Ετήσιο σεμινάριο Λατινοαμερικανικού πολιτισμού του Ηλία Ταμπουράκη στον
Όμιλο UNESCO Ν. Πειραιώς & Νήσων, 2004-2005.
Όμιλο UNESCO Ν. Πειραιώς & Νήσων, 2004-2005.
Pópol Wuj, μετάφραση: κεφάλαιο 1
ΤΟ ΠΟΠΟΛ ΒΟΥΧ, Η ΒΙΒΛΟΣ ΤΩΝ ΜΑΓΙΑ
Για να αποτίσουμε φόρο τιμής στον πολιτισμό των Μάγια, ξεκινάμε αυτό το ιερό βιβλίο, παραθέτοντας τους πρώτους στίχους στη γλώσσα Κ’ιτσέ (kí’chè):
C’ä c’ä tz’ininok, c’ä c’ä chamamok, cätz’inonic, c’ä cäsilanic, c’ä cälolinic, c’ä tolon-na puch upacaj.
Wae’ c’ate’ nabe tzij, nabe uch’an: Majabi’ jun winak, jun chicop, tz’iquin, Cär, tap, che’ abaj, jul, siwan, c’im, c’iche’laj; Xa u tuquel caj c’olic. Mawi k’alaj uwächulew, xa u tuquel remanic palo, upacaj ronojel, Majabi’ nac’ila’ cämolobic, cäcotzobic, junta cäsilobic cämalcaban-taj, cäcotzcaban-taj pa caj, x-ma gkoui na’ila’ c’olic yacalic.
Xa remanic ja’, xa lianic palo, xa u tuquel remanic; x-ma c’o-wi nac’ila’ lo c’olic. Xa cächamanic, cätz’ininic chi k’ekum chi akab.
Xa u tuquel ri Tz’akol Bitol, Tepew K’ukumatz, e Alom e C’ajo-lom, c’o pa ja’ saktetoj e c’o-wi, e mukutal pa k’uk’ pa räxon; are u binaam-wi ri’ K’ukumatz. E nimak etamanel, e nimak ajnaoj chiquic’ojeic.
Queje’ c’ut xax c’o-wi ri caj. C’o nai puch U C’ux Caj. Are u bi’ ri cabawil chuch’axic.
Ta xpe c’ut u tzij waral, xul cuc’ ri Tepew K’ucumatz, chi k’eku-mal chi ak’abal xch’ aw ruc’ri Tepew K’ucumatz. Xech’ a c’ ut ta xenaojinic, ta xebisonic xerico-quib, xquicuch qui tzij, qui naoj, ta xcalaj, ta xquie’uxlaaj-quib, xewi sak-ta xcalaj puch winak.
Ta xquinaojij u tzuc’ic u winakiric che’ e’aam, u tzuc, uc’ic puch c’aslem winakirem chi k’ekumal chi ak’abal rumal ri U C’ux Caj, Jurakan u bi’. Cakulja’ Jurakan nabe; ucab c’ut Chi’ipa Cakulja’; rox chic Räxa Cakulja’: chi e c’u oxibri U C’ux Caj.
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Αυτή είναι η αρχή των αρχαίων ιστοριών αυτού του τόπου που ονομάζεται Κι-τσε[1].
Πριν ακόμη γραφτεί το Βιβλίο των Συμβουλών, λεγόταν αυτό το μέρος: «Γη των Κάκτων Μαγγέϋ»[2]. Σε αυτόν τον τόπο θα σπείρουμε τον αρχαίο λόγο κι εδώ θα τον καταγράψουμε· θα ορίσουμε την αρχή, δηλαδή θα θέσουμε τη βάση όλων των γεγονότων που επιτελέστηκαν στη Γη των Δέντρων για το σπουδαίο λαό των Κι-τσε.
Και σε αυτό το βιβλίο θα φανερώσουμε τη διδακτική αφήγηση που ήταν απόκρυφη· την κληρονομιά που με το φως του εμφάνισε[i] ο Αρχιτέκτονας, ο Πλάστης και Δημιουργός, το Αρσενικό Πλάσμα, του οποίου τα ονόματα είναι: Ένα-Κυνηγός της Αλεπούς με Φυσοκάλαμο, Ένα-Κυνηγός του Τσακαλιού με Φυσοκάλαμο, Αληθινός Υμνητής, Ον από το Υπερπέραν, «Πολύτιμα Πράσινα Φτερά που Καλύπτουν το Ουράνιο Φίδι», Πνεύμα των Λιμνών και της Θάλασσας, οι Αληθινοί Ύψιστοι.
Αυτά θα γράψουμε με γραφή από την Καστίλλη[3] και μ’ αυτόν τον τρόπο[ii] που μας ήρθε από την άλλη πλευρά τους θάλασσας[iii], θα μεταδώσουμε την επιστήμη[iv] της ύπαρξης.
Κάποτε υπήρξε το Πρωταρχικό Βιβλίο Πόπολ Βουχ, που σήμερα παραμένει, πλέον, κρυφό από τα μάτια αυτού που μπορεί να σκέπτεται.
Κι αυτό είναι λόγος θρήνου, έρευνας και σκέψης.
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ:
Η ΔΗΜΙΟΥΓΙΑ
Ι
Τα πάντα βρίσκονταν σε εκκρεμότητα· αρχέγονη ενέργεια σε σιγή, δόνηση και ζύμωση. Τα πάντα ήταν ακίνητα και κενά, όπως κενή εμφανιζόταν και η ουράνια έκταση.[v]
Δεν υπήρχαν ακόμη άνθρωποι[vi], ούτ’ ένα ζώο, ούτε πουλιά, ψάρια, καβούρια, δέντρα, πέτρες, ούτε σπήλαια ή βάραθρα και κοιλάδες στη Γη, ούτε βλάστηση, ούτε δάση. Μόνο ο ουρανός υπήρχε.
Δε φαινόταν ακόμη καθαρά το πρόσωπο της Γης· μόνο ύδατα λιμνάζοντα· η θάλασσα σε ηρεμία και ο ουρανός ακίνητος σε όλη την έκταση· τίποτ’ άλλο που να είχε το χάρισμα της συμπυκνωμένης ύπαρξης.
Ακινησία και σιγή μες το σκοτάδι της νύχτας. Τίποτα δεν εξέπεμπε κανέναν ήχο· τίποτα δεν ήταν όρθιο.
Μόνο ο Δημιουργός, ο Πλάστης, ήταν εκεί, μες το πράσινο νερό, και γύρω του φως. Τα σπέρματα των πραγμάτων είχαν τεθεί από Εκείνον, με όλη την αγνότητα ανάμεσα στα ύδατα. Σπέρματα πρωταρχικά που εμφανίζονταν, σαν το κετσάλ[4], καλυμμένα με φτερά πράσινα και μπλε.[vii] Γι’ αυτό ονομάζονται Γκ’ουκουμάτς[5] και Τεπέου[6], οι Προγεννήτορες. Ήταν μεγάλοι σοφοί, μεγάλοι στοχαστές. Γι’ αυτό, το Σπέρμα των όσων υπήρχαν στον ουρανό λέγεται Ου Κ’ους Κ’αχ[7], δηλαδή «Καρδιά του Ουρανού», που είναι το όνομα του Θεού.
Ο Λόγος του Πλάστη ή Δημιουργού έφτασε ως την Τεπέου –την Απόκρυφη Μεγαλοπρέπεια-, που προσέτρεξε με τον Γκ’ουκουμάτς, στη σκοτεινιά της νύχτας. Μίλησαν η Τεπέου και ο Γκ’ουκουμάτς μεταξύ τους, και αλληλοσυμβουλεύτηκαν. Κι όταν με διαλογισμό ήρθαν σε συμφωνία, ένωσαν το Λόγο τους και τη Σκέψη τους.
Αγάπη υπήρξε μεταξύ τους μες το φως που τους περιέβαλλε. Τότε άρχισαν να γεννιούνται τα πλάσματα. Όταν συμβούλεψε ο ένας τον άλλον γύρω από τη δημιουργία των δέντρων και των λοιπών φυτών, άρχισαν να δημιουργούνται τα δέντρα, τα φυτά, όπως κι όλα τα υπόλοιπα χόρτα και οι θάμνοι.
Ξαναμίλησαν μεταξύ τους και δημιουργήθηκε η ζωή. Και άρχισε η δημιουργία των πραγμάτων. Τα πάντα έγιναν στην καταχνιά της νύχτας κατ’ εντολήν της Καρδιάς του Ουρανού, που λέγεται Χουρακάν.[8]
Τρία ήταν τα πνεύματα του Ουρανού: η πρώτη εντολή ήταν η επονομαζόμενη Κακουλχά’ Χουρακάν.[9] Η δεύτερη, Τσι’ιπί Κακουλχά’’.[10] Και η τρίτη Ράσα Κακουλχά’.[11] Αυτές οι τρεις εντολές είναι ο τρόπος πνευματικής επικοινωνίας της Καρδιάς του Ουρανού με την Τεπέου και τον Γκ’ουκουμάτς.
Η Τεπέου κι ο Γκ’ουκουμάτς αλληλοσυμβουλεύτηκαν και πάλι γύρω απ’ τη ζωή και τη δημιουργία, γιατί έπρεπε ν’ ανατείλει και να σπείρουν για να φυτρώσει έτσι η ζωή κι έπρεπε να ορίσουν αυτά που θα χρησίμευαν ως τροφή και θρέψη. Εξέφρασαν έτσι τη βούλησή τους:
-Να έλθει το πλήρωμα του κενού! Ν’ αποτραβηχτούν γοργά τα ύδατα και ν’ απελευθερώσουν το χώρο! Να εγερθεί η Γη και να ενοποιηθεί!
Και μόλις είπαν αυτά τα λόγια, δημιουργήθηκε ο Κόσμος. Από τα ύδατα ανέβλυσε στάλα-στάλα η ομίχλη και, όταν το επίπεδο των υδάτων χαμήλωσε, εμφανίστηκαν τα βουνά, που την ίδια στιγμή μεγάλωσαν.
Μόνο μέσω αυτής της θαυμαστής φυσικής ορμής, γεννήθηκε η Γη.
Και σε μια στιγμή άρχισαν χωρίζονται τα ποτάμια, να φυτρώνουν και ν’ αναπτύσσονται τα βουνά και πάνω τους πεύκα του λιβανιού κοπάλ[12] και κυπαρίσσια στις κοιλάδες και στις πλαγιές.
Βλέποντας ότι τα πάντα είχαν γεννηθεί και μεγαλώσει, χάρηκε ο Γκ’ουκουμάτς και είπε:
-Είναι καλή η εντολή σου, Χουρακάν. Και η δική σου, Τσι’ιπί Κακουλχά’. Και η δική σου, Ράσα Κακουλχά’.
Όλοι απάντησαν:
-Τα πλάσματά μας θα τελειοποιηθούν και θα ολοκληρωθεί το έργο τους.
Κι έτσι δημιουργήθηκε, ως πρώτο βήμα, η Γη, με τα βουνά και τις κοιλάδες της. Ξεχώρισαν μεταξύ τους τα ρεύματα του νερού κι έγιναν ποτάμια και πολλά ρυάκια που κατέβηκαν απ’ τα ψηλά βουνά προς τις κοιλάδες.
Και η Γη σχηματίστηκε, όταν δημιουργήθηκε από την Καρδιά του Ουρανού και την Καρδιά της Γης, όπως ονομάζονται αυτοί που αρχικά τη γονιμοποίησαν όταν ο ουρανός ήταν ακόμη σε εκκρεμότητα και η Γη βρισκόταν βυθισμένη μες τα νερά.
Με αυτόν τον τρόπο τελειοποίησαν το έργο τους, που είχαν εκτελέσει μετά από πολλή σκέψη και διαλογισμό γύρω από την ευτυχή του ολοκλήρωση.
[1] K’í-Tzè = Πολλά Δέντρα, Δάσος.
[2] Maguey = Κάκτος που παράγει ένα είδος οινοπνευματώδους ποτού «τεκίλα».
Η ονομασία Γουατεμάλα, στη γλώσσα νάουατλ (náhuatl) των Αζτέκων, σημαίνει: «Τόπος Κοντά στα Δέντρα» (Qwauh-nawac-temal-lan = Guatemala).
[3] Castilla = Περιοχή της Κεντρικής και βόρειας Ισπανίας.
[4] Quetzal = Παραδείσιο Πτηνό.
[5] K’ukumatz = Κρυμμένο Φίδι. ( = Καλυμμένο από φτερά). // Φτερωτό Φίδι. (k’uk = πολύτιμα πράσινα ιριδίζοντα φτερά φαρόμακρου + kumatz = φίδι).
[6] Tepew = Αυτός που έχει έρθει από μακριά. // Απόκρυφη Μεγαλοπρέπεια, Νικητής στη Μάχη.
[7] U K’ux K’aj = Διπλή Ματιά. // Πνεύμα, καρδιά του Ουρανού.
[8] Jurakán = 1-πόδι // Τυφώνας.
[9] Kakuljá’ Jurakán = Κεραυνός-1-πόδι // 1η Εντολή.
[10] Chi’ipa (Chipí) Kakuljá’ = Μικρός (Τελευταίος) Κεραυνός // 2η Εντολή.
[11] Räxa Kakuljá’ = Αληθινός Κεραυνός // 3η Εντολή.
[12] Copal = Είδος εύοσμης ρητίνης που χρησιμοποιούν μέχρι και σήμερα οι Μάγια ως λιβάνι. Παράγεται από το δέντρο copaifera.
[i] Αυτή η αναφορά, ίσως φέρει στον αναγνώστη τον συνειρμό της Δήλου –στην αρχαία ελληνική μυθολογία-, η οποία, πριν από τον τοκετό της Λητώς ήταν «ἂδηλος», όμως μετά τη γέννηση του Απόλλωνα, το θείο φως «δήλωσε» την παρουσία της.
[ii] Αναφορά στις ευρωπαϊκές/χριστιανικές επιρροές που υπέστη ο πολιτισμός των Μάγια.
[iii] Ακόμη και σήμερα, όταν οι σύγχρονοι Λατινοαμερικάνοι αναφέρονται στην Ευρώπη, την αναφέρουν ως την «άλλη πλευρά του βάλτου» (el otro lado del charco), εννοώντας τον Ατλαντικό Ωκεανό.
[iv] Αν και το Πόπολ Βουχ δεν είναι επιστημονικό κείμενο, αναφέρεται εδώ στην προσπάθεια των ανθρώπων να εξηγήσουν τα φαινόμενα της Φύσης.
[v] Παραλληλισμός με τις Γραφές της Χριστιανικής παράδοσης.
[vi] Οι ιθαγενείς λαοί της αμερικανικής ηπείρου προέρχονται από την Κεντρική Ασία. Μελέτες αναφέρουν ότι κατά την παλαιολιθική περίοδο, οι άνθρωποι πέρασαν από τη μία ήπειρο στην άλλη με δύο τρόπους: είτε διέσχισαν πεζοί τον παγωμένο Βερίγγειο πορθμό (πριν από 14.000 χρόνια), είτε διέπλευσαν τον Ειρηνικό Ωκεανό, μέσω της Αυστρονησίας (πριν από 50.000 χρόνια). Ανθρωπολογικές έρευνες έδειξαν κοινά στοιχεία μεταξύ ασιατών και ινδιάνων, όπως τη «μογγολική βούλα» -ένα μικρό μελανό σημάδι που εμφανίζεται στη βάση της σπονδυλικής στήλης κατά τους πρώτους μήνες της ζωής των νεογνών, το οποίο μαρτυρεί στοιχεία του DNA, όπως την έλλειψη του ενζύμου που καθιστά τους ασιάτες και τους αμερικανούς ιθαγενείς ευάλωτους στη μέθη. Άλλα κοινά χαρακτηριστικά εμφανίζονται στις γλώσσες αυτών των λαών, π.χ.: η προσωπική αντωνυμία «εμείς» παρουσιάζει δύο μορφές: τη συνολική και τη μεριστική. Όπως οι Ασιάτες (βλ. το παράδειγμα των Κινέζων ή των Ιαπώνων), έτσι και οι ιθαγενείς της Αμερικής, θεωρούν τον ατομικισμό ως τη μέγιστη κοινωνική αιδώ, ενώ προσανατολίζονται στην ομαδική ζωή. Γι’ αυτό, παρατηρούμε ότι στο Πόπολ Βουχ δεν εμφανίζεται η λέξη «άνθρωπος» στον ενικό αριθμό.
[vii] Quetzal (κετσάλ) Pharomachrus mocinno: Φαρόμακρος, ή παραδείσιο πτηνό με φτέρωμα σε χρώμα πρασινογάλανο και ιριδίζον. Από τα φτερά της ουράς του, έφτιαχναν οι ιθαγενείς τα στέμματα των βασιλέων τους.
Για να αποτίσουμε φόρο τιμής στον πολιτισμό των Μάγια, ξεκινάμε αυτό το ιερό βιβλίο, παραθέτοντας τους πρώτους στίχους στη γλώσσα Κ’ιτσέ (kí’chè):
C’ä c’ä tz’ininok, c’ä c’ä chamamok, cätz’inonic, c’ä cäsilanic, c’ä cälolinic, c’ä tolon-na puch upacaj.
Wae’ c’ate’ nabe tzij, nabe uch’an: Majabi’ jun winak, jun chicop, tz’iquin, Cär, tap, che’ abaj, jul, siwan, c’im, c’iche’laj; Xa u tuquel caj c’olic. Mawi k’alaj uwächulew, xa u tuquel remanic palo, upacaj ronojel, Majabi’ nac’ila’ cämolobic, cäcotzobic, junta cäsilobic cämalcaban-taj, cäcotzcaban-taj pa caj, x-ma gkoui na’ila’ c’olic yacalic.
Xa remanic ja’, xa lianic palo, xa u tuquel remanic; x-ma c’o-wi nac’ila’ lo c’olic. Xa cächamanic, cätz’ininic chi k’ekum chi akab.
Xa u tuquel ri Tz’akol Bitol, Tepew K’ukumatz, e Alom e C’ajo-lom, c’o pa ja’ saktetoj e c’o-wi, e mukutal pa k’uk’ pa räxon; are u binaam-wi ri’ K’ukumatz. E nimak etamanel, e nimak ajnaoj chiquic’ojeic.
Queje’ c’ut xax c’o-wi ri caj. C’o nai puch U C’ux Caj. Are u bi’ ri cabawil chuch’axic.
Ta xpe c’ut u tzij waral, xul cuc’ ri Tepew K’ucumatz, chi k’eku-mal chi ak’abal xch’ aw ruc’ri Tepew K’ucumatz. Xech’ a c’ ut ta xenaojinic, ta xebisonic xerico-quib, xquicuch qui tzij, qui naoj, ta xcalaj, ta xquie’uxlaaj-quib, xewi sak-ta xcalaj puch winak.
Ta xquinaojij u tzuc’ic u winakiric che’ e’aam, u tzuc, uc’ic puch c’aslem winakirem chi k’ekumal chi ak’abal rumal ri U C’ux Caj, Jurakan u bi’. Cakulja’ Jurakan nabe; ucab c’ut Chi’ipa Cakulja’; rox chic Räxa Cakulja’: chi e c’u oxibri U C’ux Caj.
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Αυτή είναι η αρχή των αρχαίων ιστοριών αυτού του τόπου που ονομάζεται Κι-τσε[1].
Πριν ακόμη γραφτεί το Βιβλίο των Συμβουλών, λεγόταν αυτό το μέρος: «Γη των Κάκτων Μαγγέϋ»[2]. Σε αυτόν τον τόπο θα σπείρουμε τον αρχαίο λόγο κι εδώ θα τον καταγράψουμε· θα ορίσουμε την αρχή, δηλαδή θα θέσουμε τη βάση όλων των γεγονότων που επιτελέστηκαν στη Γη των Δέντρων για το σπουδαίο λαό των Κι-τσε.
Και σε αυτό το βιβλίο θα φανερώσουμε τη διδακτική αφήγηση που ήταν απόκρυφη· την κληρονομιά που με το φως του εμφάνισε[i] ο Αρχιτέκτονας, ο Πλάστης και Δημιουργός, το Αρσενικό Πλάσμα, του οποίου τα ονόματα είναι: Ένα-Κυνηγός της Αλεπούς με Φυσοκάλαμο, Ένα-Κυνηγός του Τσακαλιού με Φυσοκάλαμο, Αληθινός Υμνητής, Ον από το Υπερπέραν, «Πολύτιμα Πράσινα Φτερά που Καλύπτουν το Ουράνιο Φίδι», Πνεύμα των Λιμνών και της Θάλασσας, οι Αληθινοί Ύψιστοι.
Αυτά θα γράψουμε με γραφή από την Καστίλλη[3] και μ’ αυτόν τον τρόπο[ii] που μας ήρθε από την άλλη πλευρά τους θάλασσας[iii], θα μεταδώσουμε την επιστήμη[iv] της ύπαρξης.
Κάποτε υπήρξε το Πρωταρχικό Βιβλίο Πόπολ Βουχ, που σήμερα παραμένει, πλέον, κρυφό από τα μάτια αυτού που μπορεί να σκέπτεται.
Κι αυτό είναι λόγος θρήνου, έρευνας και σκέψης.
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ:
Η ΔΗΜΙΟΥΓΙΑ
Ι
Τα πάντα βρίσκονταν σε εκκρεμότητα· αρχέγονη ενέργεια σε σιγή, δόνηση και ζύμωση. Τα πάντα ήταν ακίνητα και κενά, όπως κενή εμφανιζόταν και η ουράνια έκταση.[v]
Δεν υπήρχαν ακόμη άνθρωποι[vi], ούτ’ ένα ζώο, ούτε πουλιά, ψάρια, καβούρια, δέντρα, πέτρες, ούτε σπήλαια ή βάραθρα και κοιλάδες στη Γη, ούτε βλάστηση, ούτε δάση. Μόνο ο ουρανός υπήρχε.
Δε φαινόταν ακόμη καθαρά το πρόσωπο της Γης· μόνο ύδατα λιμνάζοντα· η θάλασσα σε ηρεμία και ο ουρανός ακίνητος σε όλη την έκταση· τίποτ’ άλλο που να είχε το χάρισμα της συμπυκνωμένης ύπαρξης.
Ακινησία και σιγή μες το σκοτάδι της νύχτας. Τίποτα δεν εξέπεμπε κανέναν ήχο· τίποτα δεν ήταν όρθιο.
Μόνο ο Δημιουργός, ο Πλάστης, ήταν εκεί, μες το πράσινο νερό, και γύρω του φως. Τα σπέρματα των πραγμάτων είχαν τεθεί από Εκείνον, με όλη την αγνότητα ανάμεσα στα ύδατα. Σπέρματα πρωταρχικά που εμφανίζονταν, σαν το κετσάλ[4], καλυμμένα με φτερά πράσινα και μπλε.[vii] Γι’ αυτό ονομάζονται Γκ’ουκουμάτς[5] και Τεπέου[6], οι Προγεννήτορες. Ήταν μεγάλοι σοφοί, μεγάλοι στοχαστές. Γι’ αυτό, το Σπέρμα των όσων υπήρχαν στον ουρανό λέγεται Ου Κ’ους Κ’αχ[7], δηλαδή «Καρδιά του Ουρανού», που είναι το όνομα του Θεού.
Ο Λόγος του Πλάστη ή Δημιουργού έφτασε ως την Τεπέου –την Απόκρυφη Μεγαλοπρέπεια-, που προσέτρεξε με τον Γκ’ουκουμάτς, στη σκοτεινιά της νύχτας. Μίλησαν η Τεπέου και ο Γκ’ουκουμάτς μεταξύ τους, και αλληλοσυμβουλεύτηκαν. Κι όταν με διαλογισμό ήρθαν σε συμφωνία, ένωσαν το Λόγο τους και τη Σκέψη τους.
Αγάπη υπήρξε μεταξύ τους μες το φως που τους περιέβαλλε. Τότε άρχισαν να γεννιούνται τα πλάσματα. Όταν συμβούλεψε ο ένας τον άλλον γύρω από τη δημιουργία των δέντρων και των λοιπών φυτών, άρχισαν να δημιουργούνται τα δέντρα, τα φυτά, όπως κι όλα τα υπόλοιπα χόρτα και οι θάμνοι.
Ξαναμίλησαν μεταξύ τους και δημιουργήθηκε η ζωή. Και άρχισε η δημιουργία των πραγμάτων. Τα πάντα έγιναν στην καταχνιά της νύχτας κατ’ εντολήν της Καρδιάς του Ουρανού, που λέγεται Χουρακάν.[8]
Τρία ήταν τα πνεύματα του Ουρανού: η πρώτη εντολή ήταν η επονομαζόμενη Κακουλχά’ Χουρακάν.[9] Η δεύτερη, Τσι’ιπί Κακουλχά’’.[10] Και η τρίτη Ράσα Κακουλχά’.[11] Αυτές οι τρεις εντολές είναι ο τρόπος πνευματικής επικοινωνίας της Καρδιάς του Ουρανού με την Τεπέου και τον Γκ’ουκουμάτς.
Η Τεπέου κι ο Γκ’ουκουμάτς αλληλοσυμβουλεύτηκαν και πάλι γύρω απ’ τη ζωή και τη δημιουργία, γιατί έπρεπε ν’ ανατείλει και να σπείρουν για να φυτρώσει έτσι η ζωή κι έπρεπε να ορίσουν αυτά που θα χρησίμευαν ως τροφή και θρέψη. Εξέφρασαν έτσι τη βούλησή τους:
-Να έλθει το πλήρωμα του κενού! Ν’ αποτραβηχτούν γοργά τα ύδατα και ν’ απελευθερώσουν το χώρο! Να εγερθεί η Γη και να ενοποιηθεί!
Και μόλις είπαν αυτά τα λόγια, δημιουργήθηκε ο Κόσμος. Από τα ύδατα ανέβλυσε στάλα-στάλα η ομίχλη και, όταν το επίπεδο των υδάτων χαμήλωσε, εμφανίστηκαν τα βουνά, που την ίδια στιγμή μεγάλωσαν.
Μόνο μέσω αυτής της θαυμαστής φυσικής ορμής, γεννήθηκε η Γη.
Και σε μια στιγμή άρχισαν χωρίζονται τα ποτάμια, να φυτρώνουν και ν’ αναπτύσσονται τα βουνά και πάνω τους πεύκα του λιβανιού κοπάλ[12] και κυπαρίσσια στις κοιλάδες και στις πλαγιές.
Βλέποντας ότι τα πάντα είχαν γεννηθεί και μεγαλώσει, χάρηκε ο Γκ’ουκουμάτς και είπε:
-Είναι καλή η εντολή σου, Χουρακάν. Και η δική σου, Τσι’ιπί Κακουλχά’. Και η δική σου, Ράσα Κακουλχά’.
Όλοι απάντησαν:
-Τα πλάσματά μας θα τελειοποιηθούν και θα ολοκληρωθεί το έργο τους.
Κι έτσι δημιουργήθηκε, ως πρώτο βήμα, η Γη, με τα βουνά και τις κοιλάδες της. Ξεχώρισαν μεταξύ τους τα ρεύματα του νερού κι έγιναν ποτάμια και πολλά ρυάκια που κατέβηκαν απ’ τα ψηλά βουνά προς τις κοιλάδες.
Και η Γη σχηματίστηκε, όταν δημιουργήθηκε από την Καρδιά του Ουρανού και την Καρδιά της Γης, όπως ονομάζονται αυτοί που αρχικά τη γονιμοποίησαν όταν ο ουρανός ήταν ακόμη σε εκκρεμότητα και η Γη βρισκόταν βυθισμένη μες τα νερά.
Με αυτόν τον τρόπο τελειοποίησαν το έργο τους, που είχαν εκτελέσει μετά από πολλή σκέψη και διαλογισμό γύρω από την ευτυχή του ολοκλήρωση.
[1] K’í-Tzè = Πολλά Δέντρα, Δάσος.
[2] Maguey = Κάκτος που παράγει ένα είδος οινοπνευματώδους ποτού «τεκίλα».
Η ονομασία Γουατεμάλα, στη γλώσσα νάουατλ (náhuatl) των Αζτέκων, σημαίνει: «Τόπος Κοντά στα Δέντρα» (Qwauh-nawac-temal-lan = Guatemala).
[3] Castilla = Περιοχή της Κεντρικής και βόρειας Ισπανίας.
[4] Quetzal = Παραδείσιο Πτηνό.
[5] K’ukumatz = Κρυμμένο Φίδι. ( = Καλυμμένο από φτερά). // Φτερωτό Φίδι. (k’uk = πολύτιμα πράσινα ιριδίζοντα φτερά φαρόμακρου + kumatz = φίδι).
[6] Tepew = Αυτός που έχει έρθει από μακριά. // Απόκρυφη Μεγαλοπρέπεια, Νικητής στη Μάχη.
[7] U K’ux K’aj = Διπλή Ματιά. // Πνεύμα, καρδιά του Ουρανού.
[8] Jurakán = 1-πόδι // Τυφώνας.
[9] Kakuljá’ Jurakán = Κεραυνός-1-πόδι // 1η Εντολή.
[10] Chi’ipa (Chipí) Kakuljá’ = Μικρός (Τελευταίος) Κεραυνός // 2η Εντολή.
[11] Räxa Kakuljá’ = Αληθινός Κεραυνός // 3η Εντολή.
[12] Copal = Είδος εύοσμης ρητίνης που χρησιμοποιούν μέχρι και σήμερα οι Μάγια ως λιβάνι. Παράγεται από το δέντρο copaifera.
[i] Αυτή η αναφορά, ίσως φέρει στον αναγνώστη τον συνειρμό της Δήλου –στην αρχαία ελληνική μυθολογία-, η οποία, πριν από τον τοκετό της Λητώς ήταν «ἂδηλος», όμως μετά τη γέννηση του Απόλλωνα, το θείο φως «δήλωσε» την παρουσία της.
[ii] Αναφορά στις ευρωπαϊκές/χριστιανικές επιρροές που υπέστη ο πολιτισμός των Μάγια.
[iii] Ακόμη και σήμερα, όταν οι σύγχρονοι Λατινοαμερικάνοι αναφέρονται στην Ευρώπη, την αναφέρουν ως την «άλλη πλευρά του βάλτου» (el otro lado del charco), εννοώντας τον Ατλαντικό Ωκεανό.
[iv] Αν και το Πόπολ Βουχ δεν είναι επιστημονικό κείμενο, αναφέρεται εδώ στην προσπάθεια των ανθρώπων να εξηγήσουν τα φαινόμενα της Φύσης.
[v] Παραλληλισμός με τις Γραφές της Χριστιανικής παράδοσης.
[vi] Οι ιθαγενείς λαοί της αμερικανικής ηπείρου προέρχονται από την Κεντρική Ασία. Μελέτες αναφέρουν ότι κατά την παλαιολιθική περίοδο, οι άνθρωποι πέρασαν από τη μία ήπειρο στην άλλη με δύο τρόπους: είτε διέσχισαν πεζοί τον παγωμένο Βερίγγειο πορθμό (πριν από 14.000 χρόνια), είτε διέπλευσαν τον Ειρηνικό Ωκεανό, μέσω της Αυστρονησίας (πριν από 50.000 χρόνια). Ανθρωπολογικές έρευνες έδειξαν κοινά στοιχεία μεταξύ ασιατών και ινδιάνων, όπως τη «μογγολική βούλα» -ένα μικρό μελανό σημάδι που εμφανίζεται στη βάση της σπονδυλικής στήλης κατά τους πρώτους μήνες της ζωής των νεογνών, το οποίο μαρτυρεί στοιχεία του DNA, όπως την έλλειψη του ενζύμου που καθιστά τους ασιάτες και τους αμερικανούς ιθαγενείς ευάλωτους στη μέθη. Άλλα κοινά χαρακτηριστικά εμφανίζονται στις γλώσσες αυτών των λαών, π.χ.: η προσωπική αντωνυμία «εμείς» παρουσιάζει δύο μορφές: τη συνολική και τη μεριστική. Όπως οι Ασιάτες (βλ. το παράδειγμα των Κινέζων ή των Ιαπώνων), έτσι και οι ιθαγενείς της Αμερικής, θεωρούν τον ατομικισμό ως τη μέγιστη κοινωνική αιδώ, ενώ προσανατολίζονται στην ομαδική ζωή. Γι’ αυτό, παρατηρούμε ότι στο Πόπολ Βουχ δεν εμφανίζεται η λέξη «άνθρωπος» στον ενικό αριθμό.
[vii] Quetzal (κετσάλ) Pharomachrus mocinno: Φαρόμακρος, ή παραδείσιο πτηνό με φτέρωμα σε χρώμα πρασινογάλανο και ιριδίζον. Από τα φτερά της ουράς του, έφτιαχναν οι ιθαγενείς τα στέμματα των βασιλέων τους.