Ετήσιο Σεμινάριο Λατινοαμερικανικού πολιτισμού του Ηλία Ταμπουράκη στον Όμιλο UNESCO Ν. Πειραιώς & Νήσων, 2004-2005.
Παραγουάη: Νιαμανντού και Νιανντέ Γιαρουί,
ο Μοναδικός και Αληθινός Πατέρας και
η Γιαγιά που Ανανεώνεται
Ο Νιαμανντού (Ñamandú) –ως Δημιουργός- ή με τη μορφή του Tupã –του Ύψιστου των θεών Μ’μπ-α Τουπί-Γουαρανί (Mb’a tupí-guaraní) στην Παραγουάη- συγκρίνεται με το Θεό της Χριστιανοσύνης, που θεωρείται Παντοδύναμος, Πανάγαθος και Φιλεύσπλαχνος. Ο Νιαμανντού είναι ο Πανάγιος Πατέρας του έθνους των Γουαρανί, κι εκπροσωπεί την ανώτατη αρετή. Με τη μορφή του Tupã κάθεται στον ξύλινο θρόνο apyká και κρατά τα σύμβολα του Ηλίου και της Σελήνης, υπονοώντας έτσι ότι τα δύο αυτά ουράνια σώματα δημιουργήθηκαν από τον ίδιο. Αναπαριστάται σαν ηλικιωμένος με μακριά, λευκή γενειάδα, η οποία συμβολίζει την πρότερη υπόστασή του από κάθε άλλο ον. Σ’ αυτό το σημείο υπάρχει ο κίνδυνος του συγκρητισμού, δηλαδή, της επιμειξίας ινδιάνικων και ευρωπαϊκών θρησκευτικών στοιχείων.
Ο ανθρωπολόγος Λεόν Κάδογαν (León Cádogan)[i], παραθέτει –για τη μελέτη της φυλής Γουαρανί- τον ακόλουθο διάλογο που είχε καταγράψει στα 1970, συνομιλώντας με τον αρχηγό Κορονίτα (Coronita) του οικισμού ΄Αο-γιού (Ao-ju), στο δάσος Τσάκο (Chaco)[ii] της Παραγουάης, γύρω από τη Μεγάλη Θεϊκή Γιαγιά του έθνους:
-Κι εκείνη τη Γιαγιά μας, όταν γέρασε, την έθαψαν;
-Δε θάφτηκε, όταν ήταν πολύ γριά, δε θάφτηκε.[1]
-Θέλω ν’ ακούσω αυτήν την ιστορία!
-Αυτή δεν την έθαψαν. Αυτή, λένε, όταν γέρασε, είχε το Νιανντέ Ρου Παΐ (ÑandeRuPa’i) σα γιο της, όμως γέννησε αυτό το παιδί χωρίς αιτία, χωρίς λόγο απέκτησε γιο στα σωθικά της. Και η Μητέρα και Γιαγιά μας, η Νιανντέ Γιαρουί (ÑandeJaryi), προσευχόταν πολύ όμορφα, και όντας πολύ γριά, περπατούσε στα τέσσερα κι ακολούθησε ένα δρόμο, κι έπειτα σηκώθηκε και πήγε, λένε, κι άφησε το δέρμα της στο δρόμο. Άφησε το δέρμα της στο δρόμο, για να επιστρέψει στην κατοικία της και γι’ αυτό τραγουδούσε: «Πώς έγινε κι έφυγε ο γιος μου;», είπε στον Πατέρα μας τον Παΐ. «Πού πήγε το παιδί μου; Έφυγε ο ο γιος μου», μονολόγησε.
Αμέσως τότε, πήρε το δρόμο της επιστροφής προς το γιο της, το Νιανντέ Ρου Παΐ. Μ’ αυτόν τον τρόπο ανανεώθηκε η Μεγάλη Γιαγιά της φυλής μας, η Νιανντέ Γιαρουί. Δεν πέθανε, δεν μπορούσε να πεθάνει, γιατί είχε μαθητεύσει με τα Καλά Πνεύματα. Επέστρεψε εκεί όπου βρισκόταν ο Πατέρας μας, εκεί όπου βρίσκεται ο Νιανντέ Ρου Παΐ. Εκεί επέστρεψε και πάλι. Εκεί πρέπει να ‘ναι ακόμα και τώρα η Αληθινή Μητέρα Μας, η Μεγάλη Μας Γιαγιά, η Νιανντέ Γιαρουί.
[1] Αυτός ο διάλογος έχει μεταφραστεί απ’ ευθείας από το ινδιάνικο κείμενο στη γλώσσα γουαρανί:
Ha’e va’e Ñande Jaryi chy, i gwaimi ete vyve pa o-je-jaty araka’e.
No je-jatyi, i gwaimi ete vyve ndo-je-jatyi.
Po va’e ña-endu, a-endu che.
Péa ndo je jatyi voi. Upéa araka’e i-gwaimi ete vyve, i memby Ñande Ru Pa’i o-gwereko i memby ramo, pero ha’e i memby rei te, o gwereko rei te i memby gwye py. O-gwereko rei ha’e, pero i memby ramo. Ha’e Ñande Chy, Ñande Jaryi araka’e o-ñembo’e porä araka’e, ha i-gwaimi ete ’i opóvo o-poñy katu oo te tape ’i rupi o-pu’ä, oo ra’e o pire o-eja tape py.
O pire o-eja tape rupi. O pire o-eja tape rupi oo jyy agwä o amba py, o pire o-eja mi araka’e tape py, há upéa re o-poraéi araka’e. Marä rami pa che memby oo? E ’i Ñande Ru Pa’i py.
Mamo rupi pa che memby oo ra’e? Oo ko che memby i-ó-ny, e’i o-jeupe, ha upéa re o-jere oo jey Ñande Ru Pa’i renda py: ha’e rami ra’e i-pyau jey, no-manói, i-pyau jey te.
Ñande Jaryi i mitä jewy te, no-manói, ndi katúi; o-manó, porque ha’e kwe ry mba’e porä remi-mbo’e ina.
Mamo pa oo araka’e Ñande Jaryi.
Oo jyy Ñande Ru Pa’i á-py, Ñande Ru Pa’i á-py, ha’e py jyy oo. Ha’e py je ko’äga peve ime va’erä Ñande Chy Ete. Ñande Jaryi Chy Ete.
Η σύνταξη με τα αντιπαραβαλλόμενα κι επαναλαμβανόμενα στοιχεία, ακολουθεί την προφορική παράδοση κι έκφραση αυτού του λαού.
Κύριο μέλημά μας σε αυτήν τη μετάφραση ήταν η εύκολη κατανόηση του κειμένου από τον αναγνώστη, και –συγχρόνως- η μεταφορά της γοητευτικής μαγείας που αποπνέει αυτή η γλώσσα των τροπικών. Στο κείμενο των ιθαγενών εμφανίζονται ισπανικές λέξεις, όπως: pero = αλλά, όμως // porque = διότι, κλπ., γεγονός που δηλώνει τον υβριδισμό των αμερικανικών γλωσσών μετά την Ισπανική κατάκτηση.
Είναι ενδιαφέρουσα η επιβίωση αυτών των σοφών παραδόσεων, οι οποίες όμως, δεν εμποδίζουν τη νέα γενιά των Γουαρανί να ασχολείται συγχρόνως με την τεχνολογία, όπως συμβαίνει στο ινδιάνικο χωριό Φορτίν Μ’μπορερέ (Fortín Mboreré) στην περιοχή Μισιόνες (Misiones) της ΒΑ. Αργεντινής. Εκεί, οι άνθρωποι σέβονται τη Φύση, και όταν ένας λευκός τολμήσει να κόψει ένα λουλούδι χωρίς ιδιαίτερο λόγο, τότε εκείνοι του εξηγούν ότι έχει προσβάλει κάποιο πνεύμα του δάσους, και αρνούνται να τον οδηγήσουν πίσω, στο ασφαλές χωριό, εάν προηγουμένως δεν δείξει πραγματική μεταμέλεια. Η αναφορά των ιερών λέξεων συγκινεί τους ιθαγενείς, οι οποίοι, παρ’ όλα αυτά, κρατούν μία συντηρητική στάση και δεν επιτρέπουν στον καθένα να επισκεφτεί το οπού (opy), δηλ. το ναό τους, από φόβο μήπως τον βεβηλώσει λόγω άγνοιας.
[i] León Cádogan , (Παραγουάη, 1899- 1973): Εθνολόγος.
[ii] Το Τσάκο (Chaco), στη δυτική Παραγουάη, είναι ένα από τα πιο αφιλόξενα μέρη του πλανήτη μας. Κατά την περίοδο των βροχών, η γη πλημμυρίζει, ενώ στην εποχή της ξηρασίας ο τόπος μετατρέπεται σε ένα σκονισμένο πεδίο. Παρ’ όλο ότι καλύπτει το 60% της χώρας –και εισέρχεται σε τμήμα της Βολιβίας και της Αργεντινής, φιλοξενεί μόνο το 3% του πληθυσμού. Οι ιθαγενείς Γουαρανί (guaraní) επιβιώνουν εκεί από την προϊστορική εποχή των κυνηγών και τροφοσυλλεκτών. Από το 1920, μετανάστευσαν εκεί κάποιες κοινότητες Μενονιτών, που ασχολούνται με την αγροκαλλιέργεια.
Το έτος 2000, η Εκκλησία της Ενώσεως (Unification Church), με επικεφαλής τον αιδεσιμότατο (!) Σουν Μιουνγκ Μουν (Sun Myung Moon) [ 문선명 ], αγόρασαν 360.000 εκτάρια γης, στα οποία περιλαμβανόταν ολόκληρη η κωμόπολη Πουέρτο Κασάδο (Puerto Casado). Οι 6.000 κάτοικοι απαίτησαν να τους παραχωρηθούν τουλάχιστον τα σπίτια τους και 5.000 εκτάρια γης.
Ο ανθρωπολόγος Λεόν Κάδογαν (León Cádogan)[i], παραθέτει –για τη μελέτη της φυλής Γουαρανί- τον ακόλουθο διάλογο που είχε καταγράψει στα 1970, συνομιλώντας με τον αρχηγό Κορονίτα (Coronita) του οικισμού ΄Αο-γιού (Ao-ju), στο δάσος Τσάκο (Chaco)[ii] της Παραγουάης, γύρω από τη Μεγάλη Θεϊκή Γιαγιά του έθνους:
-Κι εκείνη τη Γιαγιά μας, όταν γέρασε, την έθαψαν;
-Δε θάφτηκε, όταν ήταν πολύ γριά, δε θάφτηκε.[1]
-Θέλω ν’ ακούσω αυτήν την ιστορία!
-Αυτή δεν την έθαψαν. Αυτή, λένε, όταν γέρασε, είχε το Νιανντέ Ρου Παΐ (ÑandeRuPa’i) σα γιο της, όμως γέννησε αυτό το παιδί χωρίς αιτία, χωρίς λόγο απέκτησε γιο στα σωθικά της. Και η Μητέρα και Γιαγιά μας, η Νιανντέ Γιαρουί (ÑandeJaryi), προσευχόταν πολύ όμορφα, και όντας πολύ γριά, περπατούσε στα τέσσερα κι ακολούθησε ένα δρόμο, κι έπειτα σηκώθηκε και πήγε, λένε, κι άφησε το δέρμα της στο δρόμο. Άφησε το δέρμα της στο δρόμο, για να επιστρέψει στην κατοικία της και γι’ αυτό τραγουδούσε: «Πώς έγινε κι έφυγε ο γιος μου;», είπε στον Πατέρα μας τον Παΐ. «Πού πήγε το παιδί μου; Έφυγε ο ο γιος μου», μονολόγησε.
Αμέσως τότε, πήρε το δρόμο της επιστροφής προς το γιο της, το Νιανντέ Ρου Παΐ. Μ’ αυτόν τον τρόπο ανανεώθηκε η Μεγάλη Γιαγιά της φυλής μας, η Νιανντέ Γιαρουί. Δεν πέθανε, δεν μπορούσε να πεθάνει, γιατί είχε μαθητεύσει με τα Καλά Πνεύματα. Επέστρεψε εκεί όπου βρισκόταν ο Πατέρας μας, εκεί όπου βρίσκεται ο Νιανντέ Ρου Παΐ. Εκεί επέστρεψε και πάλι. Εκεί πρέπει να ‘ναι ακόμα και τώρα η Αληθινή Μητέρα Μας, η Μεγάλη Μας Γιαγιά, η Νιανντέ Γιαρουί.
[1] Αυτός ο διάλογος έχει μεταφραστεί απ’ ευθείας από το ινδιάνικο κείμενο στη γλώσσα γουαρανί:
Ha’e va’e Ñande Jaryi chy, i gwaimi ete vyve pa o-je-jaty araka’e.
No je-jatyi, i gwaimi ete vyve ndo-je-jatyi.
Po va’e ña-endu, a-endu che.
Péa ndo je jatyi voi. Upéa araka’e i-gwaimi ete vyve, i memby Ñande Ru Pa’i o-gwereko i memby ramo, pero ha’e i memby rei te, o gwereko rei te i memby gwye py. O-gwereko rei ha’e, pero i memby ramo. Ha’e Ñande Chy, Ñande Jaryi araka’e o-ñembo’e porä araka’e, ha i-gwaimi ete ’i opóvo o-poñy katu oo te tape ’i rupi o-pu’ä, oo ra’e o pire o-eja tape py.
O pire o-eja tape rupi. O pire o-eja tape rupi oo jyy agwä o amba py, o pire o-eja mi araka’e tape py, há upéa re o-poraéi araka’e. Marä rami pa che memby oo? E ’i Ñande Ru Pa’i py.
Mamo rupi pa che memby oo ra’e? Oo ko che memby i-ó-ny, e’i o-jeupe, ha upéa re o-jere oo jey Ñande Ru Pa’i renda py: ha’e rami ra’e i-pyau jey, no-manói, i-pyau jey te.
Ñande Jaryi i mitä jewy te, no-manói, ndi katúi; o-manó, porque ha’e kwe ry mba’e porä remi-mbo’e ina.
Mamo pa oo araka’e Ñande Jaryi.
Oo jyy Ñande Ru Pa’i á-py, Ñande Ru Pa’i á-py, ha’e py jyy oo. Ha’e py je ko’äga peve ime va’erä Ñande Chy Ete. Ñande Jaryi Chy Ete.
Η σύνταξη με τα αντιπαραβαλλόμενα κι επαναλαμβανόμενα στοιχεία, ακολουθεί την προφορική παράδοση κι έκφραση αυτού του λαού.
Κύριο μέλημά μας σε αυτήν τη μετάφραση ήταν η εύκολη κατανόηση του κειμένου από τον αναγνώστη, και –συγχρόνως- η μεταφορά της γοητευτικής μαγείας που αποπνέει αυτή η γλώσσα των τροπικών. Στο κείμενο των ιθαγενών εμφανίζονται ισπανικές λέξεις, όπως: pero = αλλά, όμως // porque = διότι, κλπ., γεγονός που δηλώνει τον υβριδισμό των αμερικανικών γλωσσών μετά την Ισπανική κατάκτηση.
Είναι ενδιαφέρουσα η επιβίωση αυτών των σοφών παραδόσεων, οι οποίες όμως, δεν εμποδίζουν τη νέα γενιά των Γουαρανί να ασχολείται συγχρόνως με την τεχνολογία, όπως συμβαίνει στο ινδιάνικο χωριό Φορτίν Μ’μπορερέ (Fortín Mboreré) στην περιοχή Μισιόνες (Misiones) της ΒΑ. Αργεντινής. Εκεί, οι άνθρωποι σέβονται τη Φύση, και όταν ένας λευκός τολμήσει να κόψει ένα λουλούδι χωρίς ιδιαίτερο λόγο, τότε εκείνοι του εξηγούν ότι έχει προσβάλει κάποιο πνεύμα του δάσους, και αρνούνται να τον οδηγήσουν πίσω, στο ασφαλές χωριό, εάν προηγουμένως δεν δείξει πραγματική μεταμέλεια. Η αναφορά των ιερών λέξεων συγκινεί τους ιθαγενείς, οι οποίοι, παρ’ όλα αυτά, κρατούν μία συντηρητική στάση και δεν επιτρέπουν στον καθένα να επισκεφτεί το οπού (opy), δηλ. το ναό τους, από φόβο μήπως τον βεβηλώσει λόγω άγνοιας.
[i] León Cádogan , (Παραγουάη, 1899- 1973): Εθνολόγος.
[ii] Το Τσάκο (Chaco), στη δυτική Παραγουάη, είναι ένα από τα πιο αφιλόξενα μέρη του πλανήτη μας. Κατά την περίοδο των βροχών, η γη πλημμυρίζει, ενώ στην εποχή της ξηρασίας ο τόπος μετατρέπεται σε ένα σκονισμένο πεδίο. Παρ’ όλο ότι καλύπτει το 60% της χώρας –και εισέρχεται σε τμήμα της Βολιβίας και της Αργεντινής, φιλοξενεί μόνο το 3% του πληθυσμού. Οι ιθαγενείς Γουαρανί (guaraní) επιβιώνουν εκεί από την προϊστορική εποχή των κυνηγών και τροφοσυλλεκτών. Από το 1920, μετανάστευσαν εκεί κάποιες κοινότητες Μενονιτών, που ασχολούνται με την αγροκαλλιέργεια.
Το έτος 2000, η Εκκλησία της Ενώσεως (Unification Church), με επικεφαλής τον αιδεσιμότατο (!) Σουν Μιουνγκ Μουν (Sun Myung Moon) [ 문선명 ], αγόρασαν 360.000 εκτάρια γης, στα οποία περιλαμβανόταν ολόκληρη η κωμόπολη Πουέρτο Κασάδο (Puerto Casado). Οι 6.000 κάτοικοι απαίτησαν να τους παραχωρηθούν τουλάχιστον τα σπίτια τους και 5.000 εκτάρια γης.