αλλά και τεχνητών κι εργατών (που δεν αποτελούσαν τη μέση τάξη, γιατί αυτή η έννοια δεν ήταν τυπωμένη στα λεξικά εκείνης της εποχής), όλοι τους σε κατάσταση επείγουσας ανάγκης σωτηρίας από την άγνοια. Και ανάμεσά τους, η γενιά του Joaquín García Monge[v] αλλά κι εκείνη του Fernando Centeno Güell[vi], αργότερα, και του Isaac Felipe Azofeifa[vii], των λογοτεχνών που έθεσαν «κοινωνικό ζήτημα» σ’ αυτό το γεωγραφικό στίγμα της υφηλίου -που μου θύμισε ο μικροσκοπικός λεκές του καφέ στη σελίδα μου.
Αυτό είναι!
Θα το μεταφράσω· ως άσκηση εγκλιματισμού στην πλανόδια ιπποσύνη των ρολογιών χωρίς ώρες· για να βρεθώ έξω από τον πραγματικό χρόνο· εκτός κοινών τόπων· για να ζήσω την αυγή και την καταχνιά, από τις οποίες θα βγω με τα μάτια πεινασμένα για τα γλυκά πράγματα της Γης, με τις άλλες αισθήσεις, τις πάντα πρόθυμες να εκφραστούν: την όσφρηση, τη γεύση, την αφή και την ακοή… -θα έλεγα- παραφράζοντας τον Miguel Ángel Asturias.[viii] Θα το μεταφράσω με μία αμυδρά ισπανίζουσα χροιά στον ελληνικό μου λόγο· γιατί αυτός έχει την ικανότητα να αφομοιώνει λατινισμούς, αλλά και να πλάθει νεολογισμούς· γιατί οι δομές του λόγιου λατινοαμερικανικού ιδιώματος (όπου η στίξη ξενίζει τον Έλληνα αναγνώστη, ή ίσως θυμίζει τον ποιητή Εγγονόπουλο), με τον ελληνοπρεπή έτυμο λόγο του είναι κάλεσμα σε μία αναζήτηση των γλωσσών, όπως αυτές ήταν πριν καταλήξουν στη σημερινή υπεραπλουστευμένη, κωδικοποιημένη μορφή τους· γιατί η μετάφραση αποδίδει πληρότητα ερωτική με το κείμενο. «Η ποίηση είναι εύρημα του πνεύματος που συναντά κατά την παρείσφρησή του στον κόσμο του ιδεατού και του μεταφυσικού» διατείνεται ο ποιητής Γουέλλ, ο οποίος, με το γλωσσικό ιδίωμά του –δάνειο εκκλησιαστικό- αναζητά τη θέωση μέσα από την ποίηση: την ποιητική αναζήτηση των μικρών, σπουδαίων πραγμάτων ενός Θεού υπό αμφισβήτηση… Μία ποίηση της ανυποταγής.
Η μετάφραση, λοιπόν, ως άσκηση του γραπτού, αλλά και –στη μορφή τής διερμηνείας- του προφορικού λόγου, είναι ένας απαιτητικός σύντροφος της γλώσσας: μέσω της αναζήτησης του θησαυρού εκείνων των λημμάτων που εκφράζουν πληρέστερα τις αφηρημένες έννοιες της διανόησης, και των συντακτικών δομών -που σαν το μίτο της Αριάδνης, οδηγούν σε διεξόδους προς την κατανόηση των εθνικών νοοτροπιών-, παρέχει επάρκεια, τόσο στο δέκτη-αναγνώστη, όσο και στο μεταποιητή-μεταφραστή (αυτού του ξένου ρούχου) -για να μην τον ονομάσουμε δημιουργό. Για να επιτευχθεί όμως αυτό το μετακείμενο, είναι απαραίτητη η γνώση του πολιτισμικού υπόβαθρου του συγγραφέα και του περιβάλλοντος στο οποίο ανέπτυξε το λόγο του. Αυτή είναι, άλλωστε, η σημαντικότερη λειτουργία της μετάφρασης: η συνάντηση δύο κόσμων. Ας δούμε, λοιπόν, αυτήν την ατμόσφαιρα που γέννησε τον ποιητή Σεντένο Γουέλλ και το λόγο του, που είναι ένα σύνολο από λέξεις-σελαγισμούς ονειρικής έμπνευσης:
Βρισκόμαστε στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. Τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο θα διαδεχθεί η Σοβιετική Επανάσταση. Μετά από τα «Τρελά χρόνια» της δεκαετίας του 1920, θ’ ακολουθήσει το οικονομικό «κραχ» του 1929, στο χρηματιστήριο της Wall Street –ανάλογο του σημερινού, που ξέσπασε το Σεπτέμβρη του 2008. Κι έπειτα: ο φασισμός… Μία σχετικά πρόσφατη ιστορική περίοδος βαθιάς κρίσης στην Ευρώπη, που χαρακτηρίζεται από τις αλλεπάλληλες μεταρρυθμίσεις των τεχνών και από την επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο του γραμμοφώνου, του κινηματογράφου, του αυτοκινήτου και του αεροπλάνου. Κι ενώ στο γαλλικό λεξικό της εποχής, ο όρος “avant-garde” ερμηνεύεται ως «το στράτευμα που προελαύνει στην πρώτη γραμμή του μετώπου», στη λογοτεχνική δημιουργία, η ριζική ανανέωση των μορφών και των περιεχομένων, και η αντικατάσταση των παλιομοδίτικων τάσεων από νεώτερες, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή και αυτοαποκαλείται στα ισπανικά: vanguardismo. Πρόκειται για ένα πρωτοποριακό κίνημα με πολλές μορφές, πολλές εφαρμογές και πολλούς «-ισμούς», ανάμεσα στους οποίους, οι περισσότεροι από εμάς μπορούμε ν’ αναπολήσουμε τον ιμπρεσιονισμό[ix], αλλά και τον εξπρεσιονισμό[x], το φωβισμό[xi] και το κυβισμό[xii], το φουτουρισμό,[xiii] τον ντανταϊσμό[xiv], το σουρεαλισμό[xv] και το νεορεαλισμό,[xvi] τον υπαρξισμό[xvii], τον μοντερνισμό και την πρωτοπορία. Πίνακες ζωγραφικής, βιβλία φιλοσοφικά, αλλά και με ποιήματα, αντικείμενα εφαρμοσμένης τέχνης και δίσκοι μουσικής με τέτοιες επιρροές βρίσκονται στα σπίτια των αναγνωστών αυτού του βιβλίου. Τα καλλιτεχνικά κινήματα αυτού του νεωτερισμού πρωτοεμφανίστηκαν στην Ευρώπη, κι επεκτάθηκαν στη Λατινική Αμερική. Όσο για την Ισπανία, εκεί η vanguardia αντιδρά ενάντια στο μοντερνισμό, του οποίου οι αρχές φαντάζουν στις αισθήσεις των καλλιτεχνών ανεπαρκείς και ξεπερασμένες. Η ελευθερία έκφρασης είναι πλέον το αγαθό της νέας εκείνης εποχής: θέματα –μέχρι τότε απαγορευμένα- κάνουν το ντεμπούτο τους, και στην ποίηση σπάει κάθε μετρική δομή, για να δώσει περισσότερη αξία στο περιεχόμενο. Τα κείμενα κάθε είδους βασίζονται στο συγχρονισμό και στην αντιπαράθεση των εικόνων. Τα σύμβολα παίζουν σημαντικό ρόλο. Οι στροφές, η στίξη, το μέτρο των στίχων και η σύνταξη διασπώνται, αλλάζοντας έτσι εντελώς την παραδοσιακή μορφή της δημιουργίας. Η οπτική γωνία του αφηγητή είναι πλέον πολλαπλή, και υπάρχουν στενοί δεσμοί μεταξύ του περιβάλλοντος και των προτιμήσεων του προσώπου του εκάστοτε έργου. Ο εσωτερικός κόσμος του πρωταγωνιστή εμβαθύνεται και παρουσιάζεται μέσα από τα μύχια της ψυχής του. Ο ημερολογιακός χρόνος δεν έχει πια σημασία· μόνο ο ψυχικός χρόνος. Ο μοναδικός κανόνας της Πρωτοπορίας είναι να μην τηρείται κανένας κανόνας. Προσωπικότητες, όπως ο Manet[xviii] και ο Monet[xix] -στη ζωγραφική-, που οι ιμπρεσιονιστικοί τους δρόμοι χώρισαν ανάμεσα στο Παρίσι και στο Λονδίνο, ο εξπρεσιονιστής Franz Kafka[xx] -στη λογοτεχνία-, ο Henri Matisse[xxi], ο οποίος εκφράζει το κίνημα του φωβισμού, ο κυβιστής Apollinaire[xxii], ο ιταλός φουτουριστής Giacomo Balla[xxiii], ο Tristan Tzara[xxiv] -ιδρυτής της αντι-τέχνης του ντανταϊσμού-, αλλά και ο υπερρεαλιστής André Breton,[xxv] ο Pier Paolo Pasolini στην 7η τέχνη, την κινηματογραφική του νεορεαλισμού, και ο Rubén Darío, ο ισπανόφωνος του μοντερνισμού, μα κυρίως ο φιλόσοφος Jean Paul Sartre και οι υπαρξιστές, στέλνουν τις επιρροές τους στη μακρινή Κόστα Ρίκα, ως οίστρο για τα Ποιητικά Δοκίμια του ιδιόρρυθμου υπαρξιστή Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ.
Εκεί, παρ’ όλα τα ευρωπαϊκά πρότυπα, τα κοινωνικά πράγματα –που διαμόρφωσαν την τοπική λογοτεχνία- έχουν ακολουθήσει μία κάπως διαφορετική πορεία: οι απαρχές της ισπανόφωνης δημιουργίας στην Κεντρική Αμερική ανάγονται στο 15ο αι. Τον αιώνα των ανακαλύψεων του Χ. Κολόμβου και των κατακτήσεων του H. Cortés[xxvi]. Αν σκεφτούμε, όμως, ότι η Κόστα Ρίκα είναι ένα σχετικά νεοσύστατο κράτος, το οποίο απελευθερώθηκε από το ισπανικό στέμμα το 1821, τότε καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι και η λογοτεχνία της –που ξεκινά στα τέλη του 19ου αι., κι έχει έντονες ευρωπαϊκές επιρροές- είναι και αυτή νεοδημιούργητη. Ο θεωρητικός της λογοτεχνίας Álvaro Quesada Soto[xxvii] την κατανέμει σε πέντε περιόδους, τις οποίες ονομάζει «γενιές» (generaciones). Η Γενιά του Ολύμπου[xxviii] (1890-1920) –που συμπίπτει με την αντίστοιχη Γενιά του 1898 της Ισπανίας-, αποτελείται από συγγραφείς, όπως ο Manuel González Zeledón[xxix], οι οποίοι κινούνται σύμφωνα με το φιλελεύθερο ολιγαρχικό μοντέλο. Η λογοτεχνία αυτής της εποχής βρίσκεται σε διαδικασία αυτοδημιουργίας και σταθεροποίησης μίας εθνικής συνείδησης. Η Γενιά του Ρεπερτορίου (1920-1940) –που παίρνει το όνομά της από το έντυπο Repertorio Americano[xxx] του σημαντικότερου λογοτέχνη της, του Joaquín García Monge,[xxxi] χαρακτηρίζεται από μία κρίση στο φιλελεύθερο ολιγαρχικό καθεστώς της χώρας, ενώ η λογοτεχνία παρουσιάζει νέες διαλογικές μορφές, όπως το επονομαζόμενο ύφος grotesco,[xxxii] το άγριο και διαβρωτικό ευθυμογράφημα, η παρωδία και η σάτιρα. Η Γενιά του 40 («Las vanguardias = της Πρωτοπορίας», 1940-1960) εγκαθιδρύει τη Σοσιαλδημοκρατία στην Κόστα Ρίκα. Πρόκειται για μία εποχή νέων ερωτημάτων, νεωτερισμών και σημαντικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, που θα θέσουν το ιδεώδες ενός νέου Κράτους. Κύρια θέματα που απασχολούν τη λογοτεχνία αυτής της εποχής, είναι ο κοινωνικός προβληματισμός, η κατανομή της γης και η εξάρτηση από τις διεθνείς εταιρείες (που μετεξελίχθηκαν σε πολυεθνικές). Ο Ισαάκ Φελίπε Ασοφέιφα –που προλογίζει αυτό το βιβλίο- είναι από τους σημαντικότερους εκπροσώπους αυτής της περιόδου. Ακολούθησαν κι άλλες δύο «Γενιές» λογοτεχνών: η «Urbana - Αστική» (1960-1980)[xxxiii], -της περιόδου βιομηχανοποίησης της Κόστα Ρίκα- η οποία δημιούργησε τον «Κύκλο των Ποιητών της Turrialba[xxxiv]», που έγραψε το «Manifiesto trascendentalista – Το Υπερβατικό Μανιφέστο (L. Albán,[xxxv] J. Dobles,[xxxvi] C.F. Monge,[xxxvii] R. Bonilla,[xxxviii] 1977)» -το οποίο προκάλεσε την έχθρα του περιβάλλοντός τους-, και η «Γενιά της Απογοήτευσης - Desencanto» (1980-σήμερα), που εγκαταλείπει το ρεαλισμό, αλλά συνεχίζει να εκφράζει τη δυσαρέσκειά της για τα πρότυπα της κρατικής εξουσίας (T. Lobo[xxxix]). Όμως οFernandoCentenoGüell, ο Κοσταρικανός συγγραφέας αυτών των Ποιητικών Δοκιμίων, περιφέρεται –χρονικά και υφολογικά- ανάμεσα στις τρεις «Γενιές» που προαναφέραμε: του Ρεπερτορίου, της Πρωτοπορίας και την Αστική.
Γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1907 στο Σαν Χοσέ της Κόστα Ρίκα, στην Κεντρική Αμερική, όπου ολοκλήρωσε τη βασική του εκπαίδευση. Συνέχισε τις σπουδές του στη Μαδρίτη (Ισπανία), κι έλαβε τον τίτλο του καθηγητή ειδικής παιδείας. Με υποτροφία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, ειδικεύτηκε στην εκπαίδευση ατόμων με ειδικές ανάγκες (κωφάλαλων, τυφλών και ατόμων με νοητική στέρηση). Το 1940 ίδρυσε στην πρωτεύουσα της χώρας του και διηύθυνε εκεί τη Σχολή Ειδικής Παιδείας, η οποία φέρει σήμερα το όνομά του. Σ’ αυτήν αφιέρωσε την ψυχή και το σώμα του. Τα επόμενα χρόνια, επεξέτεινε το εκπαιδευτικό του έργο στις επαρχίες της Κόστα Ρίκα (San Carlos & San Isidro El General), αλλά και στις υπόλοιπες χώρες της Κεντρικής Αμερικής (Νικαράγουα, Γουατεμάλα, Παναμά, Ονδούρα και Ελ Σαλβαδόρ), με αντίστοιχη χρονολογική σειρά. Οργάνωσε σειρά σεμιναρίων κατάρτισης δασκάλων ειδικής παιδείας, τα οποία απετέλεσαν τη βάση για την ίδρυση της ανάλογης σχολής του Πανεπιστημίου της Κόστα Ρίκα (UCR). Μετά τη συνταξιοδότησή του, εργάστηκε εθελοντικά κι επί 12 χρόνια, στο Τμήμα Θεραπείας κι Επανένταξης του Εθνικού Ψυχιατρείου της Κόστα Ρίκα.
Ως συγγραφέας, ο Φ. Σεντένο Γουέλλ, ξεκίνησε το δημιουργικό του έργο γράφοντας ποίηση στα δώδεκά του χρόνια, ενώ άρχισε να εκδίδει τα 11 λογοτεχνικά έργα του, όταν ήταν 17 ετών! Έκτοτε έγραψε άλλα 7 βιβλία, με θεματολογία κοινωνικοεκπαιδευτική.[xl] Πολλά είναι τα άρθρα και τα δοκίμια που δημοσίευσε στον περιοδικό τύπο της εποχής του. Όντας μέλος της Ακαδημίας της Κόστα Ρίκα, και άνθρωπος με απέραντους ορίζοντες, έλαβε το 1989 το Βραβείο Magón[xli] για την πολιτιστική του συνεισφορά στη χώρα του, και τιμητικό μετάλλιο από τη σοσιαλιστική κυβέρνηση του Luis Alberto Monge (1982). Τιμήθηκε επίσης με το βραβείο Andrés Bello,[xlii] το παράσημο του Τάγματος της Βασίλισσας Ισαβέλλας της Καθολικής από το Ισπανικό Κράτος, και από τη Βασιλική Ακαδημία της Γλώσσας (Real Academia de la Lengua Española). Στα 1990, έλαβε τον τίτλο του Επίτιμου Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Κόστα Ρίκα. Υπήρξε επίσης, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της χώρας του στην UNESCO, και διοικητικό στέλεχος πολλών άλλων οργανισμών κοινωνικής ωφέλειας, όπως η Εθνική Επιτροπή Πνευματικής Υγείας, η Επιτροπή της 5ης Εκατονταετηρίδας από τη Συνάντηση των Δύο Κόσμων (Ισπανία και Αμερικανική Ήπειρος), και το Κοσταρικανικό Ίδρυμα Ισπανικού Πολιτισμού. Πέθανε στα 86 του χρόνια, ένα βροχερό πρωινό της 15ης Σεπτεμβρίου, όταν η Κόστα Ρίκα γιόρταζε την 112η επέτειο της ανεξαρτησίας της από την ισπανική αποικιοκρατία.
Τα Ποιητικά Δοκίμιά του προλογίζει σ’ αυτήν την έκδοση ο ποιητής, πολιτικός κι εκπαιδευτικός IsaacFelipeAzofeifa, ο οποίος γεννήθηκε στην Κόστα Ρίκα το 1912 και σπούδασε στο Σαντιάγκο της Χιλής –όπως συνήθιζαν οι περισσότεροι λόγιοι της εποχής του. Μέλος της λογοτεχνικής ομάδας “Runrunismo”, επιρρεάστηκε από τον Χιλιανό Pablo Neruda[xliii] και τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας της Κόστα Ρίκα, ως ένας από τους κυριότερους ποιητές του 20ου αι. Σημαντικό έργο του: Órbita – (Τροχιά, 1996).[xliv] Υπήρξε καθηγητής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της χώρας του, ενώ συγχρόνως ήταν ηγετικό στέλεχος της Aριστεράς. Άλλος ένας λογοπλάστης, λοιπόν, από μακρινές γεωγραφικές συντεταγμένες, αλλά από μία σχετικά πρόσφατη χρονική περίοδο.
Παρ’ όλο ότι πατρίδες μας είναι οι γλώσσες που μιλάμε, θ’ αφήσω αυτούς τους δύο Κοσταρικανούς να μιλήσουν για τη δική τους πατρίδα. Είναι αρμοδιότεροι. Θα παρεμβαίνω μόνο επεξηγηματικά με τις (υπο)σημειώσεις μου. Πολλές φορές νομίζουμε ότι γνωρίζουμε κάτι· τα φαινόμενα όμως απατούν: πολύ συχνά βλέπουμε μόνο αυτό που θέλουμε να δούμε…
Ηλίας Ταμπουράκης
Άνοιξη 2009
«Άνθη κερασιάς,
λουλούδια ροζ,
σαν χαρτί βεντάλιας παιδιού.
[χάϊ-κου]
My hard [heart] is
near the flowers
and my hand (is) in (the)
our world!
It’s [a] beautiful world
hot and cold!»
Στη Δανάη-Eréndira. Τα πρώτα της (9-χρονα) βήματα στον ποιητικό λόγο·
και στη Maricela Jiménez,
για τη συμβολή της.
Η. Τ.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΄Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
POESÍA FILOSÓFICA OFILOSOFÍAPOÉTICA
(ΙΣΑΑΚ ΦΕΛΙΠΕ ΑΣΟΦΕΪΦΑ / ISAACFELIPEAZOFEIFA)
Όταν ο Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ [FernandoCentenoGüell] έγραψε τον τίτλο «Ποιητικά Δοκίμια» σ’ αυτήν τη μικρή συλλογή πεζογραφημάτων, βρισκόταν ήδη στο απόγειό του και ολοκλήρωνε τη λυρική του δημιουργία, κατά την οποία τον απασχόλησαν σε ολόκληρη την έκταση των βιβλίων του, τα πλέον επίπονα ζητήματα της πανανθρώπινης σκέψης: ο Θεός, η ύπαρξη, η ζωή και ο θάνατος, ο Άνθρωπος, η προέλευσή του και το μυστηριώδες πεπρωμένο του.
Ο κοινός τόπος και η πλησμονή είναι τα στοιχεία που ένας ποιητής, κυριευμένος από τον αισθησιακό πλούτο του κόσμου, τα κατατάσσει σύμφωνα με την αρχή της τέρψης, όπως κάνει ο Góngora[xlv] και όπως επίσης συμβαίνει στο μεγαλύτερο μέρος της ποίησης του Rubén Darío.[xlvi] Είναι επίσης δυνατόν κάποιος άλλος ποιητής ή μία ομάδα ποιητών να καταλήξουν στο σημείο να θρηνούν τον εαυτό τους ως έναν άταφο νεκρό, πράξη που χαρακτηρίζει κάθε ποιητή του ρομαντικού συναισθηματισμού. Ή μπορεί ο λυρικός να αποφασίσει ν’ ατενίζει τον εαυτό του ενώ υφίσταται χαμένος ανάμεσα στα πράγματα και στους ανθρώπους, σε μία αγωνιώδη μοναξιά, γεμάτος από την εικόνα των όσων συμβαίνουν μέσα του, για να εκλάβει τα πάντα ως προσωπικό αναπόφευκτο πεπρωμένο και χωρίς άλλη τελική έννοια από το να ζει για να υπάρχει: έτσι είναι οι ποιητές που φτιάχνουν από την ύπαρξη την ύλη της ποίησής τους. Και είναι εν τέλει, ποιητές όπως ο Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ, ο οποίος εμμένει στην προσπάθεια κατανόησης του κόσμου, της φύσης, του νοήματος της ζωής και του θανάτου και του πόνου και του έρωτα, και με όλα αυτά, της προέλευσης του κόσμου· όμως λείπει από τον ποιητή η θρησκευτική πίστη, από τη μία πλευρά, και από την άλλη, το ενδιαφέρον για οποιοδήποτε δόγμα φιλοσοφικό ή πολιτικό από εκείνα που συνήθως κουβαλούν οι άνθρωποι στις τσέπες της ψυχής τους για να τα χρησιμοποιούν την κατάλληλη στιγμή ως ηρεμιστικό, ως αναισθητικό, ως έναν καλά υπολογισμένο μηχανισμό αντιστάθμισης αδυναμιών, αμφιβολιών, αγωνιών και οχληρών ταπεινώσεων. Ο συγγραφέας θα μπορούσε να επιδοθεί σε υπερβατικό διαλογισμό· θα μπορούσε να αφιερώσει μία-μία τις σελίδες του στην επεξεργασία διεξοδικών στοχασμών γύρω από τα προβλήματα που κατατρέχουν το πνεύμα του· θα μπορούσε να ανακινεί αλυσιδωτές υποθέσεις, θεωρίες, για να μας δώσει στο τέλος κάθε πραγματείας, -ξεκάθαρα, βαθιά-, ένα συμπέρασμα το οποίο στη συνέχεια θα αναδείκνυε ως δικό του δόγμα. Όμως δεν είναι πνεύμα παρεκβατικό, αλλά ενορατικό. Είναι ποιητής. Δουλεύει με τις φαντασιώσεις, τις εικόνες, τις παραβολές. Χρειάζεται να δει και να αισθανθεί τη δική του αλήθεια. Αυτή είναι η ποιητική και φιλοσοφική δουλειά τού Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ.
Ο Φερνάντο εκδίδει το πρώτο του βιβλίο σε ηλικία δεκαοκτώ ετών, ολοκληρώνοντας τις λυκειακές του σπουδές. Λέγεται “LiriosyCardos – (Κρίνα και γαϊδουράγκαθα)”[xlvii], και είναι το έτος 1926. Δύο χρόνια αργότερα δημοσιεύει το “CarneyEspíritu – (Σάρκα και Πνεύμα)”. Είναι τα βιβλία ενός ποιητή που δοκιμάζει τις πρώτες του στροφές. Ο Σεντένο Γουέλλ, κορυφή των υπόλοιπων νεαρών Kοσταρικανών ποιητών εκείνης της χρονικής περιόδου, λαμβάνει τις επιρροές τού όψιμου μοντερνισμού.[xlviii] Δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα, (το 1913), ο Enrique González Martínez[xlix] είχε προσυπογράψει την τελευτή του μοντερνισμού με το φημισμένο στοίχο από ένα σονέτο του: “Tuércele el cuello al cisne de engañoso plumaje – (Στρίψ’ του το λαρύγγι του κύκνου με το απατηλό φτέρωμα)”. Δέκα χρόνια νωρίτερα, (το 1918), οι επονομαζόμενες ποιητικές σχολές της νεωτεριστικής κίνησης αβάνγκάρ κυκλοφορούν ήδη ελεύθερα στον κόσμο. Όμως στην Κόστα Ρίκα ζει ακόμη εγκεκυστωμένος[l] ο μοντερνισμός. Και αυτό λάβαμε οι νέοι εκείνης της εποχής -o γράφων αυτό το κείμενο ανήκει στην ίδια γενιά με τον Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ- ως κανόνα ποίησης. Ο Σεντένο, λοιπόν, εκδίδει τα δύο βιβλία του, κι έπειτα αναχωρεί για την Ισπανία, για να ειδικευτεί στις παιδαγωγικές σπουδές. Επειδή είναι ποιητής από καθαρά εσωτερική επιταγή, δεν ξεχνά σε καμία στιγμή το καθήκον του ως «δημιουργού ονείρων» . Επιστρέφοντας στην Κόστα Ρίκα, διαβάζει κάποια απογεύματα ορισμένα ποιήματά του στους φίλους του. Ξαφνικά, στα 1950, εικοσιδύο χρόνια μετά την έκδοση του δεύτερου βιβλίου του, δηλαδή, έχοντας κλείσει τα σαράντα του χρόνια, παραδίδει με μιας στο αναγνωστικό κοινό τρία βιβλία: “SignoyMensaje – (Σημάδι και Μήνυμα),RapsodiadeAnglaeyAndromos – (Ραψωδία της Αγλαΐας και του Ανδρόμου) [δραματοποιημένα ποιήματα] καιEvocacióndeXande (Επίκληση του Xande).” Το 1953, δημοσιεύει το έργο του: “El Ángelylasimágenes – (Ο άγγελος και οι εικόνες)”. Ακολουθεί νέα και παρατεταμένη σιγή. Τελικά, το 1961, εκδίδει στο Μεξικό το παρόν βιβλίο. Κι από τότε, και πάλι σιωπή. Είναι όμως γνωστό το ανέκδοτο (τότε) ποίημά του: “LasdanzasdeJob – (Οι χοροί του Ιώβ)”, το έργο του μεσουρανήματός του σύμφωνα με όσους τον γνωρίζουν, στο οποίο αναφέρεται η επανάσταση του Ιώβ, του υπομονετικού, ενώπιον του θεϊκού στοιχείου, που παραμένει σιωπηλό. Αυτές οι παρατεταμένες «αναπαύσεις» του ποιητή είναι, όπως διαφαίνεται, χρόνια προσεκτικής επεξεργασίας των βιβλίων του.
Λόγω κάποιας μεθοδολογικής αιτίας, η οποία δεν είναι σαφής, ο ιστορικός της κοσταρικανικής λογοτεχνίας Abelardo Bonilla,[li] τοποθετεί το έργο του Σεντένο Γουέλλ στην ίδια ομάδα με εκείνο του José B. Acuña[lii] και του Rogelio Sotela[liii], με τον τίτλο: “Los poetas profesores – (οι ποιητές διδάσκαλοι).” Ο υπεύθυνος για αυτήν την ταξινόμηση δεν πιστεύει στην ορθότητά της, όμως την υποστηρίζει. Εγώ θα μπορούσα να πω ότι οι τρεις αυτοί συγγραφείς έχουν μία κοινή ανησυχία: τη δημιουργία μίας εσωτερικής ποίησης, στην οποία υπάρχει μία απόπειρα έκφρασης μίας θρησκευτικής ιδέας, μίας ηθικής σύλληψης, ή μίας αισθητικής επινόησης του κόσμου.
Ο Δρ. Κωνσταντίνος Λάσκαρης Κομνηνός[liv] είναι αυτός που στο βιβλίο του: “Desarrollo de las ideas filosóficas en Costa Rica – (Ανάπτυξη των φιλοσοφικών ιδεών στην Κόστα Ρίκα) έχει αφιερώσει αρκετές σελίδες στην ανάλυση του έργου του Σεντένο Γουέλλ και το έχει καθορίσει ως φιλοσοφική ποίηση. Μιλάμε, λοιπόν, για μία ποίηση ερωτική, κοινωνική, πολιτική και πατριωτική, μεταξύ άλλων, και μπορούμε επίσης να μιλήσουμε για φιλοσοφική ποίηση, δηλαδή, για μία λυρική ποίηση της οποίας το μέλημα είναι να προτείνει και να εκφράσει θέματα αυτού του είδους. Μόνο που στα ποιήματα του Σεντένο Γουέλλ η μορφή δεν είναι το δανεισμένο καλούπι στο οποίο θα μπει η παράξενη ύλη που ονομάζεται φιλοσοφία· η μορφή εδώ δεν έχει μία σαφή λειτουργία διακεκριμένης θεραπαινίδος. Εδώ, το θέμα, η σύνθεση, η δομή, το γλωσσικό ιδίωμα, προσφέρονται ως όχημα μίας ποιητικής σύλληψης του κόσμου, που είναι ευαίσθητη για να επεξηγηθεί φιλοσοφικά, και που όμως έχει περισσότερα στοιχεία μυστικιστικά, μυθικά και θρησκευτικά, από ότι φιλοσοφικά. Η Βίβλος είναι από μόνη της μία αποκάλυψη, λόγος θεϊκός για τον πιστό. Κάτι από αυτόν τον αποκαλυπτικό τόνο έχει υιοθετήσει ο ποιητής Σεντένο Γουέλλ, στα πεζογραφήματα της συλλογής «Ποιητικά Δοκίμια». Γι αυτό θα έλεγα ότι, όχι μία φιλοσοφική ποίηση, αλλά μία ποιητική φιλοσοφία αναπτύσσεται σε αυτό το έργο, εάν δεν φοβόμουν το παιχνίδι τούτο του λόγου.
Ας διαβάσουμε, λοιπόν, τους αρχικούς στοίχους του έργου:
“El ángelylasimágenes – (Ο άγγελος και οι εικόνες)”:
Παλλόταν η καρδιά συγκρατημένη από τη σιγή.
Στο θεϊκό Νου, άμορφα ακόμη πάλλονταν τα πράγματα.
Ήταν το Σύμπαν μόλις μία ιδέα…
Και ήταν ο πρώτος ήχος: ο άνεμος.
Στο τρίτο μέρος του ποιήματος:
“Secreta imagen – Μυστική εικόνα”,
διαβάζουμε:
Και το Φως ήταν[lv] στο Xρόνο.
Το Φως ήταν ο Λόγος και η Ρήση.
Πίσω απ’ το Φως, τη Ρήση και το Λόγο,
ήταν μόνο η Νόηση.
(Πίσω απ’ τη Νόηση ήταν το Τίποτα).
Η Νόηση ήταν ο Θεός – η πρωταρχική Βούληση,
Μήτρα του Σύμπαντος, Ιδέα αρχέγονη,-
και ο Θεός ήταν η εικόνα ενός Θεού αρχαιότερου
των ηλίων, των νυκτών και των αιώνων.
Η παρουσία κεφαλαίων γραμμάτων δεν αποτελεί μόνο χαρακτηριστικό του συμβολισμού στο μοντερνισμό· είναι κάτι περισσότερο: υπονοεί το θέλημα του ποιητή να αναγνωστούν ποιητικά· σημαίνει ότι η εικόνα του κόσμου που εκφράζεται μέσα από αυτά είναι μία εικόνα ποιητική, κι όχι φιλοσοφική.
Τα «Ποιητικά Δοκίμια» είναι τέσσερα, και φέρουν τους εξής τίτλους: “El Hombre en busca de su Dios – Ο Άνθρωπος σε αναζήτηση του Θεού του”, “El Hacedor de Sueños – Ο Δημιουργός Ονείρων”, “Vendimia de Juan el Solitario - Τρύγος του Ιωάννη του Μοναχικού” και “Los Nombres de la Luz - Τα Ονόματα του Φωτός”. Έτσι γράφτηκαν όλοι οι τίτλοι: με κεφαλαίο κάθε ένα από τα ουσιαστικά για να δοθεί έμφαση στην ποιητική τους άλω, στο συμβολισμό τους.
Ξεκινά το πρώτο από τα Δοκίμιά του με τη λέξη Πιστεύω. Είναι το Πιστεύω του, η πίστη του, αυτό που θα μας διαβιβάσει:
Πιστεύω στην ποίηση γιατί πιστεύω στον άνθρωπο.
Πιστεύω στον άνθρωπο γιατί πιστεύω στο Θεό.
Όμως, ας μην ξεγελιόμαστε. Αυτός ο Θεός των Ποιητικών Δοκιμίων, όπως κι εκείνος του έργου: “El Ángelylasimágenes – (Ο άγγελος και οι εικόνες)”, δεν είναι ο επίσημος Θεός καμίας θρησκείας, αλλά αποτελεί μία αποκλειστική δημιουργία και ιδιοκτησία του ποιητή. Ο ποιητής είναι ο Προφήτης του. Όμως είναι ένας πιστός που βιώνει τη στιγμή του επιθανάτιου ρόγχου, κατά τον τρόπο του Unamuno,[lvi] γεμάτος τρομερές αμφιβολίες. Γι αυτό, στο τέλος εκείνου του δοκιμίου, αφού παρατηρήσει το πρόσωπο του Θεού για μια στιγμή, «σαν προφήτες», αναγεννώνται μέσα του «η αμφισβήτησή του και τα ερωτήματά του», και τελειώνει με αυτά τα τρομερά ερωτηματικά:
`Ονειρεύτηκα θεότητες και λειτουργίες, από τη μυστική λαχτάρα της λατρείας; Άραγε, έχω δημιουργήσει το Θεό μου με τον περιφερόμενο καπνό του ονείρου μου, στον παραισθητικό αέρα του άσματός μου;
`Ας αφήσουμε για εργασίες πιο κοπιώδεις την ιχνηλασία της ποιητικής σύλληψης του Θεού, του Ανθρώπου και της Δημιουργίας, που διαμορφώνεται σταδιακά όχι μόνο σε αυτά τα Δοκίμια, αλλά σε ολόκληρο το έργο της δεύτερης περιόδου του. Ας εστιάσουμε μονάχα, και σύντομα, στη σύλληψη της ποίησης που ο Σεντένο Γουέλλ μας προσφέρει στο πρώτο από αυτά: “El Hombre en busca de su Dios – Ο Άνθρωπος σε Αναζήτηση του Θεού του”. «Πιστεύω στην ποίηση γιατί πιστεύω στον άνθρωπο», λέει αρχίζοντας. Και ο άνθρωπος είναι κυρίως «Δημιούργημα υλικό, κυριευμένο από τα πνεύματα της δημιουργίας και της ονειρικής κατάστασης· ψυχή που προορίζεται για την κόλαση των ερωτημάτων και της ανυποταγής· στο ουράνιο κλίμα του ποιητικού, στα ουράνια της ευδαιμονίας και του έρωτα.» Από αυτήν τη σύλληψη ο άνθρωπος αποκομίζει την αντίληψη της ποίησης: «Μόνο το πνεύμα είναι προσφυές για την ποιητική ατμόσφαιρα». Γι αυτό, προσφέροντας την αντίληψή του για την ποίηση, μας λέει:
«Η ποίηση δεν είναι μόνο μία άσκηση της τέχνης που καθιστά έγκυρη και εφικτή την ύλη του ονείρου, αλλά επίσης ένα καθήκον υπερβατικό του πνεύματος, ελάχιστη ποσότητα της αιωνιότητας, ανοιχτός διάλογος με το θείο.»
Ο ποιητής έχει αναφέρει ήδη από την πρώτη γραμμή ότι η ποίηση είναι γι αυτόν το μέσον για να φτάσει στο Θεό, να τον γνωρίσει. Δημιουργώντας την ποίηση, ο άνθρωπος πλάθεται από αυτήν. Συγχρόνως, είναι αποτέλεσμα των επισκέψεων του θείου στον άνθρωπο, και πράξη αναψυχής συμπαντικής και γήινης.[lvii] Γι αυτόν το λόγο το άσμα είναι ιερό. Για να εξηγήσει αυτήν την αντίληψή του, παραθέτει τα λεγόμενα ενός από τους μεγάλους Άγγλους ρομαντικούς ποιητές, του Shelley.[lviii] (Θα ήταν χρήσιμο να αντιπαραβάλλουμε και να σχολιάσουμε τις σχέσεις που ίσως συνιστώνται ανάμεσα σε αυτήν την αντίληψη της ποίησης και στο περιεχόμενο του δοκιμίου “Defensadelapoesía – (Υπεράσπιση της ποίησης)” του μεγάλου ρομαντικού, για τον οποίον το δημιουργικό πνεύμα του ποιητή είναι η πρωταρχική κινητήρια δύναμη του κόσμου. Πράγμα που, από την άλλη πλευρά, είναι θεμελιώδης αρχή του ρομαντικού κινήματος). Όταν εν τέλει επιστρέφει από το όραμα του Θεού, γεμάτος αμφιβολίες κι ερωτήματα, σκέφτεται εάν αυτή η «εσωτερική αστραπή» που είναι η ποίηση, ο λόγος, θα είναι αυτό που θα τον έχει υπηρετήσει στην προσπάθειά του να φτάσει το όραμα του Θεού. Και [αυτό], αν ο άνθρωπος είναι μόνο ένα «ον ονειρικό και διαλεκτικό», ένας δημιουργός μονάχα λέξεων. Ούτως η άλλως, η ποίηση, μόνο η ποίηση, ως «καθήκον υπερβατικό του πνεύματος», ως «ανοιχτός διάλογος με το θείο», κατορθώνει, όχι μόνο να καταστήσει «έγκυρη και εφικτή την ύλη του ονείρου», αλλά να επιβιώσει ως «ελάχιστη ποσότητα της αιωνιότητας».
Η γλώσσα των «Ποιητικών Δοκιμίων» βιώνει τη διαλεκτική ένταση της έκφρασης ποιητικών οραμάτων και αφηρημένων εννοιών. Παρ’ όλο ότι το περιεχόμενο αυτού του πνευματικού πονήματος είναι γραμμένο –στο μεγαλύτερο μέρος του- σε πεζό λόγο, ο ποιητής δεν εγκαταλείπει την ιδιότητά του, η οποία έγκειται στην έρευνα του αιώνιου, του ουσιώδους, του όντος, στα πλαίσια του αποχρώντος, του πεπερασμένου και του θνητού· έγκειται στη σύλληψη και στην απελευθέρωσή του, με σκοπό τη θήρευσή του μέσα στο ποίημα. Ας δει, λοιπόν, ο αναγνώστης την ποιητική και φιλοσοφική αξία των προαναφερθέντων κειμένων.
Και ας βάλουμε τελεία και παύλα. Ειδάλλως, αυτή η προκαταρκτική ανάλυση θα λάβει διαστάσεις μεγαλύτερες από το ίδιο το έργο του Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ, το οποίο απλά προσπαθήσαμε να σχολιάσουμε. Καμία επίκριση δεν είναι ικανή να αντικαταστήσει το καθαυτό έργο.
Estos ensayos representan momentos de la vida emocional de un hombre, que ha vivido con los ojos abiertos al milagro de la vida: palpando, percatando su existir, que sintió la inmensa soledad de la tierra y hacia Dios levantó su pregunta: que buscó su verdad como un ciego la luz, y él mismo construyó su sueño y su esperanza.
Fernando Centeno Güell
Αυτά τα δοκίμια απεικονίζουν στιγμές της συναισθηματικής ζωής ενός ανθρώπου, ο οποίος έχει ζήσει με τα μάτια ανοιχτά μπροστά στο θαύμα της ζωής: ψηλαφώντας και συνειδητοποιώντας την ύπαρξή του· αισθάνθηκε την απέραντη μοναξιά της γης, και ύψωσε προς το Θεό τα ερωτήματά του· αναζήτησε τη δική του αλήθεια όπως ένας τυφλός το φως, και μόνος δημιούργησε τ’ όνειρό του και την ελπίδα του.
Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ
[i] Generación del ´98: Στα 1889 η Ισπανία χάνει την Κούβα, το Πουέρτο Ρίκο και τις Φιλιππίνες, τις τελευταίες της αποικίες στην αμερικανική και την ασιατική ήπειρο, αντίστοιχα, και υφίσταται στρατιωτικό όλεθρο στον πόλεμο με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Ξεκινά, λοιπόν, μία εσωτερική αναταραχή, μία εκτεταμένη διαμαρτυρία για την πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική κατάσταση της χώρας, με ηγέτες τους ανθρώπους των γραμμάτων εκείνης της εποχής, μεταξύ των οποίων διακρίνεται ο Miguel de Unamuno, ο οποίος διατείνεται ότι: «ο ισπανικός λαός χρειάζεται να έχει ένα ιδιαίτερο συναίσθημα και ένα δικό του ιδεώδες για την ίδια του τη ζωή και τις αξίες της». Ο ιδεαλισμός και ο ατομικισμός ώθησαν τη Γενιά του ’98 προς μία λυρική αλλά συγχρόνως αντικειμενική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Πρόκειται για μία περίοδο αναδημιουργίας, που δέχεται ξένες επιρροές από προσωπικότητες, όπως ο Friedrich Nietzsche (Γερμανία, 1844-1900). Κυριαρχεί, επίσης, μία αντίληψη «χριστιανικού υπαρξισμού» στη ζωή που βρίσκεται στο περιθώριο της επίσημης θρησκείας. Οι αναλυτές της λογοτεχνίας θεωρούν αυτήν τη Γενιά ως μία άποψη του Μοντερνισμού.
[ii] Costa Rica (=πλούσια ακτή): ισπανόφωνη χώρα της Κεντρικής Αμερικής, με έκταση 50.000 τετρ. χλμ. και πληθυσμό 4.000.000. Συνορεύει βόρεια με τη Νικαράγουα και νότια με τον Παναμά. Δυτικά βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό και ανατολικά από τον Ειρηνικό. Πρωτεύουσα είναι η πόλη του Αγίου Ιωσήφ (San José), με πληθυσμό 1.000.000. Ονομάζεται και «Ελβετία της Κεντρικής Αμερικής», λόγω της πολιτικής της σταθερότητας. Το 1987, επί προεδρίας του Óscar Arias Paz, τιμήθηκε με το βραβείο Nobel Ειρήνης. (Οι αριθμοί κατά προσέγγιση.)
[iii] Ricardo Fernández Guardia: (Κόστα Ρίκα, 1867–1950). Συγγραφέας και διπλωμάτης του κοσταρικανικού μοντερνισμού, που τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο της χώρας του για το έργο του, από το οποίο διακρίνεται η μελέτη του «La Independencia», που μιλά για την ανεξαρτησία της Κόστα Ρίκα από το ισπανικό στέμμα, το 1821.
[iv] Carlos Gagini: (Κόστα Ρίκα, 1865–1925). Ελβετικής καταγωγής φιλόλογος, ο οποίος μελέτησε τις γλώσσες των ιθαγενών της Κόστα Ρίκα και συνέγραψε το «Diccionario de costarriqueñismos» ένα λεξικό τους ισπανικούς ιδιωματισμούς της χώρας του. Λογοτεχνικά, εναντιώθηκε στο Μοντερνισμό. Πολιτικά, ο Gagini χαρακτηριζόταν ως γερμανόφιλος, και στα δοκίμιά του ανέλυε τους φόβους του για την ηγεμονική στάση των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι στις υπόλοιπες λατινοαμερικανικές χώρες.
[v] Βλ. σχόλιο Νο. 31 (Joaquín García Monge: Προσοχή: να μην συγχέεται με τον Carlos Francisco Monge.
[vi] Βλ. βιογραφία στο ίδιο κείμενο.
[vii] Βλ. στοιχεία πιο κάτω.
[viii] Miguel Ángel Asturias Rosales: (Γουατεμάλα, 1899-1974). Ποιητής, πεζογράφος και διπλωμάτης, που τιμήθηκε με το βραβείο Nobel Λογοτεχνίας το 1967, και με το βραβείο Lenin, ένα χρόνο νωρίτερα. Με το έργο του παγίωσε τη συνεισφορά της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας στο δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, και κατόρθωσε να προσελκύσει το διεθνές ενδιαφέρον για τους ιθαγενείς πολιτισμούς, και ιδιαίτερα για τους Μάγιας της πατρίδας του. Ασχολήθηκε επίσης με την ανθρωπολογία και τη μυθολογία, και συγχρωτίστηκε με το κίνημα του σουρεαλισμού. Υπήρξε προάγγελος του απογείου, στο οποίο θα έφταναν τα ισπανοαμερικανικά γράμματα κατά τις δεκαετίες του 1960 & ΄70. Σημαντικό έργο του: El Señor Presidente (1946), στο οποίο εκφράζει τις κοινωνικές και ηθικές προσδοκίες του λαού του.
[ix] Impression(n)isme: Τεχνοτροπία που εκδηλώθηκε στον τομέα της ζωγραφικής και κυριάρχησε για ένα διάστημα στο διεθνή καλλιτεχνικό ορίζοντα κατά το δεύτερο μισό του 19ου αι. Ο ακραιφνής ιμπρεσιονισμός ορίζεται μεταξύ του 1874 και του 1886 και παρουσιάζεται ως η ιστορία μίας ομάδας καλλιτεχνών που εξέθεσαν τα έργα τους ανεξάρτητα από το επίσημο Salon. Ο όρος προέρχεται από τη γαλλική λέξη impression και σημαίνει εντύπωση. Πρωτοδιατυπώθηκε από έναν κριτικό της τέχνης το 1874, για έναν πίνακα του Claude Monet, με τίτλο «Εντύπωσις ανατέλλοντος ηλίου». Βασικό χαρακτηριστικό του ιμπρεσιονισμού είναι η προσπάθεια ν’ απεικονίσει τις στιγμιαίες, φευγαλέες εντυπώσεις. Ηγετική μορφή του ιμπρεσιονισμού είναι ο Edouard Manet.
[x] Expresion(n)isme: Τάση που εμφανίζεται σε διάφορες ιστορικές περιόδους και παίρνει τις διαστάσεις καλλιτεχνικού και λογοτεχνικού κινήματος στις αρχές του 20ου αι. Ο όρος προέρχεται από το γαλλικό λήμμα expression και σημαίνει έκφραση, εκδήλωση του συναισθήματος. Ο εξπρεσιονισμός εμφανίζεται το 1901 στη Γαλλία ως ο αντίποδας του ιμπρεσιονισμού, αφού δεν ενδιαφέρεται πλέον ν’ απεικονίσει την εντύπωση που προκαλεί το αντικείμενο σε μία δεδομένη στιγμή, αλλά ασχολείται με την έκφραση του εσωτερικού βιώματος άμεσα κι αυθόρμητα. Δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην έκφραση, ακόμη και σε βάρος οποιασδήποτε φυσικής αιτιότητας και οργανικότητας. Ο εξπρεσιονισμός καταπολεμήθηκε στη Γερμανία από τους ναζιστές σαν «έκφυλη τέχνη», και πολλοί οπαδοί του αναγκάστηκαν στη δεκαετία του 1940 να εκπατριστούν. Κυριότερος εκπρόσωπός του είναι ο Franz Kafka.
[xi] Fauvisme: Το πρώτο καλλιτεχνικό κίνημα της πρωτοπορίας (avant-garde) στον 20ο αι., που στάθηκε και η βάση για όλα σχεδόν τα ρεύματα που ακολούθησαν. Ο όρος οφείλεται στο Γάλλο τεχνοκριτικό Ζ. Ω. Ερβέ, ο οποίος στα 1905 αποκάλεσε fauves (θηρία) μία ομάδα ζωγράφων, οι οποίοι εξέθεσαν στο παρισινό Salon. Στο φωβισμό η εικόνα απελευθερώνεται από τη μίμηση της φύσης και αποκτά έναν έντονο εξπρεσιονιστικό χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, απελευθερώνεται η ζωγραφική από τη σύνδεσή της με τη θρησκεία, την ιστορία και τη λογοτεχνία. Δεν παίζει πλέον το ρόλο του τεκμηριωτή προσώπων, γεγονότων, καταστάσεων και οραμάτων, ούτε είναι ένας ερμηνευτικός αντικατοπτρισμός της πραγματικότητας. Κυριότερος εκπρόσωπός του είναι ο Henri Matisse.
[xii] Cubisme: Κίνημα της μοντέρνας τέχνης, που πρωτοπαρουσιάζεται to 1908 στη Γαλλία. Κατοχυρώνεται θεωρητικά από τον Guillaume Apollinaire, ο οποίος διακήρυξε ότι «η γεωμετρία στις πλαστικές τέχνες έχει την ίδια σημασία που έχει η γραμματική στην τέχνη του λόγου». Ο κυβισμός ένα από τα ριζοσπαστικότερα κινήματα, το οποίο εκφράζει την ανατροπή των εκφραστικών κριτηρίων του 19ου αι. και οδηγεί κατευθείαν στην τέχνη του 20ου αι.
[xiii] Futurismus: Τύπος καλλιτεχνικής έκφρασης που δημιουργήθηκε το 1909. Το φουτουριστικό μανιφέστο του Ιταλού ιδεολόγου και ποιητή Filippo Achille Emilio Angelo Carlo Tommaso Marinetti (1876-1944), αναφέρει: «Θέλουμε να τραγουδήσουμε την αγάπη προς τον κίνδυνο… Ομολογούμε ότι το μεγαλείο του κόσμου πλουτίστηκε από τη νέα ομορφιά της ταχύτητας… Ένα αυτοκίνητο είναι πιο όμορφο από τη Νίκη της Σαμοθράκης… Ομορφιά υπάρχει μόνο στον αγώνα. Ένα έργο χωρίς χαρακτήρα επιθετικό δεν μπορεί να είναι μεγάλο… Θέλουμε να υμνήσουμε τον πόλεμο –αυτήν τη μοναδική εξυγίανση του κόσμου- το μιλιταρισμό, τον πατριωτισμό, τον αναρχισμό, τις ωραίες ιδέες για τις οποίες πεθαίνει κανείς… Θέλουμε να καταστρέψουμε τα Μουσεία, τις Βιβλιοθήκες και τις Ακαδημίες κάθε λογής. Θέλουμε ν’ αγωνιστούμε ενάντια στο μοραλισμό, το φεμινισμό, κι ενάντια στη δειλία που βασίζεται στη σκοπιμότητα και την αυτοεξυπηρέτηση…» Κυριότερος εκπρόσωπός του είναι ο Giacomo Balla.
[xiv] Dadaisme: Φιλολογική και καλλιτεχνική κίνηση που απέβλεπε στο σάρωμα των τυποποιημένων από το κατεστημένο πνευματικών εννοιών και στην αντικατάστασή τους από νέες. Η κίνηση αυτή, ξεκινώντας το 1916 από το ουδέτερο έδαφος της Ελβετίας, απέκτησε σύντομα έντονο επαναστατικό και ανατρεπτικό χαρακτήρα και πήρε οικουμενικές διαστάσεις. Το όνομα του κινήματος, που είναι μία λέξη των νηπίων και σημαίνει αλογάκι -όπως το ελληνικό «ντε-ντε»- βρέθηκε τυχαία, ενώ μία ομάδα λογοτεχνών ξεφύλλιζαν με μία οδοντογλυφίδα το εγκυκλοπαιδικό λεξικό Petit Larousse. Οι ντατανταϊστές ήταν οι πρώτοι καλλιτέχνες του 20ου αι., που θέλησαν συνειδητά να δημιουργήσουν μία αντιτέχνη. Ήταν η αναρχική αντίδραση ενάντια στα τραγικά αποτελέσματα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και «ενάντια σ’ εκείνον τον πολιτισμό που τον είχε υποθάλψει». Έτσι, στρέφεται κατά των κακώς κειμένων, κατά της αυτοϊκανοποίησης του καλού αστού, με σαρκασμό, ειρωνεία και κυνισμό. Από την πλευρά αυτή διαφαίνεται ο ηθικός χαρακτήρας του ντανταϊσμού, κι ένα είδος θρησκευτικής διάστασης που αποκρυσταλλώνεται στην βασικότερη ρήση του κινήματος: «Dada είναι το ξεσήκωμα των άπιστων στην απιστία· είναι η νοσταλγία μιας νέας πίστης· είναι επίσης ένα όπλο ενάντια στην ανόητη, λογική ερμηνεία του κόσμου». Οι ντανταϊστές θέλησαν ν’ αναπαραγάγουν τη γλώσσα, αποδίδοντάς την με αυθόρμητους τόνους και σε σχέση προς μία εικόνα. Χρησιμοποίησαν το παράλογο και το παράδοξο. Κατέστρεψαν την τάξη και αυτό που λέγεται τεχνική τελειότητα κι έδωσαν τα πρωτεία στο τυχαίο. Έτσι φαίνεται καθαρά ότι η τάση αυτή αποτελεί και μία αντίθεση στο μηχανοκρατικό και τεχνικό πολιτισμό. Αποξένωσε την πραγματικότητα, οπότε παρουσιάζεται ως πρόδρομος του σουρεαλισμού Αξιοποίησε παρορμήσεις του εξπρεσιονισμού, του κυβισμού και του φουτουρισμού, και καθιερώθηκε σαν αντιτέχνη, δηλαδή σαν μία έκφραση που αντιτίθεται στην καλλιτεχνικότητα και στην αισθητική κουλτούρα. Καταργεί τη γλώσσα, αλλοιώνει τη μουσική αρμονία και αναπτύσσει το αυτοσχέδιο θέατρο. [Λυδάκης Στέλιος & Βογιατζής Τάκης: Σύντομο λεξικό όρων της ζωγραφικής, Εκδ. Μέλισσα, Αθήνα, 1990 Αποσπασματικό]. Κυριότερος εκπρόσωπός του είναι ο Tristan Tzara.
[xv] Surrealisme: Λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό κίνημα που πρωτοεμφανίστηκε στη Γαλλία μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι θεωρητικές του θέσεις επεκτάθηκαν προς τη φιλοσοφία και την πολιτική. Δέχτηκε τις κατηγορηματικές θέσεις των ντανταϊστών ενάντια στις αξίες της παράδοσης, κι επιτέθηκε στο ρασιοναλισμό (=ορθολογισμό), την τεχνοκρατία και την τεχνική πρόοδο γενικά, που καταπιέζουν τη φαντασία. Ξεκίνησε από μία ομάδα ποιητών -με κυριότερο το Γάλλο συγγραφέα και θεωρητικού André Breton-, οι οποίοι είχαν ασχοληθεί με τον ψυχικό αυτοματισμό, που απασχολούσε εκείνη την εποχή διάφορους επιστήμονες -όπως τον εβραϊκής καταγωγής Αυστριακό ψυχίατρο Sigmund Slomo Freud (Freiburg-Τσεχία, 1856 – Λονδίνο, 1939), που ενδιαφέρονταν να ανακαλύψουν του μηχανισμούς του υποσυνείδητου και να υπερβούν την πραγματικότητα μέσω του φανταστικού και του παράλογου. Πρέσβευαν ότι «ο υπερρεαλισμός πρέπει ν’ αφυπνίσει τις δυνάμεις του υποσυνείδητου για ν’ αποκατασταθεί μία εσωτερική ισορροπία στις ψυχοπνευματικές δυνάμεις του ανθρώπου». Τον όρο surrealisme έπλασε ο Guillaume Apollinaire. Σύμφωνα με το πρώτο μανιφέστο του André Breton, το 1924, ο σουρεαλισμός είναι ένας καθαρός ψυχικός αυτοματισμός, που επιχειρεί να εκφράσει προφορικά, γραπτά ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, την πραγματική ροή της σκέψης. Πρόκειται για μία υπαγόρευση της σκέψης χωρίς κανέναν έλεγχο της λογικής, και πέρα από κάθε αισθητική ή ηθική προκατάληψη. Ο υπερρεαλισμός βασίζεται στην πίστη σε ορισμένους συσχετισμούς από την πραγματικότητα, στην παντοδυναμία του ονείρου, στο άσκοπο παιχνίδι της σκέψης. Αποσκοπεί στο να καταστρέψει οποιουσδήποτε άλλους ψυχικούς μηχανισμούς και να πάρει τη θέση τους, όταν πρόκειται ν’ αντιμετωπισθούν και να λυθούν τα σημαντικά προβλήματα της ζωής.
[xvi] Neorealismo (ιταλ.): Νέα μορφή του ρεαλισμού· πρόκειται για ιταλικό λογοτεχνικό κίνημα το οποίο άνθισε ιδίως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και επεδίωξε να ασχοληθεί ρεαλιστικά τόσο με τα γεγονότα που οδήγησαν σε εκείνον τον πόλεμο, όσο και με τα κοινωνικά προβλήματα που αυτά τα γεγονότα προκάλεσαν. Οι ρίζες του κινήματος μπορούν ν’ ανιχνευθούν στη δεκαετία του 1920, και παρ’ όλο ότι αυτό υπέστη εικοσαετή καταστολή από το φασιστικό καθεστώς του Benito Mussolini (1922-1943), έβγαλε καρπούς μετά το τέλος του πολέμου. Αποκρυσταλλώθηκε προς τα τέλη της δεκαετίας του 1960, και παρουσιάζεται ως μία υπερακριβής απόδοση της πραγματικότητας, που φτάνει σε πρωτοφανείς υπερβολές κι έντονα συναισθήματα αντίστασης. Κυριότερος εκπρόσωπός του είναι ο Italo Calvino (Ιταλία, 1923-1985), ο οποίος συνέγραψε το “Il sentiero dei nidi” (1947). Βέβαια, ο Calvino, αφού μεταπήδησε για μία περίοδο στο μαγικό ρεαλισμό –ο οποίος άνθισε κατά το λατινοαμερικανικό Boom του 1950-, κατέληξε να δημιουργήσει ένα δικό του λογοτεχνικό ύφος. Ο Νεορεαλισμός, όμως, ως κίνημα περισσότερο κινηματογραφικό, εκπροσωπήθηκε εξ ίσου και από τον Pier Paolo Pasolini, τον ιταλό συγγραφέα και σκηνοθέτη (1922-1975), ο οποίος το 1955 έγραψε το έργο “Ragazzi di vita”.
[xvii] Existentialisme: Η «υπαρξιακή φιλοσοφία του 20ου αι.», περιλαμβάνει όλα τα φιλοσοφικά ρεύματα που ασχολούνται με την υπαρξιακή κατάσταση του ανθρώπου. Ο υπαρξισμός κατηγορήθηκε πως διακηρύσσει την απάθεια, μέσα σε μία απελπισμένη εφησύχαση, μια που όλες οι λύσεις αποκλείονται. Με τον όρο εξιστενσιαλισμός εννοούμε μία θεωρία που κάνει τη ζωή εφικτή, και που διατείνεται ότι κάθε αλήθεια και κάθε δράση υπονοεί ένα μέσον και μία υποκειμενικότητα ανθρώπινη. Ο Καθολικισμός οικτίρει τους υπαρξιστές, γιατί αμφισβητούν την πραγματικότητα και τη σοβαρότητα των ανθρώπινων ενδιαφερόντων. Οι εξιστενσιαλιστές, όμως, απαιτούν την αναθεώρηση όλων των αξιών και ιδιαίτερα της χριστιανικής ηθικής –την οποίαν ονομάζουν «ηθική των σκλάβων», έτσι ώστε οι αδύναμοι να μην αποτελούν εμπόδιο για την πρόοδο των δυνατών. Προγενέστεροι φιλόσοφοι, όπως ο Friedrich Nietzsche (Γερμανία, 1844-1900), πίστευαν ότι ο Χριστιανισμός είχε αποστρέψει το βλέμμα του από τα εγκόσμια, κι ατένιζε τον ουράνιο κόσμο των ιδεών, πράγματα που οι υπαρξιστές (επιρρεασμένοι από εκείνον), θεωρούν επίσης ως λόγια κενά, έννοιες φαινομενικές και στερημένες από την πραγματικότητα. Κυριότερος εκπρόσωπος του εξιστενσιαλισμού είναι ο Γάλλος Jean Paul Sartre (Γάλλος νομπελίστας φιλόσοφος και λογοτέχνης, 1905-1980), ο οποίος έλεγε ότι «ο υπαρξισμός είναι ανθρωπισμός» (βλ. ομώνυμο βιβλίο, μτφρ. Μ. Πολίτη, Εκδ. Δαμιανός.) Ο αθεϊστικός εξιστενσιαλισμός (του Martin Heidegger, Γερμανία 1889–1976), είναι μία ανελέητη ανάλυση της ανθρώπινης κατάστασης μετά το θάνατο του Θεού. Κατ’ αυτόν, «η ύπαρξη προηγείται της ουσίας». Ο Sartre έλεγε ότι «ο άνθρωπος υπάρχει αυτός καθ’ αυτόν, κι έχει συνείδηση της ύπαρξής του· δεν έχει, όμως, αιώνια φύση για να τη αναζητά· αισθάνεται ξένος μέσα σ’ έναν κόσμο χωρίς νόημα και είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος, επειδή δεν έπλασε μόνος του τον εαυτό του. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει, κι ας είναι φορτωμένος με μία δυσβάσταχτη ελευθερία. Δε διάλεξε ο ίδιος το δρόμο της ύπαρξης. Είναι όμως αποκλειστικά υπεύθυνος για όλες του τις πράξεις. Άρα: υπάρχω σημαίνει δημιουργώ μόνος μου την ουσία μου, το νόημα της ζωής μου.» Με αυτήν τη σκέψη, ο Sartre προσπαθεί ν’ αποδείξει ότι η συνείδηση δεν είναι τίποτα πριν αρχίσει να εγγράφει εντυπώσεις. Παρ’ όλο ότι στα 1964, ο Sartre –έχοντας αρνηθεί το βραβείο Nobel- ακολούθησε το μαρξισμό, οι ίδιοι οι μαρξιστές προσάπτουν στους εξιστενσιαλιστές ότι έχουν ως αφετηρία τους την πιο αυστηρή υποκειμενικότητα, δηλαδή από το καρτεσιανό «cogito - σκέπτεσθαι», –που θα πει πως από τη στιγμή που ο άνθρωπος σβήνει μέσα στη μοναξιά του, δεν μπορεί να γυρίσει στην αλληλεγγύη. «Μπορούμε να μιλάμε μόνο για ηθικούς κώδικες συγκεκριμένων τάξεων που αντανακλούν τις ειδικές τους συνήθειες και συμφέροντα» ανταπαντά ο Sartre. Σε αυτά τα πλαίσια κινείται το δοκιμιακό και ποιητικό έργο του Κοσταρικανού Ακαδημαϊκού Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ. Σύμφωνα με τον Isaac Felipe Azofeifa – οποίος προλογίζει τα Ποιητικά Δοκίμια, ο ποιητής «φτιάχνει από την ύπαρξη την ύλη της ποίησής του […] όμως του λείπει η θρησκευτική πίστη. […] Χρειάζεται να δει και να αισθανθεί τη δική του αλήθεια. […] Ο Θεός αποτελεί μία αποκλειστική δημιουργία και ιδιοκτησία του ποιητή.» Αλλά κι ο ίδιος ο Γουέλλ αναφέρει ότι: «σαν προφήτες», αναγεννώνται μέσα του «η αμφισβήτηση του και τα ερωτήματά του».
[xviii] Edouard Manet: (Γαλλία, 1832–1883). Άλλη μία ηγετική μορφή του ιμπρεσιονισμού. Από αυτόν επιρρεάστηκαν πολλοί σημαντικοί ζωγράφοι, όπως ο Claude Monet.
[xix] Claude Monet: (Γαλλία, 1840–1926). Ο πίνακάς του «Impression, soleil levant» (Εντύπωσις ανατέλλοντος ηλίου) πρωτοδιατυπώθηκε ο όρος «ιμπρεσιονισμός». Επιρρεάστηκε από τον Manet.
[xx] Franz Kafka: (Πράγα, 1883 – Kierling/Βιέννη, 1924). Γόνος εβραϊκής οικογένειας της μεσαίας τάξης, από την Αυστροουγγαρία. Το έργο του επιρρέασε έντονα τη λογοτεχνία του δυτικού κόσμου. Η φαινομενική απόγνωση και η ατοπία που διαφαίνονται στα κείμενά του, θεωρούνται ως τα εμβλήματα του υπαρξισμού. Ορισμένοι σχολιαστές αναλύουν το έργο του από μία άποψη του μοντερνισμού, κι άλλοι τον θεωρούν ως τον προάγγελο του μαγικού ρεαλισμού. Άλλοι πάλι, του αποδίδουν στοιχεία φροϋδικά ή μαρξιστικά. Σημαντικό έργο του: Die Verwandlung (Η Μεταμόρφωση, 1915).
[xxi] Henri Matisse: (Γαλλία, 1869–1954). Ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους του 20ου αι., ο οποίος είχε χαρακτηριστεί ως «fauve» (=θηρίο).
[xxii] Wilhelm Albert Vladimir (Waż) Apolinaris Kostrowitzky (Guillaume Apollinaire): (Ιταλία, 1880–Γαλλία, 1918). Πολωνικής καταγωγής Γάλλος ποιητής, μέλος του Montparnasse και κριτικός της τέχνης, ο οποίος έπλασε τη λέξη surrealisme (=υπερρεαλισμός) κι επιρρεάστηκε από τους συμβολιστές της ποίησης. Σημαντικό έργο του: Les onze mille verges (1907).
[xxiii] Giacomo Balla: (Ιταλία, 1871–1958). Ιταλός ζωγράφος του φουτουρισμού, ο οποίος επιρρεάστηκε από τον Filippo Tommaso Marinetti.
[xxiv] Sami Rosenstock Tristan Tzara: (Ρουμανία, 1896 – Γαλλία, 1963). Εβραϊκής καταγωγής ιδρυτής του κινήματος του Ντανταϊσμού, ο οποίος μεταπήδησε στην ομάδα των υπερρεαλιστών, σε μία προσπάθειά του να συνενώσει το σουρεαλισμό με το μαρξισμό. Σημαντικό έργο του: Το Μανιφέστο του Ντανταϊσμού.
[xxv] André Breton: (Γαλλία, 1896-1966). Συγγραφέας και θεωρητικός του σουρεαλισμού. Όρισε το σουρεαλισμό ως «καθαρό ψυχικό αυτοματισμό» και ανέφερε οτο «το Μεξικό είναι η πλέον σουρεαλιστική χώρα στον κόσμο».
[xxvi] Hernán Cortés de Monroy y Pizarro, Primer Marqués del Valle de Oaxaca, México: (Ισπανία, 1485–1547). Ισπανός κατακτητής του Μεξικού. Έγραψε το ιστορικό έργο: Cartas de relación (1519), στο οποίο περιγράφει την εξερεύνηση του κεντρικού Μεξικού, την κατάκτηση της Αυτοκρατορίας των Αζτέκων και τις ίντριγκες που οδήγησαν στην πτώση αυτού του μεγάλου πολιτισμού. Αντίθετα από τη μεσοαμερικανική περιοχή του κεντρικού, νότιου και ανατολικού Μεξικού, στην Κόστα Ρίκα, οι πολυάριθμοι ισπανοί κατακτητές, -που έφτασαν εκεί μετά το Χριστόφορο Κολόμβο (1502), όπως οι: Diego de Nicuesa (1510), Hernán Ponce de León (1519), Gil González Dávila (1522), Francisco Fernández de Córdoba (1524), Felipe Gutiérrez (1534-5), Hernán Sánchez de Badajoz (1539-41), Rodrigo de Contreras (1540-41), Diego Gutiérrez (1542), Juan de Cavallón (1561), Juan Vázquez de Coronado (1563), δεν άφησαν σημαντικά γραπτά μνημεία της ιστορίας και της λογοτεχνίας της εποχής τους και των ισπανικών περιοχών απ’ όπου κατάγονταν.
[xxvii] Álvaro Quesada Soto: Σύγχρονος φιλόλογος και μελετητής των λατινοαμερικανικών γραμμάτων, ο οποίος συστηματοποίησε την κατάτμηση της ιστορικής έρευνας της κοσταρικανικής λογοτεχνίας σε περιόδους από τον 16ο αι., μέχρι σήμερα. Πιστεύει ότι αυτή η διαδικασία αποτελεί μέρος μίας ευρύτερης προσπάθειας για τη δημιουργία ενός έθνους ως μία φανταστική κοινότητα, παρά μία ουσιαστική πραγματικότητα. Σημαντικό έργο του: Uno y los otros. Identidad y literatura en Costa Rica (1998). Πραγματεύεται την τραγωδία της αμερικανικής ηπείρου, η οποία παραμένει υπανάπτυκτη και εξαρτώμενη.
[xxviii] Generación del Círculo del Olimpo (1890-1920)· Κύριο μέλημα αυτού του λογοτεχνικού, αλλά και κοινωνικού κύκλου –που αυτοαποκαλείτο με εκείνην την ελληνοπρεπή ονομασία, λόγω της έπαρσης που χαρακτήριζε τα μέλη του- ήταν ο η δημιουργία εθνικής ταυτότητας και ο εκμοντερνισμός της Κόστα Ρίκα. Με αυτόν το σκοπό, διενήργησε τις επονομαζόμενες «φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις» κατά τη δεκαετία του 1880, όταν κατέρρευσε η δικτατορία των αδελφών Tinoco (1870-1882), όπως ο συγκεντρωτισμός της οικονομικής, πολιτικής και ιδεολογικής ισχύος στα χέρια μίας ομάδας κρεολών που ασχολούνταν με την εξαγωγή του καφέ. Το μέσον για αυτήν την προσπάθεια ήταν ο αγροτικός καπιταλισμός, η ενίσχυση του Κράτους και ο εκπολιτισμός της λαϊκής κουλτούρας. Σε εκείνην την περίοδο θεσμοθετήθηκε η υποχρεωτική βασική παιδεία για όλους τους πολίτες. Πρόκειται για την εποχή του εθνικού ήρωα Juan Santamaría, εκείνου του ταπεινού μιγάδα ήρωα από την επαρχία της Alajuela, που –λίγο νωρίτερα, το 1854-, όταν ο εμφύλιος ανάμεσα σε φιλελεύθερους και συντηρητικούς μάστιζε τη γειτονική Νικαράγουα, νίκησε τον Αμερικανό «πειρατή – filibustero» William Walker, ο οποίος, με τη βοήθεια των Νικαραγουανών, θέλησε να προσαρτήσει την Κόστα Ρίκα στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Σύγχρονοι ιστορικοί αναφέρουν ότι η πολιτεία, με την πάροδο του χρόνου, «άσπρισε» την μιγαδική επιδερμίδα αυτού του ήρωα, στην προσπάθειά της να δημιουργήσει την ιδεολογία της ομοιογενούς αυτής λευκής χώρας. Σήμερα ο Juan Santamaría αποτελεί σύμβολο της αμυντικής και όχι επιθετικής στάσης της Κόστα Ρίκα στη διεθνή κοινότητα, ενώ ο «Όλυμπος» είναι ο πολιτιστικός της φάρος. Σ’ αυτό το λογοτεχνικό ρεύμα ανήκει η «Λύρα της Κόστα Ρίκα» -μία ομάδα συγγραφέων με κυριότερο τον δημοσιογράφο και πολιτικό Aquileo J. Echeverería (San José / Κόστα Ρίκα, 1866 – Βαρκελώνη / Ισπανία, 1909), του οποίου σημαντικό έργο θεωρείται το Concherías, romances, epigramas y otros poemas (1953).
[xxix] Manuel González Zeledón (Magón) (Κόστα Ρίκα 1864–1936): Διπλωμάτης και συγγραφέας του κοσταρικανικού μοντερνισμού, ο οποίος με το έργο του προσπάθησε να κάνει ευρύτερα γνωστή την πολιτισμική νοοτροπία του λαού της Κόστα Ρίκα. Ανήκε στη Γενιά του Ολύμπου (1890-1920), της οποίας μέλημα ήταν η εδραίωση μίας εθνικής συνείδησης στην Κόστα Ρίκα. Τιμήθηκε από τη νομοθετική επιτροπή του Κοινοβουλίου της χώρας του. Σημαντικό έργο του: El Clis de Sol (1896), στο οποίο προσωποποιείται η εθνική νοοτροπία του Κοσταρρικανού.
[xxx] Reperorio Americano: πολιτιστικό –και κυρίως λογοτεχνικό- έντυπο με περιοδική κυκλοφορία που εκδιδόταν στην Κόστα Ρίκα από το 1919 έως το 1958. Απετέλεσε σημαντικό forum για τον πνευματικό κόσμο της Λατινικής Αμερικής, στο οποίο δημοσιεύονταν οι αντιφασιστικές, δημοκρατικές και ειρηνικές ιδέες. Ήταν, δηλαδή, κάτι ανάλογο του γαλλικού Montparnasse. Η ελευθερία και η ανεκτικότητα ήταν τα κύρια θέματα που απασχολούσαν τη δοκιμιογραφία εκείνης της εποχής. Ο Βενεζουελανός λογοτέχνης Andrés Bello ήταν ο δημιουργός του πρώτου Repertorio, που απετέλεσε την έμπνευση του αντίστοιχου κοσταρρικανικού, όπου δημοσιεύονταν άρθρα του Pablo Neruda και τα ζωγραφικά έργα τού ιταλικής καταγωγής κοσταρικανού Francisco Amighetti Ruiz (γενν.: 1907), ο οποίος ανάγει το εθνικό στοιχείο της πολιτισμικής ταυτότητας της Κόστα Ρίκα σε υπερεθνικό –ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής.
[xxxi] Joaquín García Monge: (Κόστα Ρίκα, 1881-1958). Ένας από τους σημαντικότερους Υπουργούς Παιδείας και συγγραφείς αυτής της χώρας, ο οποίος συνεισέφερε στο λογοτεχνικό ρεύμα της ισπανόφωνης Αμερικής, με την ονομασία: Cuadro de costumbre. Ακολούθησε τους νεωτερισμούς του Manuel González Zeledón. Ίδρυσε το κόμμα «Σύνδεσμος Εργατών, Αγροτών και Διανοούμενων» -το οποίο μετεξελίχθηκε στο σημερινό Κομμουνιστικό Κόμμα της Κόστα Ρίκα. Χαρακτηρίστηκε ως ο «πρόδρομος των κοσταρικανικών γραμμάτων». Σημαντικότερο έργο του: El moto (1900), μία νουβέλα μικρής έκτασης, στην οποία γκρεμίζεται η παλιά αγροτική και ολιγαρχική κοινωνία των τσιφλικάδων. [Προσοχή: να μη συγχέεται με τον Carlos Francisco Monge].
[xxxii] Grot(t)esco: Αρχιτεκτονικό στιλ που μιμείται την τραχύτητα των βράχων. Ο Ιταλός νομπελίστας (1936) δραματουργός Luigi Pirandello (1867-1936), χρησιμοποίησε αυτόν τον όρο ως ουσιαστικοποιημένο επίθετο, για να χαρακτηρίζει το νατουραλιστικό θεατρικό του ύφος, το οποίο αντανακλά μία πραγματικότητα ανάμεσα στο κωμικό και στο τραγικό στοιχείο.
[xxxiii] Σ’ αυτήν ανήκει η «Γενιά του ‘70», μία ομάδα συγγραφέων της Κόστα Ρίκα, οι οποίοι κατέκριναν την εξάντληση της πολιτικής προοπτικής μετά την ίδρυση της Δεύτερης Δημοκρατίας, που ακολούθησε τον εμφύλιο του 1948. Κύρια εκπρόσωπός της είναι η Carmen Naranjo.
[xxxiv] Turrialba: Κωμόπολη 60.000 κατοίκων με ομώνυμο ηφαίστειο ύψους 3.340 μ., στην πλευρά του Ατλαντικού, στην Κόστα Ρίκα. Το όνομά της έχει τρεις πιθανές προελεύσεις: από την Torrealba (Aragón), τόπο καταγωγής των πρώτων Ισπανών αποίκων του 16ου αι., η οποία με τη σειρά της προέρχεται από τη λατινική turris alba, που σημαίνει «λευκή πόλη», ή και από τη γλώσσα των ιθαγενών huetar, των οποίων ο αρχαιολογικός χώρος Guayabo, (200 π.Χ. – 100 μ.Χ.), βρίσκεται στην περιφέρεια. Ονομάζεται και «Μικρή Ελβετία», λόγω του αλπικού της τοπίου και του φημισμένου τυριού που παράγει. Ο ποταμός Reventazón, που ρέει στην περιοχή, έχει καταχωρηθεί από τη National Geographic Society ανάμεσα στους 5 ωραιότερους ποταμούς του κόσμου για rafting.
[xxxv] Laureano Albán: (Turrialba-Κόστα Ρίκα, 1942). Ποιητής και εκπρόσωπος της χώρας του στην UNESCO (1998-2002). Τιμήθηκε με τα βραβεία Magón (βλ. σχ. 41) και Aquileo J. Echeverría. Σημαντικό έργο του: La voz amenazada (1981).
[xxxvi] Julieta Dobles Izaguirre: (Κόστα Ρίκα, 1943). Φιλόλογος, γλωσσολόγος και βιολόγος (!) Καθηγήτρια του Παν/μίου της Νέας Υόρκης. Τιμήθηκε με το βραβείο Aquileo J. Echeverría. Σημαντικό έργο της: Hora de lejanías (1982).
[xxxvii] Carlos Francisco Monge: (Κόστα Ρίκα, 1951). Ακαδημαϊκός. Σημαντικό έργο του: Reino del latido (1978). [Προσοχή: να μη συγχέεται με τον Joaquín García Monge].
[xxxviii] Ronaldo Bonilla: Κοσταρρικανός συγγραφέας της «αστικής γενιάς» (1960-1980) και του «Κύκλου της Turrialba», δηλ. της περιόδου βιομηχανοποίησης της Κόστα Ρίκα, ο οποίος διακρίθηκε –μέσω του δυσμενούς κλίματος που προκάλεσε το «υπερβατικό Μανιφέστο» (1977) που έγραψε με τους: L. Albán, J. Dobles (βλ. σχ. 36), C.F. Monge.
[xxxix] Tatiana Lobo: (Χιλή, 1939) Το 1967 εγκαταστάθηκε στην Κόστα Ρίκα, κι έκτοτε θεωρείται κοσταρικανή συγγραφέας. Τιμήθηκε με το μεξικανικό βραβείο Sor Juana Inés de la Cruz και με το βραβείο Aquileo J. Echeverría της Κόστα Ρίκα. Σημαντικό έργο της: Blancos y negros, todos mezclados (1997).
[xl] Οι τίτλοι των κυριότερων βιβλίων του Fernando Centeno Güell, είναι οι εξής:
Lirios y Cardos (1926), το πρώτο που εξέδωσε
La mendiga del pinar
Carne y espíritu
SignoyMensaje – Σημάδι και Μήνυμα (ποιήματά του περιλαμβάνονται στο δοκίμιο El hombre en busca de
su Dios - Ο άνθρωπος σε αναζήτηση του Θεού του, της παρούσας έκδοσης των Ποιητικών Δοκιμίων.)
Evocación de Xande
Rapsodía de Anglae
Fábula del Bosque
ÍntimaBúsqueda – Προσωπική αναζήτηση (1975) [περιλαμβάνεται στην παρούσα έκδοση.]
El Ángelylasimágenes – Ο άγγελος και οι εικόνες (ποιήματά του
περιλαμβάνονται στο δοκίμιο ElhombreenbuscadesuDios - Ο άνθρωπος σε αναζήτηση του Θεού του, της παρούσας έκδοσης.)
Ensayos poemáticos – Ποιητικά δοκίμια (1961) [η παρούσα έκδοση.]
Las danzas de Job – Οι χοροί του Ιώβ (ποιήματά του περιλαμβάνονται στο δοκίμιο El hombre en busca de su
Dios - Ο άνθρωπος σε αναζήτηση του Θεού του, της παρούσας έκδοσης.)
Defensa de la poesía
Η ιστορική περίοδος συγγραφής των Ποιητικών Δοκιμίων χαρακτηρίζεται από την κουβανέζικη επανάσταση του Fidel Alejandro Castro Ruz (1959), την υπογραφή της Συνθήκης Ένωσης των Χωρών της Κεντρικής Αμερικής και την εμφάνιση της τηλεόρασης στην Κόστα Ρίκα (1960) και το αμερικανικό σχέδιο Marshall για τη Λατινική Αμερική (1961). Την επόμενη χρονιά, η Κόστα Ρίκα θα ενταχθεί στην Κεντροαμερικανική Κοινή Αγορά, ενώ τα ξένα κεφάλαια θα κυριαρχήσουν στη βιομηχανία της.
[xli] Premio Magón: Η ύψιστη αναγνώριση που χορηγεί η Δημοκρατία της Κόστα Ρίκα στους πολίτες που συνεισφέρουν με το έργο τους στον πολιτισμό. Καθιερώθηκε το 1961 και φέρει το όνομα του κοσταρικανού συγγραφέα Manuel González Zeledón Magón.
[xlii] Premio Andrés Bello: Λατινοαμερικανικό βραβείο που χορηγείται για την έρευνα της ανώτατης εκπαίδευσης. Θεσμοθετήθηκε το 1997 και φέρει το όνομα του Βενεζουελανού λογοτέχνη.
[xliii] Pablo Neruda (Neftalí Ricardo Reyes Basoalto, Χιλή 1904–1973) Ποιητής, διπλωμάτης και σύμβολο της πολιτικής και ιδιαίτερα της αποκατάστασης της δημοκρατίας στη χώρα του κατά τη δικτατορία του στρατηγού Pinochet. Το 1971 τιμήθηκε με το βραβείο Nobel Λογοτεχνίας, μία αντιφατική κίνηση, λόγω του πολιτικού του ακτιβισμού. Η κηδεία του εξελίχθηκε σε γεγονός κοινωνικού ξεσηκωμού. Το έργο του περιλαμβάνει σουρεαλιστική ποίηση, ιστορικά επικά και πολιτικά μανιφέστα. Σημαντικό έργο του: El canto general.
[xliv] Οι τίτλοι των κυριότερων βιβλίων του Isaac Felipe Azofeifa, είναι οι εξής:
Trunca unidad
Vigilia en pie de muerte
Canción
Estaciones
Días y territorios
Cima del gozo
Cruce de vía
[xlv] Luis de Góngora y Argote (Κόρδοβα, 1561-1627). Λυρικός λογοτέχνης του ισπανικού μπαρόκ. Δημιουργός του culteranismo, της ποίησης που εκφράζει έναν κόσμο απόλυτης ομορφιάς με στυλιζαρισμένα τα στοιχεία της πραγματικότητας. Δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην υψηλή αισθητική, για την επίτευξη της οποίας χρησιμοποιεί ένα αριστοκρατικό γλωσσικό ιδίωμα (culto), το οποίο καθιστά εντονότερα τα στοιχεία που κληρονόμησε από την Αναγέννηση. Σημαντικό έργο του: Las Soledades (1617) το οποίο διακρίνεται για το πληθωρικό, πομπώδες ύφος των καλολογικών του στοιχείων, που εκπέμπουν φως, χρώμα και μουσική μέσα από την επιτηδευμένη, άλλά κομψή έκφρασή του.
[xlvi] Rubén Darío (Félix Rubén García Sarmiento) (Νικαράγουα, 1867–1916). Ποιητής του ισπανόφωνου μοντερνισμού. Η κοσμοπολίτικη ζωή του, η μιγαδική του καταγωγή, το αισθησιακό του ταμπεραμέντο και το πάθος του για την αριστοκρατία είναι τα στοιχεία που δικαιολογούν πολλές πλευρές του έργου του: τις ποικίλες επιρροές που έλαβε από το εξωτερικό, την ισπανοαμερικανική του θεματολογία, την αισθητήρια βάση της ποίησής του, την τρυφηλότητα της φαντασίας του και την προτίμησή του στις πιο εκλεπτυσμένες αποχρώσεις της αισθαντικότητας. Σημαντικό έργο του: η ποιητική συλλογή Azul (1888).
[xlvii] Τα «Ποιητικά Δοκίμια – Ensayospoemáticos» είναι το μόνο έργο του Γουέλλ που έχει μεταφραστεί έως τώρα στην ελληνική γλώσσα. Οι μεταφράσεις εντός παρενθέσεων των υπόλοιπων τίτλων του σημειώνονται για την ευκολότερη κατανόηση του αναγνώστη.
[xlviii] Modernismo (Art Nouveau, ή Γενιά του 1898): Ποιητικό ρεύμα της Ισπανίας που προέκυψε ως συνέπεια της γενικευμένης αντίδρασης, η οποία στα τέλη του 19ου αι. εμφανίζεται στην Ευρώπη ενάντια στο πνεύμα του ρεαλισμού. Προσπαθεί να αποδώσει έναν αριστοκρατικό τόνο στην τέχνη, ξεφεύγοντας από το δημώδες ύφος και διερευνώντας πιο εκλεπτυσμένες αποχρώσεις. Εκφράζει τη λατρεία του στην ομορφιά της αισθαντικότητας, παρουσιάζει την υποκειμενικότητα ενός κόσμου ενδόμυχων συναισθημάτων και ονειρικής φαντασίας, και δημιουργεί συνειρμούς σε ένα εξωπραγματικό, εξωτικό περιβάλλον. Επιβάλλει, τέλος, την ιδέα: “ars gratia artis” (η τέχνη για την τέχνη). Κυριότερος εκπρόσωπός του είναι ο Rubén Darío. Στην Κόστα Ρίκα, από τη δεκαετία του 1920 και μετέπειτα, ο Μοντερνισμός δεν επιρρέασε ιδιαίτερα τη λογοτεχνία, παρ’ όλο ότι ο Rubén Darío παρέμεινε και σ’ αυτήν τη χώρα. H «Γενιά του ‘900» συμπίπτει με το μοντερνισμό. Οι νέοι συγγραφείς αυτής της χώρας εγκαταλείπουν την εξιδανίκευση του ευρωπαϊκού κόσμου, και ασχολούνται με μία αμεσότερη πραγματικότητα: αυτήν των εσωτερικών υποθέσεων της πατρίδας τους. Τα έργα τους αποτελούν μία κοινωνική καταγγελία ενάντια στην ηθική των παλαιών αξιών της ολιγαρχίας, στην άνεφ όρων παράδοση της Λατινικής Αμερικής στις Ηνωμένες Πολιτείες και στις εισαγόμενες αξίες των επιχειρηματιών της εποχής. Βέβαια, αυτή η λογοτεχνική κίνηση δεν έφτασε να αποτελέσει ένα σώμα πολιτικής αντιπολίτευσης. Έτσι, όμως, ξεκινά η μεταμοντέρνα εποχή. Ο Ricardo Fernández Guardia υποστήριξε το ρεύμα τού μοντερνισμού, ενώ ο Carlos Gagini εναντιώθηκε σ’ αυτό. Εκπρόσωπος του κοσταρικανικού μοντερνισμού είναι ο εκπαιδευτικός Julián Marchena (1897-1985), με κύριο έργο του το Alas en fuga (1941). Σύμφωνα με τον Isaac Felipe Azofeifa – οποίος προλογίζει τα Ποιητικά Δοκίμια, ο Fernando Centeno Güell, «λαμβάνει τις επιρροές τού όψιμου μοντερνισμού.»
[xlix] Enrique González Martínez (Μεξικό, 1871-1952) Διπλωμάτης, ακαδημαϊκός και ποιητής του μοντερνισμού, επιρρεασμένος από το γαλλικό συμβολισμό. Σημαντικότερο έργο του: Tuércele el cuello al cisne (1910/11), εξέχων τίτλος της μεξικανικής επαναστατικής λογοτεχνίας.
[l] περιβαλλόμενος (από κύστη). Στο πρωτότυπο αναφέρεται: enquistado.
[li] Abelardo Bonilla Baladares (Κόστα Ρίκα, 1898–1969): Ιδρυτής του Πανεπιστημίου της Κόστα Ρίκα και καθηγητής στην έδρα της Ισπανικής Λογοτεχνίας και της Φιλοσοφίας του Δικαίου. Πρόεδρος της έδρας Ιστορίας του Πολιτισμού. Βουλευτής, Πρόεδρος της Νομοθετικής Επιτροπής και μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του Κοινοβουλίου, Υπουργός Παιδείας, Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας της Κόστα Ρίκα. Τιμήθηκε με το βραβείο Aquileo J. Echeverría για τη μελέτη του: América y el pensamiento poético de Rubén Darío.
[lii] José Basileo Acuña Zeledón: (Γενν.: 1867) Κοσταρρικανός Ακαδημαϊκός, ο οποίος διακρίθηκε στους τομείς της ψυχολογίας, της λογοτεχνίας, της αισθητικής, της φιλοσοφίας και της ιστορίας. Ο Abelardo Bonilla Baladares, τον κατατάσσει στους «ποιητές διδασκάλους». Σημαντικό έργο του: Rapsodía de América, στο οποίο διερευνά την εθνική ταυτότητα των Λατινοαμερικανών από τις απαρχές των ιθαγενών, έως και τις σύγχρονες συνθήκες, παρουσιάζοντας τελικά, τις προσδοκίες των ισπανόφωνων λαών της αμερικανικής ηπείρου.
[liii] Rogelio Sotela: Ποιητής του κοσταρρικανικού μοντερνισμού.
[liv] Constantino Láscaris Comneno Micolaw (Zaragoza / Ισπανία, 1923 – San José / Κόστα Ρίκα, 1979) Ελληνικής ευγενούς καταγωγής φιλόσοφος και καθηγητής του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης και του San José, Κόστα Ρίκα. Δημοσίευσε μεγάλο αριθμό δοκιμίων και εξέδωσε πολλά βιβλία, ανάμεσα στα οποία διακρίνονται τα εξής: El costarricense (1985), ένα κοινωνιολογικό έργο, στο οποίο χρησιμοποιεί λέξεις-κλειδιά της παραδοσιακής καθημερινότητας, για ν’ αποδώσει τον εθνικό χαρακτήρα των Κοσταρικανών. Άλλα σημαντικά έργα του: Historia de las ideas filosóficas en Centroamérica, Historia de las ideas filosóficas en Costa Rica. Τιμήθηκε από τη Νομοθετική Επιτροπή του Κοινοβουλίου της Κόστα Ρίκα.
[lv] Στην ισπανική γλώσσα υπάρχουν δύο τύποι του ρήματος είμαι: ser και estar. Το πρώτο ρήμα δηλώνει –μεταξύ άλλων- μόνιμη κατάσταση, ενώ το δεύτερο φανερώνει την παροδικότητα. Επιπλέον, ενώ το ρήμα estar δηλώνει την έννοια του «βρίσκομαι (σε έναν τόπο)», το ρήμα ser χρησιμοποιείται στην φράση “Pienso, luego soy = Σκέπτομαι, άρα υπάρχω (Cogito, ergo sum)”. Στον συγκεκριμένο στοίχο, χρησιμοποιήθηκε ο πρώτος ρηματικός τύπος (ser) σε χρόνο αόριστο της οριστικής: “Y la Luz fue en el Tiempo - Και το Φως ήταν στο Xρόνο.”
[lvi] Miguel de Unamuno (Bilbao / Ισπανία, 1864–1936). Βάσκος λογοτέχνης με μαχητικό ταμπεραμέντο, ο οποίος αφιέρωσε κάθε προσπάθειά του στην κοινωνική αφύπνιση. Στα φιλοσοφικά-θρησκευτικά δοκίμιά του –που επιρρέασαν τους μεταγενέστερούς του υπαρξιστές φιλοσόφους- παρατηρείται ένα συνεχές παιχνίδι με το λόγο: μεταβολές λεξημάτων, χρήση νεολογισμών αλλά και επιστροφή στις αρχαϊκές ρίζες των σύγχρονων λέξεων. Σημαντικό έργο του: En torno al casticismo (1895), στο οποίο αναλύει την παράδοση και την ψυχή της Ισπανίας.
[lvii] Στο πρωτότυπο αναφέρονται τα λήμματα: cósmicaytelúrica,από το ελληνικό κόσμος (=κοσμικό διάστημα) και το λατινικό tellus, -uris (=γη), αντίστοιχα.
[lviii] Percy Bysshe Shelley (Αγγλία, 1792 – Ιταλία, 1822): Σημαντικός Άγγλος λυρικός ποιητής του Ρομαντισμού –που δίνει έμφαση στην πρόκληση ισχυρής συγκίνησης μέσω της τέχνης-, και του Ιδεαλισμού –της φιλοσοφικής τάσης που τείνει να αναγάγει το ον ή την πραγματικότητα στη νοητική παράστασή τους. Σημαντικό έργο του: η ποιητική ανθολογία Ozymandias. Ο Φερνάντο Σεντένο Γουέλλ τον αναφέρει σε αυτό το δοκίμιό του ως «πνιγμένο», λόγω του θανάτου του στον Κόλπο Spezia της Ιταλίας.