Κεντροαμερικανική νύχτα
Πολιτιστική βραδυά της Κεντρικής Αμερικής του Ηλία Ταμπουράκη, ASCLAYE, 24 Απρ. 2004
Ay, Dios orasyón, amal orasyón. Tu chéen máan u leelem xuuxub. Le chichan j-aalilo´ paal te´ tu beel le k taata xan wa´alo´ laak´e´.
"Με το σημείο, με το σημείο του φωτός, με το σημείο του αγίου φωτός της Γουατεμάλας, αρχίζω αυτήν την παρουσίαση, με όλα τα ζώδια στα ακροδάχτυλά μου.
Είμαι ο λιγότερο Ισπανός κι ο περισσότερο Ισπανός. Ο λιγότερο Ισπανός λόγω του ινδιάνικου αίματός μου, κι ο περισσότερο Ισπανός λόγω της γλώσσας μου. Ο λιγότερο Ισπανός λόγω των χαμηλών τόνων του χαρακτήρα μου, κι ο περισσότερο Ισπανός λόγω του κιχωτικού μου τυχοδιωκτισμού.
Η γη μου ονειρεύεται τ' άστρα, αλλά ξυπνά στ' αρχέγονα βουνά, στους γυμνούς λόφους του Ιλόμ, όπου ο φρουρός της ιδιοσυγκρασίας μου τραγουδά με κλάμα που πηγάζει απ' τα φαράγκια και πετά σαν αητός. Εκεί όπου πλημμυρίζουν τα μυρμήγκια και βογγούν τα περιστέρια. Εκεί όπου κοιμάται στην ψάθα του αγκαλιά με τη σκιά του και με τη γυναίκα του αυτός που θά 'πρεπε να κομματιάσει τα βλέφαρα αυτών που τσεκουρώνουν τα δάση, αυτός που θά 'πρεπε να καψαλίσει τα τσίνορα αυτών που καίνε το δάσος, και να παγώσει το σώμα όσων κόβουν το δρόμο του νερού των ποταμών, που κυλώντας αποκοιμιέται και δε βλέπει τίποτα, αλλά αφού εγκλωβιστεί στα πηγάδια ανοίγει τα μάτια και κοιτάζει τα πάντα με βαθιά ματιά...
Κι εγώ, ο Γκασπάρ Ιλόμ, αφήνω να κλέβουν τ' όνειρο από τα μάτια της γης του Ιλόμ με τις πυρκαγιές που βάφουν το φεγγάρι στο χρώμα του γέρικου μυρμηγκιού.
Απλή ανάγκη, περιστασιακή του λόγου αυτή η δέηση, ναι, αλλά επίσης άσκηση για να συνηθίσουμε στην καλπάζουσα ιπποσύνη των ρολογιών χωρίς ώρες, να βρεθούμε εκτός χρόνου, να βιώσουμε την αυγή και την καταχνιά, απ' όπου βγαίνει κανείς με τα μάτια πεινασμένα για τα γλυκά πράγματα της Γης, τις άλλλες αισθήσεις, τις πρόθυμες να διερευνήσουν την ουσία τους -όπως θά 'λεγε κι ο ήρωας ο Σιδ-, την όσφρηση, τις γεύσεις, τις απτές παρουσίες και τους ήχους."
Με αυτά τα λόγια τού Μιγκέλ Άνχελ Αστούριας -του νομπελίστα λογοτέχνη από τη Γουατεμάλα- και μ' αυτήν τη δέηση στη γλώσσα των Μάγιας, που απευθύνεται στο θεό του συκρητισμού, τον Μαξιμόν, προλογίζουμε αυτό το κείμενο για τον κεντροαμερικανικό πολιτισμό.
Ποιος νά 'ναι, άραγε, ο Μαχιμόν; Λένε οι ιθαγενείς Κ'ιτσέ Μάγια της ορεινής Γουατεμάλας, οτι είναι ο Άγιος Σιμεών. Άλλοι, πάλι, πιστεύουν οτι είναι ο ίδιος ο Δον Πέδρο δε Αλβαράδο, ο Ισπανός κατακτητής της Γουατεμάλας. Κι όπως μου είπαν κάποιοι ιθαγενείς, μέσα στο σώμα του φυλάνε το άγαλμα ενός θεού ινδιάνου, κρατώντας έτσι τη γηγενή καρδιά κάτω απ' την ιβηρική επιδερμίδα των μιγάδων, που κατοικούν στις κορυφές και στα τροπικά αυτής της χώρας, που τ' όνομά της σημαίνει: Γη Κοντά στα Δέντρα.
"Σε πολλά σημεία δε διακρίνεται ο ουρανός κάτω από αυτά τα δέντρα, επειδή η ζούγκλα είναι τόσο ψηλή και τόσο πυκνή, που σε κάποια μέρη είναι αδύνατον να περπατήσει κανείς. Γιατί μες την πυκνότητα αυτή της βλάστησης, συναντάς τόσα φυτά, μπλεγμένα μεταξύ τους, και λιάνες με αγκάθια, ώστε με πολύ κόπο και μόνο με τη βοήθεια μαχαιριών είναι πιθανόν ν' ανοίξουμε δρόμο." Έτσι περιέγραφε ο Ισπανός κατακτητής Οβιέδο εκείνη την Ακτή, που ο Χριστόφορος Κολόμβος ονόμασε Πλούσια, επειδή οι ιθαγενείς Ταριάκα τον υποδέχθηκαν γυμνοί, καταστολισμένοι με χρυσά κοσμήματα με φουτουριστικά σχήματα.
Είναι η Κόστα Ρίκα των "ticos" με τα ιδιαίτερα ερωτικά τους κομπλιμέντα, των παντοπωλείων, όπου κανείς μπορεί να τσιμπήσει κάτι ελαφρύ, αλλά και του chunche, που αν μεταφραστεί σε οποιαδήποτε γλώσσα, θα χάσει το τοπικό χρώμα του παλιοσιδερικού και της αντίκας από τα τραίνα της Καραϊβικής. Είναι η Κόστα Ρίκα με τη δική της ακατανόητη διάλεκτο, τους χωρατατζήδες και τις βεγγέρες, τις κουτσομπόλες -Θεός φυλάξοι- και την πιτσιρικαρία να παίζει ποδόσφαιρο στις σκονισμένες αλάνες. Είναι η Κόστα Ρίκα του ερωτισμού, και της δικής της "μπαρόκ" παέγιας με το καλειδοσκόπιο γεύσεων, και τον αρακά σε... ανορθόγραφα Γαλλικά: petí poás... Είναι η Κόστα Ρίκα της δικής της Παναγίας -που τ' όνομά της επικαλούνται πάντα όταν χτυπούν την πόρτα οποιουδήποτε σπιτιού: Upe! (Να σας ευλογεί η Guadalupe!), και του tamal μέσα σε μπανανόφυλλα, που προσφέρεται στο Χριστουγεννιάτικο τραπέζι, αλλά και του καφέ, των χυμών από τροπικά φρούτα, των μαγισσών, της τροπικής μαντινάδας -που σταματά την ορχήστρα, κι εκφράζει έρωτες, ειρωνίες, ευσεβείς πόθους και θαυμασμό ανάμεσα στους χωρικούς-, του δαιμονισμένου κάρου που σέρνεται τα βράδια χωρίς να το τραβούν βόδια, αλλά και της ατέλειωτης νωχέλειας. Η γη των θαυματοποιών, της μωβ ορχιδέας, του βραβείου Νομπέλ Ειρήνης και της cuita -που στο Χρυσό Αιώνα του Θερβάντες σήμαινε μία ιδιαίτερη ψυχική κατάσταση. Είναι η Ελβετία της Κεντρικής Αμερικής, θετό τέκνο των ΗΠΑ, αλλά και του Έλληνα φιλοσόφου και λογοτέχνη της, του Κωνσταντίνου Λάσκαρη. Είναι η Κόστα Ρίκα του Punto guanacasteco, του χορού που ορίστηκε με προεδρικό διάταγμα ως εθνικός, αλλά δημιουργήθηκε το 19ο αι., σ' ένα κελί φυλακής.
Ας αντικρύσουμε την Κεντρική Αμερική κάτω από έντονη φωτοσκίαση με ακτίνες και σκιές σε υψηλό κοντράστ, σαν ακουαρέλλα μίας γης με καταφανή εσωστρέφεια.
Θα μείνει αξέχααστο εκείνο το ταξίδι στη χώρα των λιμνών, των ηφαιστείων και της αποικιακής αρχιτεκτονικής, με το λαό που καταφέρνει ως δια μαγείας να δημιουργεί και να προσφέρει σχεδόν απ' το τίποτα, μία αίσθηση πάντα φιλόξενη, σαν την αύρα της Νικαραγουάνικης Καραϊβικής. Είναι αυτά τα στοιχεία που στα χέρια των ινδιάνων Μισκίτο, των Ανδαλουσιάνων κατακτητών, των Αφρικανών σκλάβων και των Βρετανών πειρατών, έχουν δημιουργήσει μουσική, χορό και τραγούδι. Ο χορός "της Ινδιανούλας" -αντιπροσωπευτικός της Νικαράγουα- είναι μία ερωτική πρόκληση, επίμονη αλλά και ευγενική, λάγνα και ιπποτική, πιεστική και παθιασμένη, ανάμεσα στην άρχουσα τάξη των λευκών κατακτητών και στην ταπεινωμένη ινδιάνικη κοιότητα.
Υπάρχουν πολιτισμικές περιοχές που παρουσιάζουν δυσκολίες στη γεωγραφική τους κατάταξη. Μία από αυτές είναι το Μεξικό, του οποίου η βόρεια περιοχή ανήκει κλιματικά στη βόρεια Αμερική, ενώ οι νότιες επαρχίες του είναι πολιτισμικά κεντροαμερικανικές.
Οι ίδιες συνθήκες συναντώνται και στον Παναμά, του οποίου το Κανάλι χωρίζει την επικράτεια σε δύο μεγάλες ζὠνες: την κεντροαμερικανική και τη νοτιοαμεροικανική, που μέχρι το 1903 ανήκαν στη Μεγάλη Κολομβία, απ΄όπου προέρχεται το Tamborito, ο χορός με τις αφρικανικές ρίζες, που σατυρίζει τα αφεντικά των μαύρων εργατών στα ορυχεία. Αργότερα, ο χορός αυτός διασκέδαζε τους κρεολούς, δηλαδή τους Ισπανούς που ήταν γεννημένοι στην Αμερικανική ήπειρο, και κρατούσαν τον πλούτο της χώρας στα βρόμικα χέρια τους.
Στο Σαλβαδόρ, οι Μάγιας έχτισαν το μικρότερο βασίλειο του αινιγματικού τους πολιτισμού, αλλά σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, η περιοχή ήταν από τις πιο πυκνοκατοικημένες για 3.500 χρόνια. Στα 1993, η Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ συμπεριέλαβε στον κατάλογό της τον αρχαιολογικό χώρο Joya de Cerén, όπου τα πάντα έχουν διατηρηθεί όπως ακριβώς ήταν τη στιγμή της ηφαιστειακής έκρηξης που κατέστρεψε την αρχαία πόλη.
Ας περάσουμε, τώρα, σ' ένα άλλο σκηνικό: στη σύγχρονη Λατινική Αμερική, μια που πολιτισμός δε σημαίνει μόνο τις κλασικές δημιουργίες των ιθαγενών ή άλλων ηρώων, Προφητών, ιπποτών, Αγίων, ποιητών, μοναδικών ζωγράφων ή μεταφραστών του γλωσσικού ιδιώματος των αστερισμών στη γλώσσα του Ανθρώπου. Ας δούμε την Ονδούρα, αλλά όχι τον αρχαιολογικό χώρο του Copán, αλλά τη σύγχρονη χώρα, που ντυμένη με λαμπερά χρώματα -σαν πυγολαμπίδα- ακολουθεί το ρεύμα, και βασιζόμενη σε παραδοσιακά βήματα, λικνίζεται με τους λαϊκούς της ρυθμούς του καρναβαλιού, και δημιουργεί μουσική και χορούς, που στέλνει να την εκπροσωπήσουν στα παναμερικανικά φεστιβάλ, όπως η punta, η μοντέρνα μελωδία, που γεμίζει μέρα-νύχτα την ατμόσφαιρα της Ονδούρας. Έχει τις ρίζες του στην κοινότητα των μαύρων Garífuna της Καραϊβικής, και είναι το αποτέλεσμα της μίξης του merengue καi του calipso, που κάνουν το σώμα να πάλλεται αισθησιακά στις μύτες των ποδιών.
Έφτασε η στιγμή που αυτή η συστάδα των έξι άστρων ανάμεσα σε δύο ωκεανούς θα δύσει στον ηφαιστειογενή ορίζοντα με τις λευκές παραλίες και τις ζούγκλες στο ιιριδίζον πρασινογάλαζο χρώμα των πουλιών quetzal, για να εξακολουθήσουν να δημιουργούν πολιτισμούς κάτω από το ανθρωπιστικό πόντσο της Ριγομπέρτα Μεντσού, της ινδιάνας από τη Γουατεμάλα που βραβεύτηκε με Νομπέλ Ειρήνης. Πολιτισμοί της καθημερινότητας, βασισμένοι στο μαγικό ρεαλισμό και στη Φύση, η οποία βρίσκεται πέρα απ' την ανθρώπινη πρόσβαση...
"Με το σημείο, με το σημείο του φωτός, με το σημείο του αγίου φωτός της Γουατεμάλας, αρχίζω αυτήν την παρουσίαση, με όλα τα ζώδια στα ακροδάχτυλά μου.
Είμαι ο λιγότερο Ισπανός κι ο περισσότερο Ισπανός. Ο λιγότερο Ισπανός λόγω του ινδιάνικου αίματός μου, κι ο περισσότερο Ισπανός λόγω της γλώσσας μου. Ο λιγότερο Ισπανός λόγω των χαμηλών τόνων του χαρακτήρα μου, κι ο περισσότερο Ισπανός λόγω του κιχωτικού μου τυχοδιωκτισμού.
Η γη μου ονειρεύεται τ' άστρα, αλλά ξυπνά στ' αρχέγονα βουνά, στους γυμνούς λόφους του Ιλόμ, όπου ο φρουρός της ιδιοσυγκρασίας μου τραγουδά με κλάμα που πηγάζει απ' τα φαράγκια και πετά σαν αητός. Εκεί όπου πλημμυρίζουν τα μυρμήγκια και βογγούν τα περιστέρια. Εκεί όπου κοιμάται στην ψάθα του αγκαλιά με τη σκιά του και με τη γυναίκα του αυτός που θά 'πρεπε να κομματιάσει τα βλέφαρα αυτών που τσεκουρώνουν τα δάση, αυτός που θά 'πρεπε να καψαλίσει τα τσίνορα αυτών που καίνε το δάσος, και να παγώσει το σώμα όσων κόβουν το δρόμο του νερού των ποταμών, που κυλώντας αποκοιμιέται και δε βλέπει τίποτα, αλλά αφού εγκλωβιστεί στα πηγάδια ανοίγει τα μάτια και κοιτάζει τα πάντα με βαθιά ματιά...
Κι εγώ, ο Γκασπάρ Ιλόμ, αφήνω να κλέβουν τ' όνειρο από τα μάτια της γης του Ιλόμ με τις πυρκαγιές που βάφουν το φεγγάρι στο χρώμα του γέρικου μυρμηγκιού.
Απλή ανάγκη, περιστασιακή του λόγου αυτή η δέηση, ναι, αλλά επίσης άσκηση για να συνηθίσουμε στην καλπάζουσα ιπποσύνη των ρολογιών χωρίς ώρες, να βρεθούμε εκτός χρόνου, να βιώσουμε την αυγή και την καταχνιά, απ' όπου βγαίνει κανείς με τα μάτια πεινασμένα για τα γλυκά πράγματα της Γης, τις άλλλες αισθήσεις, τις πρόθυμες να διερευνήσουν την ουσία τους -όπως θά 'λεγε κι ο ήρωας ο Σιδ-, την όσφρηση, τις γεύσεις, τις απτές παρουσίες και τους ήχους."
Με αυτά τα λόγια τού Μιγκέλ Άνχελ Αστούριας -του νομπελίστα λογοτέχνη από τη Γουατεμάλα- και μ' αυτήν τη δέηση στη γλώσσα των Μάγιας, που απευθύνεται στο θεό του συκρητισμού, τον Μαξιμόν, προλογίζουμε αυτό το κείμενο για τον κεντροαμερικανικό πολιτισμό.
Ποιος νά 'ναι, άραγε, ο Μαχιμόν; Λένε οι ιθαγενείς Κ'ιτσέ Μάγια της ορεινής Γουατεμάλας, οτι είναι ο Άγιος Σιμεών. Άλλοι, πάλι, πιστεύουν οτι είναι ο ίδιος ο Δον Πέδρο δε Αλβαράδο, ο Ισπανός κατακτητής της Γουατεμάλας. Κι όπως μου είπαν κάποιοι ιθαγενείς, μέσα στο σώμα του φυλάνε το άγαλμα ενός θεού ινδιάνου, κρατώντας έτσι τη γηγενή καρδιά κάτω απ' την ιβηρική επιδερμίδα των μιγάδων, που κατοικούν στις κορυφές και στα τροπικά αυτής της χώρας, που τ' όνομά της σημαίνει: Γη Κοντά στα Δέντρα.
"Σε πολλά σημεία δε διακρίνεται ο ουρανός κάτω από αυτά τα δέντρα, επειδή η ζούγκλα είναι τόσο ψηλή και τόσο πυκνή, που σε κάποια μέρη είναι αδύνατον να περπατήσει κανείς. Γιατί μες την πυκνότητα αυτή της βλάστησης, συναντάς τόσα φυτά, μπλεγμένα μεταξύ τους, και λιάνες με αγκάθια, ώστε με πολύ κόπο και μόνο με τη βοήθεια μαχαιριών είναι πιθανόν ν' ανοίξουμε δρόμο." Έτσι περιέγραφε ο Ισπανός κατακτητής Οβιέδο εκείνη την Ακτή, που ο Χριστόφορος Κολόμβος ονόμασε Πλούσια, επειδή οι ιθαγενείς Ταριάκα τον υποδέχθηκαν γυμνοί, καταστολισμένοι με χρυσά κοσμήματα με φουτουριστικά σχήματα.
Είναι η Κόστα Ρίκα των "ticos" με τα ιδιαίτερα ερωτικά τους κομπλιμέντα, των παντοπωλείων, όπου κανείς μπορεί να τσιμπήσει κάτι ελαφρύ, αλλά και του chunche, που αν μεταφραστεί σε οποιαδήποτε γλώσσα, θα χάσει το τοπικό χρώμα του παλιοσιδερικού και της αντίκας από τα τραίνα της Καραϊβικής. Είναι η Κόστα Ρίκα με τη δική της ακατανόητη διάλεκτο, τους χωρατατζήδες και τις βεγγέρες, τις κουτσομπόλες -Θεός φυλάξοι- και την πιτσιρικαρία να παίζει ποδόσφαιρο στις σκονισμένες αλάνες. Είναι η Κόστα Ρίκα του ερωτισμού, και της δικής της "μπαρόκ" παέγιας με το καλειδοσκόπιο γεύσεων, και τον αρακά σε... ανορθόγραφα Γαλλικά: petí poás... Είναι η Κόστα Ρίκα της δικής της Παναγίας -που τ' όνομά της επικαλούνται πάντα όταν χτυπούν την πόρτα οποιουδήποτε σπιτιού: Upe! (Να σας ευλογεί η Guadalupe!), και του tamal μέσα σε μπανανόφυλλα, που προσφέρεται στο Χριστουγεννιάτικο τραπέζι, αλλά και του καφέ, των χυμών από τροπικά φρούτα, των μαγισσών, της τροπικής μαντινάδας -που σταματά την ορχήστρα, κι εκφράζει έρωτες, ειρωνίες, ευσεβείς πόθους και θαυμασμό ανάμεσα στους χωρικούς-, του δαιμονισμένου κάρου που σέρνεται τα βράδια χωρίς να το τραβούν βόδια, αλλά και της ατέλειωτης νωχέλειας. Η γη των θαυματοποιών, της μωβ ορχιδέας, του βραβείου Νομπέλ Ειρήνης και της cuita -που στο Χρυσό Αιώνα του Θερβάντες σήμαινε μία ιδιαίτερη ψυχική κατάσταση. Είναι η Ελβετία της Κεντρικής Αμερικής, θετό τέκνο των ΗΠΑ, αλλά και του Έλληνα φιλοσόφου και λογοτέχνη της, του Κωνσταντίνου Λάσκαρη. Είναι η Κόστα Ρίκα του Punto guanacasteco, του χορού που ορίστηκε με προεδρικό διάταγμα ως εθνικός, αλλά δημιουργήθηκε το 19ο αι., σ' ένα κελί φυλακής.
Ας αντικρύσουμε την Κεντρική Αμερική κάτω από έντονη φωτοσκίαση με ακτίνες και σκιές σε υψηλό κοντράστ, σαν ακουαρέλλα μίας γης με καταφανή εσωστρέφεια.
Θα μείνει αξέχααστο εκείνο το ταξίδι στη χώρα των λιμνών, των ηφαιστείων και της αποικιακής αρχιτεκτονικής, με το λαό που καταφέρνει ως δια μαγείας να δημιουργεί και να προσφέρει σχεδόν απ' το τίποτα, μία αίσθηση πάντα φιλόξενη, σαν την αύρα της Νικαραγουάνικης Καραϊβικής. Είναι αυτά τα στοιχεία που στα χέρια των ινδιάνων Μισκίτο, των Ανδαλουσιάνων κατακτητών, των Αφρικανών σκλάβων και των Βρετανών πειρατών, έχουν δημιουργήσει μουσική, χορό και τραγούδι. Ο χορός "της Ινδιανούλας" -αντιπροσωπευτικός της Νικαράγουα- είναι μία ερωτική πρόκληση, επίμονη αλλά και ευγενική, λάγνα και ιπποτική, πιεστική και παθιασμένη, ανάμεσα στην άρχουσα τάξη των λευκών κατακτητών και στην ταπεινωμένη ινδιάνικη κοιότητα.
Υπάρχουν πολιτισμικές περιοχές που παρουσιάζουν δυσκολίες στη γεωγραφική τους κατάταξη. Μία από αυτές είναι το Μεξικό, του οποίου η βόρεια περιοχή ανήκει κλιματικά στη βόρεια Αμερική, ενώ οι νότιες επαρχίες του είναι πολιτισμικά κεντροαμερικανικές.
Οι ίδιες συνθήκες συναντώνται και στον Παναμά, του οποίου το Κανάλι χωρίζει την επικράτεια σε δύο μεγάλες ζὠνες: την κεντροαμερικανική και τη νοτιοαμεροικανική, που μέχρι το 1903 ανήκαν στη Μεγάλη Κολομβία, απ΄όπου προέρχεται το Tamborito, ο χορός με τις αφρικανικές ρίζες, που σατυρίζει τα αφεντικά των μαύρων εργατών στα ορυχεία. Αργότερα, ο χορός αυτός διασκέδαζε τους κρεολούς, δηλαδή τους Ισπανούς που ήταν γεννημένοι στην Αμερικανική ήπειρο, και κρατούσαν τον πλούτο της χώρας στα βρόμικα χέρια τους.
Στο Σαλβαδόρ, οι Μάγιας έχτισαν το μικρότερο βασίλειο του αινιγματικού τους πολιτισμού, αλλά σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, η περιοχή ήταν από τις πιο πυκνοκατοικημένες για 3.500 χρόνια. Στα 1993, η Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ συμπεριέλαβε στον κατάλογό της τον αρχαιολογικό χώρο Joya de Cerén, όπου τα πάντα έχουν διατηρηθεί όπως ακριβώς ήταν τη στιγμή της ηφαιστειακής έκρηξης που κατέστρεψε την αρχαία πόλη.
Ας περάσουμε, τώρα, σ' ένα άλλο σκηνικό: στη σύγχρονη Λατινική Αμερική, μια που πολιτισμός δε σημαίνει μόνο τις κλασικές δημιουργίες των ιθαγενών ή άλλων ηρώων, Προφητών, ιπποτών, Αγίων, ποιητών, μοναδικών ζωγράφων ή μεταφραστών του γλωσσικού ιδιώματος των αστερισμών στη γλώσσα του Ανθρώπου. Ας δούμε την Ονδούρα, αλλά όχι τον αρχαιολογικό χώρο του Copán, αλλά τη σύγχρονη χώρα, που ντυμένη με λαμπερά χρώματα -σαν πυγολαμπίδα- ακολουθεί το ρεύμα, και βασιζόμενη σε παραδοσιακά βήματα, λικνίζεται με τους λαϊκούς της ρυθμούς του καρναβαλιού, και δημιουργεί μουσική και χορούς, που στέλνει να την εκπροσωπήσουν στα παναμερικανικά φεστιβάλ, όπως η punta, η μοντέρνα μελωδία, που γεμίζει μέρα-νύχτα την ατμόσφαιρα της Ονδούρας. Έχει τις ρίζες του στην κοινότητα των μαύρων Garífuna της Καραϊβικής, και είναι το αποτέλεσμα της μίξης του merengue καi του calipso, που κάνουν το σώμα να πάλλεται αισθησιακά στις μύτες των ποδιών.
Έφτασε η στιγμή που αυτή η συστάδα των έξι άστρων ανάμεσα σε δύο ωκεανούς θα δύσει στον ηφαιστειογενή ορίζοντα με τις λευκές παραλίες και τις ζούγκλες στο ιιριδίζον πρασινογάλαζο χρώμα των πουλιών quetzal, για να εξακολουθήσουν να δημιουργούν πολιτισμούς κάτω από το ανθρωπιστικό πόντσο της Ριγομπέρτα Μεντσού, της ινδιάνας από τη Γουατεμάλα που βραβεύτηκε με Νομπέλ Ειρήνης. Πολιτισμοί της καθημερινότητας, βασισμένοι στο μαγικό ρεαλισμό και στη Φύση, η οποία βρίσκεται πέρα απ' την ανθρώπινη πρόσβαση...