2012 Έρχεται το τέλος; Ηλίας Ταμπουράκης, Εκδ. Περίπλους, Αθήνα, 2010
Ετήσιο σεμινάριο Λατινοαμερικανικού πολιτισμού του Ηλία Ταμπουράκη στον Όμιλο UNESCO Ν. Πειραιώς & Νήσων, 2004-2005.
Ετήσιο σεμινάριο Λατινοαμερικανικού πολιτισμού του Ηλία Ταμπουράκη στον Όμιλο UNESCO Ν. Πειραιώς & Νήσων, 2004-2005.
Γουατεμάλα: Maya, οι επιστήμονες
Μάγια [1]
Ο λαός των Μάγια (maya), που σήμερα αριθμεί 6.000.000 άτομα, αποτελεί τον υπέρτατο εκπρόσωπο των υψηλών πολιτισμών της Μέσης Αμερικής –μίας περιοχής που εκτείνεται από το κεντρικό Μεξικό, μέχρι τη βόρεια Κόστα Ρίκα[i]-, στην οποία οι Μάγια, τοποθετούνται μεταξύ του πορθμού του Τεγουαντεπέκ (Tehuantepec)[ii] –στο νότιο Μεξικό-, μέχρι τη βόρεια Ονδούρα[iii]. Το Μαγιάμπ ή Μαγια’έτικ (Mayab, Maya’etik) –«η χώρα των Μάγια»- έχει αντίστοιχα δύο φυσικά περιβάλλοντα: τις (ασβεστολιθικές) πεδινές εκτάσεις του Γιουκατάν (Yucatán) –της «χώρας της γαλοπούλας[iv] και του ελαφιού[v]»- με τα πολυάριθμα πηγάδια τζόνοτ (dzonot)[vi] -στο νότιο Μεξικό- και τα (ηφαιστειογενή) υψίπεδα του Κουτσουματάν (Cuchumatán)[vii] –το «βασίλειο του Κάτω Κόσμου»-, στη βόρεια Γουατεμάλα, όπου γράφτηκε το Πόπολ Βουχ.
Η ιστορία τους χωρίζεται σε εννέα περιόδους: την αρχαϊκή (3.000 – 1.800 π.Χ.), την πρώιμη προκλασική (1.800 – 1.000 π.Χ.), τη μέση προκλασική (1.000 – 300 π.Χ.), την ύστερη προκλασική (300 π.Χ. – 250 μ.Χ.), την πρώιμη κλασική (250 – 600 μ.Χ.), την ύστερη κλασική (600 – 800 μ.Χ.), την τελική κλασική (800 – 925 μ.Χ.), την πρώιμη μετακλασική (925 – 1.200 μ.Χ.) και την ύστερη μετακλασική (1200 – 1530 μ.Χ.)[viii]. Κατά την πρώτη περίοδο, εμφανίζονται οι ομάδες κυνηγών, αλιέων και τροφοσυλλεκτών, ενώ η απαρχές της ζωής σε χωριά, η κοινωνική διαστρωμάτωση και οι τέχνες, όπως η αγγειοπλαστική και η γλυπτική ειδωλίων ξεκινούν στη δεύτερη. Τότε λαμβάνουν και τις επιρροές των Ολμέκων (olmecas)[ix] –του «μητρικού» πολιτισμού της Μέσης Αμερικής, ο οποίος βάσιζε την οικονομία του στο ελαστικό κόμμι (καουτσούκ, ακόρεστος υδρογονάνθρακας, πολυμερές του ισοπρενίου, γαλάκτωμα latex). Οι Μάγια των πεδινών εκτάσεων του Γιουκατάν αρχίζουν ν’ αναπτύσσονται στην τρίτη περίοδο, και στην τέταρτη -την ύστερη προκλασική-, εμφανίζεται η πρώτη χρονολογημένη στήλη στο Τικάλ (Tikal)[x] της βορειοανατολικής Γουατεμάλας. Τότε επιτελείται και η μαζική οικοδόμηση των πυραμίδων, ενώ αναπτύσσεται η ιερογλυφική γραφή και το ημερολόγιο. Ένας άλλος σημαντικός πολιτισμός, εκείνος του Τεοτιγουακάν (Teotihuacán)[xi], επιρρέασε τους Μάγια κατά την πέμπτη περίοδό τους. Το βασίλειο του Πακάλ (Pakal)[xii], στο Παλένκε (Palenque)[xiii] του νοτιοανατολικού Μεξικού, σηματοδοτεί το απόγειο αυτού του πολιτισμού, ενώ οι Τολτέκοι (toltecas)[xiv] φτάνουν στο Γιουκατάν όταν ο κλασικός πολιτισμός των Μάγια καταρρέει, γύρω στο έτος 900 μ.Χ. Τότε ιδρύεται το βασίλειο του Πετέν (Ιτσά) [Petén (Itzá)] στη βορειοανατολική Γουατεμάλα, και δημιουργούνται οι θαυμάσιες τοιχογραφίες του Μποναμπάκ (Bonampak)[xv] στο νότιο Μεξικό. Αυτή η εισβολή συσχετίζεται με τη μυθική ηγεσία του Φτερωτού Φιδιού Κουκουλκ’άν (Kukulk’an). Την πέμπτη και τελευταία περίοδο, από το 1.200, έως και την άφιξη των Ισπανών κατακτητών το 1530, ιδρύονται πόλεις-κράτη στα υψίπεδα της Γουατεμάλας, όπως εκείνα των Κακτσικέλ (Kaqchiquel) και των εχθρών τους των Κ’ιτσέ (K’iché) –οι οποίοι συγκέντρωσαν όλη την προφορική παράδοση των χιλιετηρίδων, και την κατέγραψαν στην ιερή τους «Βίβλο», το Πόπολ Βουχ (Pópol Wuj).
Μία άλλη σημαίνουσα προσωπικότητα της ημι-μυθικής κοινωνίας των Μάγια ήταν ο Αχ-Κακάου (Aj-Kakaw) -ο βασιλιάς και κύριος του κακάο. Είναι, επομένως κατανοητό ότι αυτός ο αστικός πολιτισμός βάσιζε την οικονομία του στην αγροκαλλιέργεια. Το καλαμπόκι, που καλλιεργούν μέχρι και σήμερα στις μίλπας (milpas), θεωρείται μία από τις πολιτισμικές/θεϊκές υπερτροφές των μεσοαμερικανών ιθαγενών. Η αρχαία πεντάδα του καλαμποκιού, του κακάο[xvi], του κουκιού, της καυτερής πιπεριάς[xvii] και της κολοκύθας, αποτελούσαν τις επί μέρους κουλτούρες, που –σαν παζλ- σχημάτιζαν τον πολύχρωμο χάρτη του πολιτισμού των Μάγια.
Στην αρχιτεκτονική, οι Μάγια διακρίθηκαν στην κατασκευή πυραμίδων[xviii], τις οποίες διακοσμούσαν με ανάγλυφα στιλιζαρισμένα ιδεογράμματα. Είναι, επίσης, εκπληκτικές οι τοιχογραφίες στο Μποναμπάκ του νότιου Μεξικού. Πανέμορφα είναι και τα κοσμήματα από πράσινο νεφρίτη και ιαδεΐτη (jade), ο οποίος ήταν πολύτιμος σ’ εκείνη την κοινωνία. Είναι, όμως, μύθος το ότι είχαν ολόκληρες χρυσές πόλεις. Αντίθετα, το χρυσάφι το εισήγαγαν από άλλους ιθαγενείς λαούς της Αμερικανικής ηπείρου. Ίσως πρόκειται λοιπόν, για έναν μύθο που επιβίωσε από την εποχή των Ισπανών κατακτητών του 16ου αι., οι οποίοι αναζητούσαν το Ελ Δοράδο (El Dorado), τη «Χρυσή Πολιτεία της Ζούγκλας».
Εκτός όμως από τις τέχνες, ανέπτυξαν και τις επιστήμες, για τη μελέτη των οποίων, δημιούργησαν και μία «ιερογλυφική» γραφή με λογογράμματα, δηλαδή «εικόνες-κείμενα». Σημαντική πρόοδος της αρχαιολογίας, και συγκεκριμένα της επιγραφικής, μας επιτρέπει σήμερα να διαβάσουμε περίπου το 85% του συνόλου των κειμένων που διασώθηκαν χαραγμένα στα ιερατικά και ανακτορικά κτίρια.[xix] Αυτό σημαίνει ότι οι Μάγια είναι ο μοναδικός ιστορικός πολιτισμός του Νέου Κόσμου: οι γραπτές μαρτυρίες[xx] ανάγονται στον 3ο αι. μ.Χ.[xxi] Έτσι, η ιστορία αυτού του γοητευτικού λαού είναι χαραγμένη πάνω στα μνημεία του.
Οι Μάγια χρησιμοποιούσαν τρία αριθμητικά σύμβολα: την κουκίδα για το ένα, τη γραμμή για το πέντε κι ένα στιλιζαρισμένο όστρακο για το μηδέν. Το μαθηματικό τους σύστημα ήταν εικοσαδικό. Η γνώση της έννοιας του μηδέν σηματοδοτεί το υψηλό επιστημονικό πνεύμα αυτού του πολιτισμού.
[1] Αυτά τα στοιχεία έχουν δημοσιευτεί στο βιβλίο του γράφοντος, με τίτλο: 2012 Έρχεται το τέλος;, Εκδ. Περίπλους, Αθήνα 2010.
[i] Κόστα Ρίκα (Costa Rica): η μικρή δημοκρατική «Ελβετία» της Κεντρικής Αμερικής χωρίς στρατό, η πλούσια ακτή, όπου ο Χ. Κολόμβος συνάντησε τις γυμνές ιθαγενείς με τα χρυσά κοσμήματα, έχει τη μισή έκταση και πληθυσμό από ότι η Ελλάδα, όμως διαθέτει πολύ περισσότερους από τριάντα εθνικούς δρυμούς με αξιοθαύμαστη οργάνωση.
[ii] Tehuantepec (Τεγουαντεπέκ): Ισθμός πλάτους 200 χμ, στο μεξικανικό νότο.
[iii] Ονδούρα (Honduras). Η Δημοκρατία της μπανάνας τσικίτα (chiquita) –ή… μπανανία- της Κεντρικής Αμερικής.
[iv] Ο Ισπανός καθολικός μοναχός του τάγματος των Δομινικανών Μπαρτολομέ Δε Λας Κάσας (Bartolomé de las Casas) (Ισπανία, 1474 [ή ’84?]-1566), ο οποίος ήταν επίσης θεολόγος και Επίσκοπος του Τσιάπας (Chiapas) –στο νότιο Μεξικό- αλλά κυρίως χρονικογράφος της κατάκτησης της Αμερικής από τους Ισπανούς, ανέφερε ότι κότες δεν υπήρχαν στην Κεντρική Αμερική, παρά μόνο γαλοπούλες, με τα φτερά των οποίων οι ιθαγενείς έφτιαχναν βεντάλιες.
Σε επιστολή του στον Αυτοκράτορα Κάρολο της Ισπανίας (Carlos V de los Habsburgos), καταφέρεται ενάντια στο ρατσισμό που στηρίζει την αποικιοκρατία, λέγοντας εν ολίγοις ότι «…δεν γνωρίζει εάν οι ινδιάνες είναι πλάσματα του Θεού, εφ όσον δεν τις αναφέρει η Βίβλος, όμως είναι σίγουρος ότι οι Ισπανοί κοιμούνται μαζί τους και τεκνοποιούν…»
[v] Άλογα δεν υπήρχαν στην προκολομβιανή Μέση Αμερική. Λέγεται, μάλιστα, ότι όταν οι ιθαγενείς είδαν για πρώτη φορά τους Ισπανούς κατακτητές καβάλα στ’ άλογά τους, νόμιζαν ότι επρόκειτο για… ένα ενιαίο ζώο (!) Αργότερα ονόμασαν το νεόφερτο σ’ αυτούς άλογο, mázatl, δηλ. «ελάφι χωρίς κέρατα». Από αυτό προέρχεται το τοπωνύμιο Mazatlán (Μασατλάν), στο δυτικό Μεξικό.
[vi] Cenote (σενότε) είναι η ισπανική παραφθορά της λέξης ιθαγενούς dzonot (τζόνοτ) που σημαίνει: φυσικό, ασβεστολιθικό «πηγάδι» -λάκκωμα μεγάλων διαστάσεων μέσα στη σαβάνα, που δημιουργήθηκε από την κατάρρευση υπόγειων σπηλαίων.
[vii] Κουτσουματάν (Cuchumatán): Η ψηλότερη οροσειρά της Κεντρικής Αμερικής, στη δυτική Γουατεμάλα, φτάνει σε ύψος 3.800 μέτρων.
[viii] Coe, Michael D.: The Μaya, Thames and Hudson Ltd., London, 1966.
[ix] Olmecas (Ολμέκοι): Προκολομβιανός πολιτισμός της Μέσης Αμερικής, στην περιοχή της Βερακρούς (Veracruz) του ανατολικού Μεξικού, ο οποίος άνθισε από το 1.200 έως το 600 π.Χ. Το πραγματικό όνομά τους μας είναι άγνωστο· η λέξη ουλμέκατλ (ullmékaλ) [το ελληνικό γράμμα λ προφέρεται στην αζτεκική γλωσσολογία ως tl], στη γλώσσα νάουατλ (náhuatl) των μεταγενέστερων Αζτέκων, σημαίνει «λαός του καουτσούκ», επειδή αυτό ήταν το κύριο προϊόν της γης τους. Στις καλές τέχνες ασχολήθηκαν με την κατασκευή τεράστιων μονολιθικών αγαλμάτων (κεφαλών), που αναπαριστούν ηγεμόνες (;) με χαρακτηριστικά αιλουροειδούς. Διέθεταν σύστημα γραφής, το οποίο ακόμη δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί. Είχαν επίσης γνώση του ημερολογίου. Από όλους τους ιθαγενείς πολιτισμούς που αναφέρονται σε αυτό το βιβλίο, οι Ολμέκοι είναι οι μόνοι που έχουν πλέον εξαφανιστεί.
Το ιερό παιχνίδι της μπάλας, που αναφέρεται στο Πόπολ Βουχ –τη Βίβλο των Μάγια- ανάγεται, ίσως, σ’ εκείνην τη μακρινή (προ)ιστορική περίοδο.
[x] Τικάλ (Tical). Πυραμίδες ύψους σαράντα πέντε μέτρων προεξέχουν από τη μυστηριώδη ομίχλη του τροπικού δάσους της βροχής στο Ελ Πετέν (El Petén Itzá), ενώ οι πίθηκοι –απόγονοι των Δίδυμων Ηρώων του Πόπολ Βουχ- κρέμονται με την ουρά τους από τα πανύψηλα δέντρα και καγχάζουν. Πολλά μέτρα κάτω, οι βάτραχοι –σαν τον Ταμασούλ (Tamasul), δηλώνουν με το αντιστικτικό κρώξιμό τους το σημείο όπου αρχίζει η γη.
[xi] Teotihuacán (Τεοτιγουακάν): Προκολομβιανός πολιτισμός της Μέσης Αμερικής, στην περιοχή του Ανάουακ (Anahuac) του κεντρικού Μεξικού, ο οποίος άνθισε από το 300 έως το 700 μ.Χ. Το πραγματικό όνομά τους μας είναι άγνωστο· η λέξη téoλ, στη γλώσσα νάουατλ (náhuatl) των μεταγενέστερων Αζτέκων, σημαίνει «θεός από πέτρα», και huaca είναι η κοιλάδα. Καλλιεργούσαν τη γη τους με το σύστημα της τσινάμπα (chinampa), κατασκεύαζαν, δηλ. πλωτούς κήπους μέσα στα κανάλια της λίμνης Τεσκόκο (Texcoco), σαν αυτούς που μπορούμε να επισκεφτούμε σήμερα στο Σοτσιμίλκο (Xochimilco), στον «Κάμπο των Λουλουδιών» -όπως το ονόμαζαν οι Αζτέκοι- κοντά στη σύγχρονη μεξικανική πρωτεύουσα. Στην αρχιτεκτονική ασχολήθηκαν με την κατασκευή πυραμίδων, διακοσμημένων με ανάγλυφες παραστάσεις. Διακρίθηκαν επίσης στην κεραμική τέχνη. Διέθεταν σύστημα γραφής, το οποίο ακόμη δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί. Είχαν επίσης γνώση του ημερολογίου.
[xii] Pakal (Πακάλ): Βασιλιάς του Palenque (Παλένκε), στο νοτιοανατολικό Μεξικό, κατά το έτος 615 μ.Χ.
[xiii] Palenque (Παλένκε): Αρχαιολογικός χώρος στο νοτιοανατολικό Μεξικό. Από τα πεντακόσια κτίρια αυτής της πόλης, έχουν ανασκαφεί μόνο τα τριάντα τέσσερα, τα οποία, στην αρχαιότητα ήταν βαμμένα με πορφύρα. Τα πάντα εδώ κατασκευάστηκαν χωρίς μεταλλικά εργαλεία, χωρίς ζώα για τις μεταφορές και χωρίς τη χρήση του τροχού.
Αυτό είναι, ίσως, μία ένδειξη του γεγονότος ότι οι πολιτισμοί φτάνουν σε υψηλά σημεία ακολουθώντας διαφορετικούς δρόμους· έτσι, δεν μπορούμε να κρίνουμε έναν λαό ως «πιο πολιτισμένο» από κάποιον άλλον, μόνο επειδή είχε εφεύρει τον τροχό.
[xiv] Toltecas (Τολτέκοι): Προκολομβιανός πολιτισμός της Μέσης Αμερικής, στην περιοχή του Ανάουακ (Anahuac) (Τολιάν - Tollán, Τούλα - Tula) του κεντρικού Μεξικού, ο οποίος άνθισε από το 900 έως το 1.100 μ.Χ. Στην αρχιτεκτονική ασχολήθηκαν με την κατασκευή πυραμίδων (πολλές φορές από τα κρανία των θυμάτων που θυσίαζαν στους θεούς), διακοσμημένων με ανάγλυφες παραστάσεις. Είχαν επίσης γνώση του ημερολογίου.
[xv] Το Bonampak (Μποναμπάκ) βρίσκεται στο μεξικανικό νότο και είναι φημισμένο για τις τοιχογραφίες των αρχαίων ναών του σε ένα ιδιαίτερο ανοιχτό πετρόλ ή σκούρο γαλαζοπράσινο χρώμα, συνδυασμένο με ένα σκούρο κεραμιδί και με ώχρα.
Ο αρχαιολογικός χώρος ανακαλύφθηκε συμπτωματικά και με περιπετειώδη τρόπο: στα 1946, ο Τσαρλς Φρέυ (Charles Frey), ένας αντιρρησίας συνείδησης που είχε διαφύγει από το στράτευμα, χάθηκε μέσα στη ζούγκλα των Μάγια-Λακανντόν (Lacandón). Εκεί, τον «υιοθέτησαν» οι ιθαγενείς, και του αποκάλυψαν τον ιερό τους χώρο μέσα στο δάσος. Εκείνος, τότε, ειδοποίησε τις μεξικανικές αρχές κι έτσι ξεκίνησαν οι ανασκαφές. Ο Φρέυ πνίγηκε το 1949, όταν προσπάθησε να σώσει έναν αρχαιολόγο που είχε πέσει στον ποταμό Ουσουμασίντα (Usumacinta).
[xvi] Οι σπόροι του κακάο χρησίμευαν και ως νομισματικές μονάδες. Οι Μάγια θεωρούσαν ότι το ρόφημα του κακάο προκαλούσε αφροδισιακή «μέθη», και επέτρεπαν να το πίνουν μόνο τα μέλη της ιερατικής κάστας, στην περιορισμένη ποσότητα των τριών «κυπέλλων» από μικρή νεροκολοκύθα (huacal) σε κάθε τελετουργία.
Η αρχαία συνταγή για την παρασκευή αυτού του μαγικού ελιξιρίου του έρωτα, είναι η εξής: Σε ένα πήλινο σκεύος βράζουμε σε νερό ποταμού τη σκόνη του κακάο με λίγες μικρές καυτερές πιπεριές mexibel (χωρίς ζάχαρη). Όταν βράσει, το βγάζουμε από τη φωτιά, αφαιρούμε τις πιπεριές και το αρωματίζουμε με σκόνη βανίλιας και κανέλλα. Προσθέτουμε χοντροαλεσμένους σπόρους καβουρδισμένου καλαμποκιού και το προσφέρουμε ζεστό. [Οι Αζτέκοι, αντί για καλαμπόκι, πρόσθεταν αποξηραμένα μυρμήγκια χουμίλ (jumil, xotlinilli,pentatomidae, edessa mexicana).
[xvii] Στο Μεξικό υπάρχουν 150 είδη πιπεριάς.
Όταν ο Χριστόφορος Κολόμβος σάλπαρε για τις Ινδίες, είχε στο νου του να φέρει πίσω στην Ευρώπη μπαχαρικά και μαύρο πιπέρι, που τότε είχε μεγάλη εμπορική ζήτηση στις αυλές των ευγενών. Στο Νέο Κόσμο, όμως, πρωτοείδε την καυτερή πιπεριά, που οι Αζτέκοι ονομάζουν τσίλε [chil(e)] και οι Χιλιανοί αχί (ají) –για να μην τη συγχέουν με το όνομα της πατρίδας τους! Εδώ και 7.500 χρόνια, οι ινδιάνοι πιστεύουν ότι η πιπεριά βοηθά στην αποφυγή της γήρανσης του δέρματος, ενώ σήμερα υπολογίζουμε την καυστικότητα των 150 ειδών πιπεριάς σύμφωνα με την κλίμακα του Scoville, η οποία θέτει πρώτο το habanero με 300.000 βαθμούς και τελευταία την ποικιλία mexibel με μόλις 100 βαθμούς. Αυτό οφείλεται στην καψαϊκίνη (capsicum), ένα αλκαλοειδές, του οποίου ο χημικός τύπος είναι ο εξής:
(Στοιχεία από: 6-μηνο σεμινάριο Λατινοαμερικανικού πολιτισμού, Όμιλος Unesco Νομού Πειραιώς και Νήσων & Εκπολιτιστικός Σύνδεσμος Λατινοαμερικανών & Ισπανών Ελλάδας ASCLAYE, Ηλίας Ταμπουράκης, 2004-5).
[xviii] Οι πυραμίδες, ναοί της Μέσης Αμερικής, συμβολίζουν τα ιερά βουνά. Η Πυραμίδα-ημερολόγιο στον αρχαιολογικό χώρο Τσιτσέν Ιτσά (Chichén Itzá), στο Γιουκατάν (Yucatán) του νότιου Μεξικού, που χρονολογείται από την κλασική περίοδο (550-900 μ.Χ)., την οποία οι Ισπανοί Κατακτητές ονόμασαν Ελ Καστίγιο (El Castillo) = Το Κάστρο, χτίστηκε το έτος 800 μ.Χ. (πριν την εισβολή των Τολτέκων) και φτάνει σε ύψος 25 μέτρων. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για 7 αλληλοεπικαλυπτόμενες πυραμίδες, οι οποίες χτίστηκαν κατά τη διάρκεια 364 ετών, αφού κάθε 52 χρόνια, που ολοκληρωνόταν ένας ημερολογιακός κύκλος, κατασκευαζόταν κι ένα νέο κτίριο. Αποτελείται από 9 «ορόφους» με διαφορετικά ονόματα, που ο καθένας αντιστοιχεί σε μία διαφορετική ημερολογιακή περίοδο:
κ’ιν (k’in) = 1 ημέρα,
ουινάλ (winal) = 1 μήνας των 20 ημερών κιν (k’in),
τουν (tun) ή χάαμπ (jaab) = 1 έτος των 360 ημερών,
κ’ατούν (k’atun) = 20 τουν = 7.200 ημέρες,
μπακ’τούν (bak’tun) = 20 κ’ατούν = 144.000 ημέρες,
πικτούν (piktun) = 20 μπακ’τούν = 2.880.000 ημέρες,
καλαμπτούν (kalabtun) = 20 πικτούν = 57.600.000 ημέρες,
κινχιλτούν (kinjiltun) = 20 καλαμπτούν = 1.152.000.000 ημέρες,
αλαουτούν (alawtun) = 20 κινχιλτούν = 23.040.000.000 ημέρες = 63.123.287 χρόνια των 365 ημερών
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η χρονολόγηση γινόταν ως εξής: 5.10.4.3.9 = 5 μπακ’τούν, 10 κ’ατούν, 4 τουν, 3 ουινάλ και 9 κιν από τη Δημιουργία του Κόσμου των Μάγια, δηλ. από τις 13 Αυγούστου του έτους 3.114 π.Χ. Επομένως, οι τρεις τελευταίες περίοδοι αντιστοιχούν σ’ ένα πολύ μακρινό μέλλον.
Ο κάθε ένας από τους 9 ορόφους της πυραμίδας είναι χωρισμένος σε 2 επίπεδα, συμβολίζοντας έτσι τους 18 μήνες των 20 ημερών του κοίλου έτους. Στις τέσσερις πλευρές της πυραμίδας υψώνονται 91 σκαλοπάτια, που στο άθροισμά τους δίνουν τον αριθμό 364· ο ναός στην κορυφή συμβολίζει την 365η ημέρα του έτους. Μέσα σ’ αυτόν το ναό υπάρχει το είδωλο από νεφρίτη του θεού ιαγουάρου, που στη γλώσσα Μάγια-yucateca λέγεται μπ’αλάμ (b’alam), όπως και τα ιερά βιβλία αυτού του πολιτισμού: το τσιλάμ μπ’αλάμ (chilam b’alam) του Τσουμαγιέλ (Chumayel), του Τισιμίν (Tizimín), του Μανί (Maní), κλπ...
[xix] Αυτή η πρόοδος οφείλεται –σε μεγάλο μέρος- στη ρωσικής καταγωγής αρχιτέκτονα Tatiana Avenirovna Proskouriakoff (Татьяна Авенировна Проскурякова, Ρωσία, 1909 – Η.Π.Α., 1985) [Τατιάνα Αβινίραβνα Πρασκουριακόβα], η οποία κατόρθωσε να αποκρυπτογραφήσει τα ιδεογράμματα των Μάγια. Πρωιμότερες προσπάθειες είχαν γίνει από τον Yuri Valentinovich Knorozov (Юрий Валентинович Кнорозов, Ρωσία, 1922-1999) [Γιούρι Βαλιντίναβιτς Κνόραζοφ], ο οποίος στα 1952 απεφάνθη ότι το επωνομαζόμενο «αλφάβητο», που είχε καταγράψει ο Ισπανός Επίσκοπος Diego de Landa (Διέγο Δε Λάντα) τo 16o αι., ήταν μάλλον συλλαβικό, παρά φωνητικό.
[xx] Οι Μάγια και οι Αζτέκοι κατασκεύαζαν ένα είδος χαρτιού από επεξεργασμένο φλοιό δέντρου. Τρεις τέτοιοι «κώδικες, codex, códices» -όπως τους ονομάζουν οι αρχαιολόγοι- διατηρούνται σήμερα στα μουσεία της Δρέσδης (Γερμανία), του Παρισιού και της Μαδρίτης. Στον πρώτο, αναφέρεται ο ημερολογιακός κύκλος του πλανήτη Αφροδίτη, με μεγάλη ακρίβεια.
[xxi] Τα ιερογλυφικά (λογογράμματα) των Μάγια διαβάζονται σε διπλές στήλες, από τα αριστερά προς τα δεξιά και από την κορυφή προς τη βάση:
Πρόκειται για έναν μεγάλο αριθμό λεξιγραφημάτων, δηλ. σημείων που αντιπροσωπεύουν τμήματα λέξεων, συλλαβές (μορφήματα) ή –λιγότερο συχνά- ολόκληρες λέξεις, μαζί με φωνητικά ή/και σημειολογικά, δηλ. νοηματικά σημεία:
Κάθε συλλαβή μπορούσε να έχει διάφορες προφορές και έννοιες. Έτσι, όπως και στη σύγχρονη Κινεζική και Ιαπωνική γλώσσα, είναι απαραίτητη η απομνημόνευση ενός τεράστιου αριθμού ιδεογραμμάτων, ενώ θεωρείται ευκολότερη η αναγνώρισή τους από τον αναγνώστη, παρά η αναπαραγωγή τους από το γραφέα. Γι' αυτόν, αλλά και γι άλλους λόγους, η γραφή ήταν προνόμιο της ιερατικής και της βασιλικής κάστας των Μάγια.
Στην επόμενη εικόνα βλέπουμε τη διαδικασία αποκρυπτογράφησης ενός αναθηματικού κειμένου που βρίσκεται σε ξύλινο κιβώτιο προσφορών του Αχ Κ’ας Μπ’αλάμ (Aj K'ax B'alam) στο Τορτουγέρο (Tortuguero) του Μεξικού, το οποίο μελέτησε ο αρχαιολόγος Μαρκ Ζέντερ (Marc Zender), του Παν/μίου του Κάλγκαρυ (Department of Archaeology, University of Calgary):
ΔΕΞΙΑ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΣΚΕΥΟΥΣ
ΣΤΗΛΗ:
IK'-MUY-yi Ik' Muyi[l]
k'a-b'a-ILyetk'ab'a'il-Ø
"(ο οποίος είναι) συνονόματος του"
u-MAM umam
"παππού του"
ta-AJAW-leta-ajawle[l]
"στην εξουσία"
a-LAY?
-ya alay?
"τότε"
CHUM-mu-wa-ni
chum-waan-Ø
"αυτός επιβαίνει "
ta-?
ta ?
"σε ;- πλοίο"
ΓΡΑΜΜΗ 2
ye-te
I-HAAB'-ya juunhaab'iiy
"είχε περάσει [περίπου] ένας χρόνος"
CHUM-mu-wa-ni-ya
chumwaniiy-Ø
"από τότε που κάθισε"
IX-CHIJ b'aluunchihj "(την) 9 Μάνικ’"
V-WI'-K'AN-JAL-b'uho'-wi'-k'anjalaab'
"15 Ποπ"
AJ-k'a-xa
B'ALAM
Aj K'ax B'ahlam
"Αχ Κ’ας Μπ’αλάμ.
Ολόκληρο το κείμενο βρίσκεται στις έξι (6) πλευρές αυτού του «κύβου», και αναφέρει τα εξής:
«Αυτή είναι η εικόνα του Αχ Κ’ας Μπ’αλάμ, του (;), κατά την πράξη της (;). Η πέτρα τυλίγεται δύο ημέρες μετά την 6 Ετσνάμπ (Etznab) 11 [Τ]σέκ[ος] ([T]zek[os]), την 8 Αχάου (Ahau) 13 [Τ]σέκ[ος]. Ο Μπ’αλάμ Αχάου (B’alamAhau), ο θεϊκός Κύριος της περιοχής (του Τορτουγέρο), δεν παραβρέθηκε στο (τύλιγμα της πέτρας = ενταφιασμό στην πέτρινη σαρκοφάγο). Την 8 Κάουακ (Kawak) 12 Γιας Κιν (YaxK’in), είχαν παρέλθει 2 μήνες από τότε που ο Μπ’αλάμ Αχάου είχε ενταφιαστεί, όταν ο Ικ’ Μουγίλ Μοουάν (Ik’ MuyilMuwan) ο Δεύτερος, συνονόματος του παππού του, ενθρονίστηκε στην εξουσία. Την 9 Μάνικ’ (Manich’) 15 Ποπ (Pop), είχε παρέλθει σχεδόν ένα έτος από τότε που (ο Ικ’ Μουγίλ Μοουάν ΙΙ) ενθρονίστηκε στην εξουσία, όταν ο Αχ Κ’ας Μπ’αλάμ κάθισε σε (;)-πλοίο. Είχαν παρέλθει 5 ημέρες, 11 μήνες και 1 έτος από τότε που κάθησε σε (;)-πλοίο, όταν το αναθηματικό κιβώτιο του Αχ Κ’ας Μπ’αλάμ φιλοτεχνήθηκε.»
Οι υπογραμμισμένες φράσεις αντιστοιχούν στα λογογράμματα αυτής της εικόνας, και διαβάζονται ως εξής: … (I1)-J1, (I2)-J2, K1-L1, K2-L2, M1-N1, M2-N2, O1-P1, O2-P2, …
Κι άλλοι ιθαγενείς λαοί της Αμερικής είχαν αναπτύξει συστήματα γραφής, όμως αυτά δεν έχουν ακόμη αποκρυπτογραφηθεί. Έτσι, οι αρχαιολόγοι διακρίνουν –αυθαίρετα- αυτούς τους πολιτισμούς ως «προϊστορικούς», χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι εκείνοι δεν γνώριζαν την ιστορία τους. Ίσως, βέβαια, οι αναφορές τους να περιορίζονται σε «πρωτοϊστορικές» καταγραφές του ανθρώπινου δυναμικού και των φυσικών του πόρων ή των προϊόντων του. Η σύγχρονη ορθογραφία της γλώσσας των Μάγια διαφοροποιείται ανάλογα με τις περιοχές και τις διαλέκτους.
Ο λαός των Μάγια (maya), που σήμερα αριθμεί 6.000.000 άτομα, αποτελεί τον υπέρτατο εκπρόσωπο των υψηλών πολιτισμών της Μέσης Αμερικής –μίας περιοχής που εκτείνεται από το κεντρικό Μεξικό, μέχρι τη βόρεια Κόστα Ρίκα[i]-, στην οποία οι Μάγια, τοποθετούνται μεταξύ του πορθμού του Τεγουαντεπέκ (Tehuantepec)[ii] –στο νότιο Μεξικό-, μέχρι τη βόρεια Ονδούρα[iii]. Το Μαγιάμπ ή Μαγια’έτικ (Mayab, Maya’etik) –«η χώρα των Μάγια»- έχει αντίστοιχα δύο φυσικά περιβάλλοντα: τις (ασβεστολιθικές) πεδινές εκτάσεις του Γιουκατάν (Yucatán) –της «χώρας της γαλοπούλας[iv] και του ελαφιού[v]»- με τα πολυάριθμα πηγάδια τζόνοτ (dzonot)[vi] -στο νότιο Μεξικό- και τα (ηφαιστειογενή) υψίπεδα του Κουτσουματάν (Cuchumatán)[vii] –το «βασίλειο του Κάτω Κόσμου»-, στη βόρεια Γουατεμάλα, όπου γράφτηκε το Πόπολ Βουχ.
Η ιστορία τους χωρίζεται σε εννέα περιόδους: την αρχαϊκή (3.000 – 1.800 π.Χ.), την πρώιμη προκλασική (1.800 – 1.000 π.Χ.), τη μέση προκλασική (1.000 – 300 π.Χ.), την ύστερη προκλασική (300 π.Χ. – 250 μ.Χ.), την πρώιμη κλασική (250 – 600 μ.Χ.), την ύστερη κλασική (600 – 800 μ.Χ.), την τελική κλασική (800 – 925 μ.Χ.), την πρώιμη μετακλασική (925 – 1.200 μ.Χ.) και την ύστερη μετακλασική (1200 – 1530 μ.Χ.)[viii]. Κατά την πρώτη περίοδο, εμφανίζονται οι ομάδες κυνηγών, αλιέων και τροφοσυλλεκτών, ενώ η απαρχές της ζωής σε χωριά, η κοινωνική διαστρωμάτωση και οι τέχνες, όπως η αγγειοπλαστική και η γλυπτική ειδωλίων ξεκινούν στη δεύτερη. Τότε λαμβάνουν και τις επιρροές των Ολμέκων (olmecas)[ix] –του «μητρικού» πολιτισμού της Μέσης Αμερικής, ο οποίος βάσιζε την οικονομία του στο ελαστικό κόμμι (καουτσούκ, ακόρεστος υδρογονάνθρακας, πολυμερές του ισοπρενίου, γαλάκτωμα latex). Οι Μάγια των πεδινών εκτάσεων του Γιουκατάν αρχίζουν ν’ αναπτύσσονται στην τρίτη περίοδο, και στην τέταρτη -την ύστερη προκλασική-, εμφανίζεται η πρώτη χρονολογημένη στήλη στο Τικάλ (Tikal)[x] της βορειοανατολικής Γουατεμάλας. Τότε επιτελείται και η μαζική οικοδόμηση των πυραμίδων, ενώ αναπτύσσεται η ιερογλυφική γραφή και το ημερολόγιο. Ένας άλλος σημαντικός πολιτισμός, εκείνος του Τεοτιγουακάν (Teotihuacán)[xi], επιρρέασε τους Μάγια κατά την πέμπτη περίοδό τους. Το βασίλειο του Πακάλ (Pakal)[xii], στο Παλένκε (Palenque)[xiii] του νοτιοανατολικού Μεξικού, σηματοδοτεί το απόγειο αυτού του πολιτισμού, ενώ οι Τολτέκοι (toltecas)[xiv] φτάνουν στο Γιουκατάν όταν ο κλασικός πολιτισμός των Μάγια καταρρέει, γύρω στο έτος 900 μ.Χ. Τότε ιδρύεται το βασίλειο του Πετέν (Ιτσά) [Petén (Itzá)] στη βορειοανατολική Γουατεμάλα, και δημιουργούνται οι θαυμάσιες τοιχογραφίες του Μποναμπάκ (Bonampak)[xv] στο νότιο Μεξικό. Αυτή η εισβολή συσχετίζεται με τη μυθική ηγεσία του Φτερωτού Φιδιού Κουκουλκ’άν (Kukulk’an). Την πέμπτη και τελευταία περίοδο, από το 1.200, έως και την άφιξη των Ισπανών κατακτητών το 1530, ιδρύονται πόλεις-κράτη στα υψίπεδα της Γουατεμάλας, όπως εκείνα των Κακτσικέλ (Kaqchiquel) και των εχθρών τους των Κ’ιτσέ (K’iché) –οι οποίοι συγκέντρωσαν όλη την προφορική παράδοση των χιλιετηρίδων, και την κατέγραψαν στην ιερή τους «Βίβλο», το Πόπολ Βουχ (Pópol Wuj).
Μία άλλη σημαίνουσα προσωπικότητα της ημι-μυθικής κοινωνίας των Μάγια ήταν ο Αχ-Κακάου (Aj-Kakaw) -ο βασιλιάς και κύριος του κακάο. Είναι, επομένως κατανοητό ότι αυτός ο αστικός πολιτισμός βάσιζε την οικονομία του στην αγροκαλλιέργεια. Το καλαμπόκι, που καλλιεργούν μέχρι και σήμερα στις μίλπας (milpas), θεωρείται μία από τις πολιτισμικές/θεϊκές υπερτροφές των μεσοαμερικανών ιθαγενών. Η αρχαία πεντάδα του καλαμποκιού, του κακάο[xvi], του κουκιού, της καυτερής πιπεριάς[xvii] και της κολοκύθας, αποτελούσαν τις επί μέρους κουλτούρες, που –σαν παζλ- σχημάτιζαν τον πολύχρωμο χάρτη του πολιτισμού των Μάγια.
Στην αρχιτεκτονική, οι Μάγια διακρίθηκαν στην κατασκευή πυραμίδων[xviii], τις οποίες διακοσμούσαν με ανάγλυφα στιλιζαρισμένα ιδεογράμματα. Είναι, επίσης, εκπληκτικές οι τοιχογραφίες στο Μποναμπάκ του νότιου Μεξικού. Πανέμορφα είναι και τα κοσμήματα από πράσινο νεφρίτη και ιαδεΐτη (jade), ο οποίος ήταν πολύτιμος σ’ εκείνη την κοινωνία. Είναι, όμως, μύθος το ότι είχαν ολόκληρες χρυσές πόλεις. Αντίθετα, το χρυσάφι το εισήγαγαν από άλλους ιθαγενείς λαούς της Αμερικανικής ηπείρου. Ίσως πρόκειται λοιπόν, για έναν μύθο που επιβίωσε από την εποχή των Ισπανών κατακτητών του 16ου αι., οι οποίοι αναζητούσαν το Ελ Δοράδο (El Dorado), τη «Χρυσή Πολιτεία της Ζούγκλας».
Εκτός όμως από τις τέχνες, ανέπτυξαν και τις επιστήμες, για τη μελέτη των οποίων, δημιούργησαν και μία «ιερογλυφική» γραφή με λογογράμματα, δηλαδή «εικόνες-κείμενα». Σημαντική πρόοδος της αρχαιολογίας, και συγκεκριμένα της επιγραφικής, μας επιτρέπει σήμερα να διαβάσουμε περίπου το 85% του συνόλου των κειμένων που διασώθηκαν χαραγμένα στα ιερατικά και ανακτορικά κτίρια.[xix] Αυτό σημαίνει ότι οι Μάγια είναι ο μοναδικός ιστορικός πολιτισμός του Νέου Κόσμου: οι γραπτές μαρτυρίες[xx] ανάγονται στον 3ο αι. μ.Χ.[xxi] Έτσι, η ιστορία αυτού του γοητευτικού λαού είναι χαραγμένη πάνω στα μνημεία του.
Οι Μάγια χρησιμοποιούσαν τρία αριθμητικά σύμβολα: την κουκίδα για το ένα, τη γραμμή για το πέντε κι ένα στιλιζαρισμένο όστρακο για το μηδέν. Το μαθηματικό τους σύστημα ήταν εικοσαδικό. Η γνώση της έννοιας του μηδέν σηματοδοτεί το υψηλό επιστημονικό πνεύμα αυτού του πολιτισμού.
[1] Αυτά τα στοιχεία έχουν δημοσιευτεί στο βιβλίο του γράφοντος, με τίτλο: 2012 Έρχεται το τέλος;, Εκδ. Περίπλους, Αθήνα 2010.
[i] Κόστα Ρίκα (Costa Rica): η μικρή δημοκρατική «Ελβετία» της Κεντρικής Αμερικής χωρίς στρατό, η πλούσια ακτή, όπου ο Χ. Κολόμβος συνάντησε τις γυμνές ιθαγενείς με τα χρυσά κοσμήματα, έχει τη μισή έκταση και πληθυσμό από ότι η Ελλάδα, όμως διαθέτει πολύ περισσότερους από τριάντα εθνικούς δρυμούς με αξιοθαύμαστη οργάνωση.
[ii] Tehuantepec (Τεγουαντεπέκ): Ισθμός πλάτους 200 χμ, στο μεξικανικό νότο.
[iii] Ονδούρα (Honduras). Η Δημοκρατία της μπανάνας τσικίτα (chiquita) –ή… μπανανία- της Κεντρικής Αμερικής.
[iv] Ο Ισπανός καθολικός μοναχός του τάγματος των Δομινικανών Μπαρτολομέ Δε Λας Κάσας (Bartolomé de las Casas) (Ισπανία, 1474 [ή ’84?]-1566), ο οποίος ήταν επίσης θεολόγος και Επίσκοπος του Τσιάπας (Chiapas) –στο νότιο Μεξικό- αλλά κυρίως χρονικογράφος της κατάκτησης της Αμερικής από τους Ισπανούς, ανέφερε ότι κότες δεν υπήρχαν στην Κεντρική Αμερική, παρά μόνο γαλοπούλες, με τα φτερά των οποίων οι ιθαγενείς έφτιαχναν βεντάλιες.
Σε επιστολή του στον Αυτοκράτορα Κάρολο της Ισπανίας (Carlos V de los Habsburgos), καταφέρεται ενάντια στο ρατσισμό που στηρίζει την αποικιοκρατία, λέγοντας εν ολίγοις ότι «…δεν γνωρίζει εάν οι ινδιάνες είναι πλάσματα του Θεού, εφ όσον δεν τις αναφέρει η Βίβλος, όμως είναι σίγουρος ότι οι Ισπανοί κοιμούνται μαζί τους και τεκνοποιούν…»
[v] Άλογα δεν υπήρχαν στην προκολομβιανή Μέση Αμερική. Λέγεται, μάλιστα, ότι όταν οι ιθαγενείς είδαν για πρώτη φορά τους Ισπανούς κατακτητές καβάλα στ’ άλογά τους, νόμιζαν ότι επρόκειτο για… ένα ενιαίο ζώο (!) Αργότερα ονόμασαν το νεόφερτο σ’ αυτούς άλογο, mázatl, δηλ. «ελάφι χωρίς κέρατα». Από αυτό προέρχεται το τοπωνύμιο Mazatlán (Μασατλάν), στο δυτικό Μεξικό.
[vi] Cenote (σενότε) είναι η ισπανική παραφθορά της λέξης ιθαγενούς dzonot (τζόνοτ) που σημαίνει: φυσικό, ασβεστολιθικό «πηγάδι» -λάκκωμα μεγάλων διαστάσεων μέσα στη σαβάνα, που δημιουργήθηκε από την κατάρρευση υπόγειων σπηλαίων.
[vii] Κουτσουματάν (Cuchumatán): Η ψηλότερη οροσειρά της Κεντρικής Αμερικής, στη δυτική Γουατεμάλα, φτάνει σε ύψος 3.800 μέτρων.
[viii] Coe, Michael D.: The Μaya, Thames and Hudson Ltd., London, 1966.
[ix] Olmecas (Ολμέκοι): Προκολομβιανός πολιτισμός της Μέσης Αμερικής, στην περιοχή της Βερακρούς (Veracruz) του ανατολικού Μεξικού, ο οποίος άνθισε από το 1.200 έως το 600 π.Χ. Το πραγματικό όνομά τους μας είναι άγνωστο· η λέξη ουλμέκατλ (ullmékaλ) [το ελληνικό γράμμα λ προφέρεται στην αζτεκική γλωσσολογία ως tl], στη γλώσσα νάουατλ (náhuatl) των μεταγενέστερων Αζτέκων, σημαίνει «λαός του καουτσούκ», επειδή αυτό ήταν το κύριο προϊόν της γης τους. Στις καλές τέχνες ασχολήθηκαν με την κατασκευή τεράστιων μονολιθικών αγαλμάτων (κεφαλών), που αναπαριστούν ηγεμόνες (;) με χαρακτηριστικά αιλουροειδούς. Διέθεταν σύστημα γραφής, το οποίο ακόμη δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί. Είχαν επίσης γνώση του ημερολογίου. Από όλους τους ιθαγενείς πολιτισμούς που αναφέρονται σε αυτό το βιβλίο, οι Ολμέκοι είναι οι μόνοι που έχουν πλέον εξαφανιστεί.
Το ιερό παιχνίδι της μπάλας, που αναφέρεται στο Πόπολ Βουχ –τη Βίβλο των Μάγια- ανάγεται, ίσως, σ’ εκείνην τη μακρινή (προ)ιστορική περίοδο.
[x] Τικάλ (Tical). Πυραμίδες ύψους σαράντα πέντε μέτρων προεξέχουν από τη μυστηριώδη ομίχλη του τροπικού δάσους της βροχής στο Ελ Πετέν (El Petén Itzá), ενώ οι πίθηκοι –απόγονοι των Δίδυμων Ηρώων του Πόπολ Βουχ- κρέμονται με την ουρά τους από τα πανύψηλα δέντρα και καγχάζουν. Πολλά μέτρα κάτω, οι βάτραχοι –σαν τον Ταμασούλ (Tamasul), δηλώνουν με το αντιστικτικό κρώξιμό τους το σημείο όπου αρχίζει η γη.
[xi] Teotihuacán (Τεοτιγουακάν): Προκολομβιανός πολιτισμός της Μέσης Αμερικής, στην περιοχή του Ανάουακ (Anahuac) του κεντρικού Μεξικού, ο οποίος άνθισε από το 300 έως το 700 μ.Χ. Το πραγματικό όνομά τους μας είναι άγνωστο· η λέξη téoλ, στη γλώσσα νάουατλ (náhuatl) των μεταγενέστερων Αζτέκων, σημαίνει «θεός από πέτρα», και huaca είναι η κοιλάδα. Καλλιεργούσαν τη γη τους με το σύστημα της τσινάμπα (chinampa), κατασκεύαζαν, δηλ. πλωτούς κήπους μέσα στα κανάλια της λίμνης Τεσκόκο (Texcoco), σαν αυτούς που μπορούμε να επισκεφτούμε σήμερα στο Σοτσιμίλκο (Xochimilco), στον «Κάμπο των Λουλουδιών» -όπως το ονόμαζαν οι Αζτέκοι- κοντά στη σύγχρονη μεξικανική πρωτεύουσα. Στην αρχιτεκτονική ασχολήθηκαν με την κατασκευή πυραμίδων, διακοσμημένων με ανάγλυφες παραστάσεις. Διακρίθηκαν επίσης στην κεραμική τέχνη. Διέθεταν σύστημα γραφής, το οποίο ακόμη δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί. Είχαν επίσης γνώση του ημερολογίου.
[xii] Pakal (Πακάλ): Βασιλιάς του Palenque (Παλένκε), στο νοτιοανατολικό Μεξικό, κατά το έτος 615 μ.Χ.
[xiii] Palenque (Παλένκε): Αρχαιολογικός χώρος στο νοτιοανατολικό Μεξικό. Από τα πεντακόσια κτίρια αυτής της πόλης, έχουν ανασκαφεί μόνο τα τριάντα τέσσερα, τα οποία, στην αρχαιότητα ήταν βαμμένα με πορφύρα. Τα πάντα εδώ κατασκευάστηκαν χωρίς μεταλλικά εργαλεία, χωρίς ζώα για τις μεταφορές και χωρίς τη χρήση του τροχού.
Αυτό είναι, ίσως, μία ένδειξη του γεγονότος ότι οι πολιτισμοί φτάνουν σε υψηλά σημεία ακολουθώντας διαφορετικούς δρόμους· έτσι, δεν μπορούμε να κρίνουμε έναν λαό ως «πιο πολιτισμένο» από κάποιον άλλον, μόνο επειδή είχε εφεύρει τον τροχό.
[xiv] Toltecas (Τολτέκοι): Προκολομβιανός πολιτισμός της Μέσης Αμερικής, στην περιοχή του Ανάουακ (Anahuac) (Τολιάν - Tollán, Τούλα - Tula) του κεντρικού Μεξικού, ο οποίος άνθισε από το 900 έως το 1.100 μ.Χ. Στην αρχιτεκτονική ασχολήθηκαν με την κατασκευή πυραμίδων (πολλές φορές από τα κρανία των θυμάτων που θυσίαζαν στους θεούς), διακοσμημένων με ανάγλυφες παραστάσεις. Είχαν επίσης γνώση του ημερολογίου.
[xv] Το Bonampak (Μποναμπάκ) βρίσκεται στο μεξικανικό νότο και είναι φημισμένο για τις τοιχογραφίες των αρχαίων ναών του σε ένα ιδιαίτερο ανοιχτό πετρόλ ή σκούρο γαλαζοπράσινο χρώμα, συνδυασμένο με ένα σκούρο κεραμιδί και με ώχρα.
Ο αρχαιολογικός χώρος ανακαλύφθηκε συμπτωματικά και με περιπετειώδη τρόπο: στα 1946, ο Τσαρλς Φρέυ (Charles Frey), ένας αντιρρησίας συνείδησης που είχε διαφύγει από το στράτευμα, χάθηκε μέσα στη ζούγκλα των Μάγια-Λακανντόν (Lacandón). Εκεί, τον «υιοθέτησαν» οι ιθαγενείς, και του αποκάλυψαν τον ιερό τους χώρο μέσα στο δάσος. Εκείνος, τότε, ειδοποίησε τις μεξικανικές αρχές κι έτσι ξεκίνησαν οι ανασκαφές. Ο Φρέυ πνίγηκε το 1949, όταν προσπάθησε να σώσει έναν αρχαιολόγο που είχε πέσει στον ποταμό Ουσουμασίντα (Usumacinta).
[xvi] Οι σπόροι του κακάο χρησίμευαν και ως νομισματικές μονάδες. Οι Μάγια θεωρούσαν ότι το ρόφημα του κακάο προκαλούσε αφροδισιακή «μέθη», και επέτρεπαν να το πίνουν μόνο τα μέλη της ιερατικής κάστας, στην περιορισμένη ποσότητα των τριών «κυπέλλων» από μικρή νεροκολοκύθα (huacal) σε κάθε τελετουργία.
Η αρχαία συνταγή για την παρασκευή αυτού του μαγικού ελιξιρίου του έρωτα, είναι η εξής: Σε ένα πήλινο σκεύος βράζουμε σε νερό ποταμού τη σκόνη του κακάο με λίγες μικρές καυτερές πιπεριές mexibel (χωρίς ζάχαρη). Όταν βράσει, το βγάζουμε από τη φωτιά, αφαιρούμε τις πιπεριές και το αρωματίζουμε με σκόνη βανίλιας και κανέλλα. Προσθέτουμε χοντροαλεσμένους σπόρους καβουρδισμένου καλαμποκιού και το προσφέρουμε ζεστό. [Οι Αζτέκοι, αντί για καλαμπόκι, πρόσθεταν αποξηραμένα μυρμήγκια χουμίλ (jumil, xotlinilli,pentatomidae, edessa mexicana).
[xvii] Στο Μεξικό υπάρχουν 150 είδη πιπεριάς.
Όταν ο Χριστόφορος Κολόμβος σάλπαρε για τις Ινδίες, είχε στο νου του να φέρει πίσω στην Ευρώπη μπαχαρικά και μαύρο πιπέρι, που τότε είχε μεγάλη εμπορική ζήτηση στις αυλές των ευγενών. Στο Νέο Κόσμο, όμως, πρωτοείδε την καυτερή πιπεριά, που οι Αζτέκοι ονομάζουν τσίλε [chil(e)] και οι Χιλιανοί αχί (ají) –για να μην τη συγχέουν με το όνομα της πατρίδας τους! Εδώ και 7.500 χρόνια, οι ινδιάνοι πιστεύουν ότι η πιπεριά βοηθά στην αποφυγή της γήρανσης του δέρματος, ενώ σήμερα υπολογίζουμε την καυστικότητα των 150 ειδών πιπεριάς σύμφωνα με την κλίμακα του Scoville, η οποία θέτει πρώτο το habanero με 300.000 βαθμούς και τελευταία την ποικιλία mexibel με μόλις 100 βαθμούς. Αυτό οφείλεται στην καψαϊκίνη (capsicum), ένα αλκαλοειδές, του οποίου ο χημικός τύπος είναι ο εξής:
(Στοιχεία από: 6-μηνο σεμινάριο Λατινοαμερικανικού πολιτισμού, Όμιλος Unesco Νομού Πειραιώς και Νήσων & Εκπολιτιστικός Σύνδεσμος Λατινοαμερικανών & Ισπανών Ελλάδας ASCLAYE, Ηλίας Ταμπουράκης, 2004-5).
[xviii] Οι πυραμίδες, ναοί της Μέσης Αμερικής, συμβολίζουν τα ιερά βουνά. Η Πυραμίδα-ημερολόγιο στον αρχαιολογικό χώρο Τσιτσέν Ιτσά (Chichén Itzá), στο Γιουκατάν (Yucatán) του νότιου Μεξικού, που χρονολογείται από την κλασική περίοδο (550-900 μ.Χ)., την οποία οι Ισπανοί Κατακτητές ονόμασαν Ελ Καστίγιο (El Castillo) = Το Κάστρο, χτίστηκε το έτος 800 μ.Χ. (πριν την εισβολή των Τολτέκων) και φτάνει σε ύψος 25 μέτρων. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για 7 αλληλοεπικαλυπτόμενες πυραμίδες, οι οποίες χτίστηκαν κατά τη διάρκεια 364 ετών, αφού κάθε 52 χρόνια, που ολοκληρωνόταν ένας ημερολογιακός κύκλος, κατασκευαζόταν κι ένα νέο κτίριο. Αποτελείται από 9 «ορόφους» με διαφορετικά ονόματα, που ο καθένας αντιστοιχεί σε μία διαφορετική ημερολογιακή περίοδο:
κ’ιν (k’in) = 1 ημέρα,
ουινάλ (winal) = 1 μήνας των 20 ημερών κιν (k’in),
τουν (tun) ή χάαμπ (jaab) = 1 έτος των 360 ημερών,
κ’ατούν (k’atun) = 20 τουν = 7.200 ημέρες,
μπακ’τούν (bak’tun) = 20 κ’ατούν = 144.000 ημέρες,
πικτούν (piktun) = 20 μπακ’τούν = 2.880.000 ημέρες,
καλαμπτούν (kalabtun) = 20 πικτούν = 57.600.000 ημέρες,
κινχιλτούν (kinjiltun) = 20 καλαμπτούν = 1.152.000.000 ημέρες,
αλαουτούν (alawtun) = 20 κινχιλτούν = 23.040.000.000 ημέρες = 63.123.287 χρόνια των 365 ημερών
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η χρονολόγηση γινόταν ως εξής: 5.10.4.3.9 = 5 μπακ’τούν, 10 κ’ατούν, 4 τουν, 3 ουινάλ και 9 κιν από τη Δημιουργία του Κόσμου των Μάγια, δηλ. από τις 13 Αυγούστου του έτους 3.114 π.Χ. Επομένως, οι τρεις τελευταίες περίοδοι αντιστοιχούν σ’ ένα πολύ μακρινό μέλλον.
Ο κάθε ένας από τους 9 ορόφους της πυραμίδας είναι χωρισμένος σε 2 επίπεδα, συμβολίζοντας έτσι τους 18 μήνες των 20 ημερών του κοίλου έτους. Στις τέσσερις πλευρές της πυραμίδας υψώνονται 91 σκαλοπάτια, που στο άθροισμά τους δίνουν τον αριθμό 364· ο ναός στην κορυφή συμβολίζει την 365η ημέρα του έτους. Μέσα σ’ αυτόν το ναό υπάρχει το είδωλο από νεφρίτη του θεού ιαγουάρου, που στη γλώσσα Μάγια-yucateca λέγεται μπ’αλάμ (b’alam), όπως και τα ιερά βιβλία αυτού του πολιτισμού: το τσιλάμ μπ’αλάμ (chilam b’alam) του Τσουμαγιέλ (Chumayel), του Τισιμίν (Tizimín), του Μανί (Maní), κλπ...
[xix] Αυτή η πρόοδος οφείλεται –σε μεγάλο μέρος- στη ρωσικής καταγωγής αρχιτέκτονα Tatiana Avenirovna Proskouriakoff (Татьяна Авенировна Проскурякова, Ρωσία, 1909 – Η.Π.Α., 1985) [Τατιάνα Αβινίραβνα Πρασκουριακόβα], η οποία κατόρθωσε να αποκρυπτογραφήσει τα ιδεογράμματα των Μάγια. Πρωιμότερες προσπάθειες είχαν γίνει από τον Yuri Valentinovich Knorozov (Юрий Валентинович Кнорозов, Ρωσία, 1922-1999) [Γιούρι Βαλιντίναβιτς Κνόραζοφ], ο οποίος στα 1952 απεφάνθη ότι το επωνομαζόμενο «αλφάβητο», που είχε καταγράψει ο Ισπανός Επίσκοπος Diego de Landa (Διέγο Δε Λάντα) τo 16o αι., ήταν μάλλον συλλαβικό, παρά φωνητικό.
[xx] Οι Μάγια και οι Αζτέκοι κατασκεύαζαν ένα είδος χαρτιού από επεξεργασμένο φλοιό δέντρου. Τρεις τέτοιοι «κώδικες, codex, códices» -όπως τους ονομάζουν οι αρχαιολόγοι- διατηρούνται σήμερα στα μουσεία της Δρέσδης (Γερμανία), του Παρισιού και της Μαδρίτης. Στον πρώτο, αναφέρεται ο ημερολογιακός κύκλος του πλανήτη Αφροδίτη, με μεγάλη ακρίβεια.
[xxi] Τα ιερογλυφικά (λογογράμματα) των Μάγια διαβάζονται σε διπλές στήλες, από τα αριστερά προς τα δεξιά και από την κορυφή προς τη βάση:
Πρόκειται για έναν μεγάλο αριθμό λεξιγραφημάτων, δηλ. σημείων που αντιπροσωπεύουν τμήματα λέξεων, συλλαβές (μορφήματα) ή –λιγότερο συχνά- ολόκληρες λέξεις, μαζί με φωνητικά ή/και σημειολογικά, δηλ. νοηματικά σημεία:
Κάθε συλλαβή μπορούσε να έχει διάφορες προφορές και έννοιες. Έτσι, όπως και στη σύγχρονη Κινεζική και Ιαπωνική γλώσσα, είναι απαραίτητη η απομνημόνευση ενός τεράστιου αριθμού ιδεογραμμάτων, ενώ θεωρείται ευκολότερη η αναγνώρισή τους από τον αναγνώστη, παρά η αναπαραγωγή τους από το γραφέα. Γι' αυτόν, αλλά και γι άλλους λόγους, η γραφή ήταν προνόμιο της ιερατικής και της βασιλικής κάστας των Μάγια.
Στην επόμενη εικόνα βλέπουμε τη διαδικασία αποκρυπτογράφησης ενός αναθηματικού κειμένου που βρίσκεται σε ξύλινο κιβώτιο προσφορών του Αχ Κ’ας Μπ’αλάμ (Aj K'ax B'alam) στο Τορτουγέρο (Tortuguero) του Μεξικού, το οποίο μελέτησε ο αρχαιολόγος Μαρκ Ζέντερ (Marc Zender), του Παν/μίου του Κάλγκαρυ (Department of Archaeology, University of Calgary):
ΔΕΞΙΑ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΣΚΕΥΟΥΣ
ΣΤΗΛΗ:
IK'-MUY-yi Ik' Muyi[l]
k'a-b'a-ILyetk'ab'a'il-Ø
"(ο οποίος είναι) συνονόματος του"
u-MAM umam
"παππού του"
ta-AJAW-leta-ajawle[l]
"στην εξουσία"
a-LAY?
-ya alay?
"τότε"
CHUM-mu-wa-ni
chum-waan-Ø
"αυτός επιβαίνει "
ta-?
ta ?
"σε ;- πλοίο"
ΓΡΑΜΜΗ 2
ye-te
I-HAAB'-ya juunhaab'iiy
"είχε περάσει [περίπου] ένας χρόνος"
CHUM-mu-wa-ni-ya
chumwaniiy-Ø
"από τότε που κάθισε"
IX-CHIJ b'aluunchihj "(την) 9 Μάνικ’"
V-WI'-K'AN-JAL-b'uho'-wi'-k'anjalaab'
"15 Ποπ"
AJ-k'a-xa
B'ALAM
Aj K'ax B'ahlam
"Αχ Κ’ας Μπ’αλάμ.
Ολόκληρο το κείμενο βρίσκεται στις έξι (6) πλευρές αυτού του «κύβου», και αναφέρει τα εξής:
«Αυτή είναι η εικόνα του Αχ Κ’ας Μπ’αλάμ, του (;), κατά την πράξη της (;). Η πέτρα τυλίγεται δύο ημέρες μετά την 6 Ετσνάμπ (Etznab) 11 [Τ]σέκ[ος] ([T]zek[os]), την 8 Αχάου (Ahau) 13 [Τ]σέκ[ος]. Ο Μπ’αλάμ Αχάου (B’alamAhau), ο θεϊκός Κύριος της περιοχής (του Τορτουγέρο), δεν παραβρέθηκε στο (τύλιγμα της πέτρας = ενταφιασμό στην πέτρινη σαρκοφάγο). Την 8 Κάουακ (Kawak) 12 Γιας Κιν (YaxK’in), είχαν παρέλθει 2 μήνες από τότε που ο Μπ’αλάμ Αχάου είχε ενταφιαστεί, όταν ο Ικ’ Μουγίλ Μοουάν (Ik’ MuyilMuwan) ο Δεύτερος, συνονόματος του παππού του, ενθρονίστηκε στην εξουσία. Την 9 Μάνικ’ (Manich’) 15 Ποπ (Pop), είχε παρέλθει σχεδόν ένα έτος από τότε που (ο Ικ’ Μουγίλ Μοουάν ΙΙ) ενθρονίστηκε στην εξουσία, όταν ο Αχ Κ’ας Μπ’αλάμ κάθισε σε (;)-πλοίο. Είχαν παρέλθει 5 ημέρες, 11 μήνες και 1 έτος από τότε που κάθησε σε (;)-πλοίο, όταν το αναθηματικό κιβώτιο του Αχ Κ’ας Μπ’αλάμ φιλοτεχνήθηκε.»
Οι υπογραμμισμένες φράσεις αντιστοιχούν στα λογογράμματα αυτής της εικόνας, και διαβάζονται ως εξής: … (I1)-J1, (I2)-J2, K1-L1, K2-L2, M1-N1, M2-N2, O1-P1, O2-P2, …
Κι άλλοι ιθαγενείς λαοί της Αμερικής είχαν αναπτύξει συστήματα γραφής, όμως αυτά δεν έχουν ακόμη αποκρυπτογραφηθεί. Έτσι, οι αρχαιολόγοι διακρίνουν –αυθαίρετα- αυτούς τους πολιτισμούς ως «προϊστορικούς», χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι εκείνοι δεν γνώριζαν την ιστορία τους. Ίσως, βέβαια, οι αναφορές τους να περιορίζονται σε «πρωτοϊστορικές» καταγραφές του ανθρώπινου δυναμικού και των φυσικών του πόρων ή των προϊόντων του. Η σύγχρονη ορθογραφία της γλώσσας των Μάγια διαφοροποιείται ανάλογα με τις περιοχές και τις διαλέκτους.