Άρθρο του Ηλία Ταμπουράκη στο έντυπο της Λατινοαμερικανικής κοινότητας
Sol Latino, 2003
Sol Latino, 2003
Χορεύω σημαίνει επικοινωνώ
Cumbiamberos y merengueros o mariachis, todos latinos de habla, y de piel de cobre, nos meneamos de sol a sol en los ritmos tradicionales de la cueca o del huapango, y comunicamos la pena de nuestra vida cotidiana, desenvolviendo los motivos tradicionales en melodías modernas.
Ερμηνευτές του “merengue”, της “cumbia”, ή και “mariachis”, όλοι μας Λατίνοι στη λαλιά και με χάλκινη επιδερμίδα, λικνιζόμαστε μέρα νύχτα στους παραδοσιακούς ρυθμούς της “cueca”, ή του “huapango”, και κοινοποιούμε τον πόνο της καθημερινότητάς μας, εξελίσσοντας τα παραδοσιακά μοτίβα σε σύγχρονα ακούσματα.
Buscando la palabra “baile” en un diccionario, leemos la explicación “moverse a un ritmo musical”, pero la etimología filológica palidece al sonar la expresión tan humanamente caliente, que nos hace pensar que “bailar” es “comunicarse en un lenguaje no escrito”, como ocurre con la danza mexicana de Las Adelitas.
Ψάχνοντας τη λέξη “χορεύω” στο λεξικό, διαβάζουμε την ερμηνεία “κινούμαι στο ρυθμό της μουσικής.” Αυτή η φιλολογική ετυμολογία ξεθωριάζει τη στιγμή που ηχεί η τόσο ανθρώπινα ζεστή έκφραση που μας κάνει να σκεφτόμαστε ότι “χορεύω”, απλά σημαίνει “επικοινωνώ σ΄ ένα άγραφο γλωσσικό ιδίωμα”, όπως συμβαίνει με το Μεξικάνικο “LAS ADELITAS”, που θα παρουσιάσει η χορευτική ομάδα μας.
Vocales: las voces roncas de las doñas con los delantales chorreados, y las voces pentatónicas de los poblanos que andan arriando llamas, rodean mares verde-quetzal y altiplanos nevados, pampas y desiertos con cactos espinados. Para nosotros, los latinos, cada sonido es música: “martillos, turbinas, ladridos, chubascos”, dice la canción chilena. Y estos son los sonidos que se escuchan, se enseñan y se experimentan diariamente en ASCLAYE. Sonidos dinámicos, y consecuentemente eróticos, como los que hacen que los pañuelos de la cueca se agiten.
Φωνητικά: οι βραχνές φωνές των χοντρών κυράδων με τις λεκιασμένες ποδιές, και οι πεντατονικές φωνές των χωρικών που βόσκουν “llamas”, πλαισιώνουν θάλασσες και χιονισμένα υψίπεδα, “pampas” καταπράσινες κι ερήμους με κάκτους αγκαθωτούς. Για μας, τους Λατίνους, κάθε ήχος είναι μουσική: “σφυριά και τουρμπίνες, γαυγίσματα και καταιγίδες”, όπως λέει το Χιλιανό τραγούδι. Αυτοί είναι οι ήχοι που ακούγονται, διδάσκονται και βιώνονται καθημερινά στην “ASCLAYE”. ‘Ήχοι δυναμικοί, επομένως ερωτικοί, όπως αυτοί που κάνουν τα μαντήλια της ”CUECA” από τη Χιλή ν΄ ανεμίζουν.
Los C-Bemol hacen que el acordeón solloce. Las notas juegan el papel de los vocales, y se empeñan con la continuación de la tradición oral a la que pertenecían nuestras sociedades en el período prehispánico. Tristeza, alegría o tragedia, todo surge de este vehículo importante de expresión: la música. ¡Cumbia, cumbia! Cumbia latina y cumbia con elementos indígenas, y sobre todo, de Cartagena de Indias, pero tan panamericana, que utiliza el sincretismo ritual entre Mali de Africa y Europa, para poner el cuerpo en movimiento circular, eterno y etéreo.
Τα “la-minore” κάνουν τα παλλόμενα ακορντεόν να δακρύζουν. Οι νότες παίζουν το ρόλο των φωνητικών, και καταπιάνονται με τη συνέχιση της προφορικής παράδοσης, στην οποία ανήκαν οι κοινωνίες μας στην προϊσπανική περίοδο. Είτε θλίψη, είτε χαρά, ή τραγωδία, τα πάντα πηγάζουν από αυτό το σημαντικό όχημα έκφρασης: τη μουσική. “¡CUMBIA CUMBIA!” “Cumbia latina” και “cumbia” με ινδιάνικα στοιχεία και αποκλειστικά από την Καρθαγένη των Ινδιών, αλλά και τόσο παναμερικανική, που χρησιμοποιεί τον τελετουργικό συγκριτισμό ανάμεσα στο Μάλι της Αφρικής και στην Ευρώπη, για να θέσει σε κίνηση κυκλική, αέναη κι αέρινη το σώμα.
Conga caribeña, desde aquellos tiempos nostálgicos, no muy lejanos cronológicamente, pero tan alejados de la verdad actual del estrés. Tambores y timbales navegan como piraguas entre mares africanos y cubanas.
“CONGA” από την Καραϊβική, κι από εποχές νοσταλγικές, όχι πολύ μακρινές χρονολογικά, άλλά τόσο απομακρυσμένες από τη σημερινή πραγματικότητα του “stress”. Τύμπανα, “tambores” και “timbales”, αρμενίζουν σαν πιρόγες ανάμεσα σε θάλασσες αφρικάνικες και κουβανέζικες.
La música y el baile constituyen un modus vivendi, incomprensible por la mente racionalista del Occidente, y a la vez, una defensa en contra de la dificultad de expresión que caracteriza a los indígenas y a los mulatos, tras tantos siglos de silencio esclavizante. La improvisación, otro atributo de la palabra baile, ha sido la creadora del merengue, el símbolo de un pueblo entero y sinónimo de la República Dominicana, desde el año 1800 hasta hoy en día. Los tambores, el güiro y el acordeón son sus embajadores.
Η μουσική και ο χορός είναι ένας τρόπος του ζειν, ακατανόητος για τον ορθολογιστικό νου της Δύσης, αλλά συγχρόνως μία άμυνα ενάντια στη δυσκολία έκφρασης συναισθημάτων που χαρακτηρίζει τους ιθαγενείς και τους μιγάδες, μετά από τόσους αιώνες σκλαβωτικής σιγής. Ο αυτοσχεδιασμός, άλλο ένα χαρακτηριστικό στοιχείο της έννοιας “χορός”, ήταν ο δημιουργός του “MERENGUE”, του συμβόλου ενός ολόκληρου λαού, και συνώνυμου της Δομινικανής Δημοκρατίας, από το 1800 εώς σήμερα. Τα τύμπανα, το “güiro” και το ακορντεόν είναι οι πρεσβευτές του.
La tristalegría electriza los instrumentos de cuerda, de viento y de percusión, y ellos hacen que las polleras multicolores, los enormes sombreros y las guayaberas viriles de los campesinos vibren. Los pies no pisan tierra, y las voces vuelan por encima de selvas y océanos, convocando a la gente morena y blanquiñosa de todas las latitudes latinas, a un baile multicultural, donde se distinguen claramente los elementos étnicos y locales. Hay danzas, cuyo nombre llega a significar simplemente “baile” –cualquier baile- como lo hizo el huapango mexicano en su forma más conocida de son jarocho veracruzano: La Bamba.
H χαρμολύπη ηλεκτρίζει τα έγχορδα, τα πνευστά και τα κρουστά, κι αυτά δίνουν παλμό στις “polleras”, τις πολύχρωμες φούστες, στα τεράστια “sombreros” και στις αρρενωπές “guayaberas”, τα κεντητά πουκάμισα των αγροτών. Τα πόδια δεν πατούν στη γη, και οι φωνές πετούν πάνω από τις ζούγκλες και τους Ωκεανούς, καλώντας ανθρώπους σκούρους και λευκούς απ΄ όλα τα λατινικά μήκη σ΄ έναν χορό πολυπολιτισμικό, όπου διακρίνονται σαφώς τα επιμέρους εθνικά στοιχεία. Υπάρχουν χοροί, που τ΄ όνομά τους έχει καταλήξει να σημαίνει απλά “χορός” –οποιοσδήποτε χορός- όπως συμβαίνει με το μεξικάνικο “huapango”, που στη γνωστότερη μορφή του λέγεται και “son jarocho veracruzano”, όπως η “BAMBA”, από το Μεξικό.
Los tiempos pasan, las épocas se solapan y generan híbridos latinos.
Οι καιροί περνούν, οι εποχές αλληλοκαλύπτονται εν μέρει, συμπλέκονται και απωθούνται και γεννούν υβρίδια “latin”: “LAS TRES ÉPOCAS”.
A veces, las palabras funcionan como las notas musicales: con una diesis, o, de otro modo, con un artículo diferente, crean imágenes hechas de luces coloridas y sonidos. El Cachimbo, y la cachimba, o sea, la pipa que fuman los paisanos y el hoyo con que recogen agua potable las mujeres en los pueblos de Chile central, son los componentes de una danza en una tierra empinada entre el alto claroscuro de luces y tinieblas de los Andes y del Pacífico.
Οι λέξεις λειτουργούν πολλές φορές σαν τις νότες: με μία δίεση, ή, μ΄ άλλα λόγια, μ΄ ένα άρθρο διαφορετικό, χρωματίζουν ήχους. “ΕL CACHIMBO” y “la cachimba”, δηλαδή η πίπα που καπνίζουν οι χωρικοί και το σκεύος με το οποίο μαζεύουν νερό από την πηγή οι γυναίκες στα χωριά της κεντρικής Χιλής, είναι τα συστατικά ενός χορού σε μια γη στριμωγμένη ανάμεσα στο υψηλό κοντράστ του φωτός και της καταχνιάς, των Άνδεων και του Ειρηνικού Ωκεανού.
Ερμηνευτές του “merengue”, της “cumbia”, ή και “mariachis”, όλοι μας Λατίνοι στη λαλιά και με χάλκινη επιδερμίδα, λικνιζόμαστε μέρα νύχτα στους παραδοσιακούς ρυθμούς της “cueca”, ή του “huapango”, και κοινοποιούμε τον πόνο της καθημερινότητάς μας, εξελίσσοντας τα παραδοσιακά μοτίβα σε σύγχρονα ακούσματα.
Buscando la palabra “baile” en un diccionario, leemos la explicación “moverse a un ritmo musical”, pero la etimología filológica palidece al sonar la expresión tan humanamente caliente, que nos hace pensar que “bailar” es “comunicarse en un lenguaje no escrito”, como ocurre con la danza mexicana de Las Adelitas.
Ψάχνοντας τη λέξη “χορεύω” στο λεξικό, διαβάζουμε την ερμηνεία “κινούμαι στο ρυθμό της μουσικής.” Αυτή η φιλολογική ετυμολογία ξεθωριάζει τη στιγμή που ηχεί η τόσο ανθρώπινα ζεστή έκφραση που μας κάνει να σκεφτόμαστε ότι “χορεύω”, απλά σημαίνει “επικοινωνώ σ΄ ένα άγραφο γλωσσικό ιδίωμα”, όπως συμβαίνει με το Μεξικάνικο “LAS ADELITAS”, που θα παρουσιάσει η χορευτική ομάδα μας.
Vocales: las voces roncas de las doñas con los delantales chorreados, y las voces pentatónicas de los poblanos que andan arriando llamas, rodean mares verde-quetzal y altiplanos nevados, pampas y desiertos con cactos espinados. Para nosotros, los latinos, cada sonido es música: “martillos, turbinas, ladridos, chubascos”, dice la canción chilena. Y estos son los sonidos que se escuchan, se enseñan y se experimentan diariamente en ASCLAYE. Sonidos dinámicos, y consecuentemente eróticos, como los que hacen que los pañuelos de la cueca se agiten.
Φωνητικά: οι βραχνές φωνές των χοντρών κυράδων με τις λεκιασμένες ποδιές, και οι πεντατονικές φωνές των χωρικών που βόσκουν “llamas”, πλαισιώνουν θάλασσες και χιονισμένα υψίπεδα, “pampas” καταπράσινες κι ερήμους με κάκτους αγκαθωτούς. Για μας, τους Λατίνους, κάθε ήχος είναι μουσική: “σφυριά και τουρμπίνες, γαυγίσματα και καταιγίδες”, όπως λέει το Χιλιανό τραγούδι. Αυτοί είναι οι ήχοι που ακούγονται, διδάσκονται και βιώνονται καθημερινά στην “ASCLAYE”. ‘Ήχοι δυναμικοί, επομένως ερωτικοί, όπως αυτοί που κάνουν τα μαντήλια της ”CUECA” από τη Χιλή ν΄ ανεμίζουν.
Los C-Bemol hacen que el acordeón solloce. Las notas juegan el papel de los vocales, y se empeñan con la continuación de la tradición oral a la que pertenecían nuestras sociedades en el período prehispánico. Tristeza, alegría o tragedia, todo surge de este vehículo importante de expresión: la música. ¡Cumbia, cumbia! Cumbia latina y cumbia con elementos indígenas, y sobre todo, de Cartagena de Indias, pero tan panamericana, que utiliza el sincretismo ritual entre Mali de Africa y Europa, para poner el cuerpo en movimiento circular, eterno y etéreo.
Τα “la-minore” κάνουν τα παλλόμενα ακορντεόν να δακρύζουν. Οι νότες παίζουν το ρόλο των φωνητικών, και καταπιάνονται με τη συνέχιση της προφορικής παράδοσης, στην οποία ανήκαν οι κοινωνίες μας στην προϊσπανική περίοδο. Είτε θλίψη, είτε χαρά, ή τραγωδία, τα πάντα πηγάζουν από αυτό το σημαντικό όχημα έκφρασης: τη μουσική. “¡CUMBIA CUMBIA!” “Cumbia latina” και “cumbia” με ινδιάνικα στοιχεία και αποκλειστικά από την Καρθαγένη των Ινδιών, αλλά και τόσο παναμερικανική, που χρησιμοποιεί τον τελετουργικό συγκριτισμό ανάμεσα στο Μάλι της Αφρικής και στην Ευρώπη, για να θέσει σε κίνηση κυκλική, αέναη κι αέρινη το σώμα.
Conga caribeña, desde aquellos tiempos nostálgicos, no muy lejanos cronológicamente, pero tan alejados de la verdad actual del estrés. Tambores y timbales navegan como piraguas entre mares africanos y cubanas.
“CONGA” από την Καραϊβική, κι από εποχές νοσταλγικές, όχι πολύ μακρινές χρονολογικά, άλλά τόσο απομακρυσμένες από τη σημερινή πραγματικότητα του “stress”. Τύμπανα, “tambores” και “timbales”, αρμενίζουν σαν πιρόγες ανάμεσα σε θάλασσες αφρικάνικες και κουβανέζικες.
La música y el baile constituyen un modus vivendi, incomprensible por la mente racionalista del Occidente, y a la vez, una defensa en contra de la dificultad de expresión que caracteriza a los indígenas y a los mulatos, tras tantos siglos de silencio esclavizante. La improvisación, otro atributo de la palabra baile, ha sido la creadora del merengue, el símbolo de un pueblo entero y sinónimo de la República Dominicana, desde el año 1800 hasta hoy en día. Los tambores, el güiro y el acordeón son sus embajadores.
Η μουσική και ο χορός είναι ένας τρόπος του ζειν, ακατανόητος για τον ορθολογιστικό νου της Δύσης, αλλά συγχρόνως μία άμυνα ενάντια στη δυσκολία έκφρασης συναισθημάτων που χαρακτηρίζει τους ιθαγενείς και τους μιγάδες, μετά από τόσους αιώνες σκλαβωτικής σιγής. Ο αυτοσχεδιασμός, άλλο ένα χαρακτηριστικό στοιχείο της έννοιας “χορός”, ήταν ο δημιουργός του “MERENGUE”, του συμβόλου ενός ολόκληρου λαού, και συνώνυμου της Δομινικανής Δημοκρατίας, από το 1800 εώς σήμερα. Τα τύμπανα, το “güiro” και το ακορντεόν είναι οι πρεσβευτές του.
La tristalegría electriza los instrumentos de cuerda, de viento y de percusión, y ellos hacen que las polleras multicolores, los enormes sombreros y las guayaberas viriles de los campesinos vibren. Los pies no pisan tierra, y las voces vuelan por encima de selvas y océanos, convocando a la gente morena y blanquiñosa de todas las latitudes latinas, a un baile multicultural, donde se distinguen claramente los elementos étnicos y locales. Hay danzas, cuyo nombre llega a significar simplemente “baile” –cualquier baile- como lo hizo el huapango mexicano en su forma más conocida de son jarocho veracruzano: La Bamba.
H χαρμολύπη ηλεκτρίζει τα έγχορδα, τα πνευστά και τα κρουστά, κι αυτά δίνουν παλμό στις “polleras”, τις πολύχρωμες φούστες, στα τεράστια “sombreros” και στις αρρενωπές “guayaberas”, τα κεντητά πουκάμισα των αγροτών. Τα πόδια δεν πατούν στη γη, και οι φωνές πετούν πάνω από τις ζούγκλες και τους Ωκεανούς, καλώντας ανθρώπους σκούρους και λευκούς απ΄ όλα τα λατινικά μήκη σ΄ έναν χορό πολυπολιτισμικό, όπου διακρίνονται σαφώς τα επιμέρους εθνικά στοιχεία. Υπάρχουν χοροί, που τ΄ όνομά τους έχει καταλήξει να σημαίνει απλά “χορός” –οποιοσδήποτε χορός- όπως συμβαίνει με το μεξικάνικο “huapango”, που στη γνωστότερη μορφή του λέγεται και “son jarocho veracruzano”, όπως η “BAMBA”, από το Μεξικό.
Los tiempos pasan, las épocas se solapan y generan híbridos latinos.
Οι καιροί περνούν, οι εποχές αλληλοκαλύπτονται εν μέρει, συμπλέκονται και απωθούνται και γεννούν υβρίδια “latin”: “LAS TRES ÉPOCAS”.
A veces, las palabras funcionan como las notas musicales: con una diesis, o, de otro modo, con un artículo diferente, crean imágenes hechas de luces coloridas y sonidos. El Cachimbo, y la cachimba, o sea, la pipa que fuman los paisanos y el hoyo con que recogen agua potable las mujeres en los pueblos de Chile central, son los componentes de una danza en una tierra empinada entre el alto claroscuro de luces y tinieblas de los Andes y del Pacífico.
Οι λέξεις λειτουργούν πολλές φορές σαν τις νότες: με μία δίεση, ή, μ΄ άλλα λόγια, μ΄ ένα άρθρο διαφορετικό, χρωματίζουν ήχους. “ΕL CACHIMBO” y “la cachimba”, δηλαδή η πίπα που καπνίζουν οι χωρικοί και το σκεύος με το οποίο μαζεύουν νερό από την πηγή οι γυναίκες στα χωριά της κεντρικής Χιλής, είναι τα συστατικά ενός χορού σε μια γη στριμωγμένη ανάμεσα στο υψηλό κοντράστ του φωτός και της καταχνιάς, των Άνδεων και του Ειρηνικού Ωκεανού.